Ξεχώρισα την άλλη Βαβέλ, το ασθενοφόρο, τα ξυπνητήρια, το μηχάνημα, που κατά σύμπτωση είναι και τα πρώτα στη σειρά. Η άλλη Βαβέλ, ξεχωρίζει γιατί είναι ένα διήγημα/ποίημα μιας σελίδας, σε λυρικοεφηβικό ύφος, μια διαπίστωση ότι ενώ οι άνθρωποι έχουν βρει πια μια κοινή γλώσσα, δεν παύουν να σκοτώνονται (δε χτίστηκε, ποτέ δε θα χτιστεί ο πύργος).
Προσωπικά δε μ’ αρέσει η υπερβολική αλληγορία στην αφήγηση, γι’ αυτό και τα τελευταία διηγήματα με κούρασαν τόσο που τα πέρασα διαγωνίως. Η γυναίκα που προσλαμβάνεται στο «Ανθρωποθυσία» από την Υπηρεσία Εγκλημάτων, Αυτοκτονιών και Ατυχημάτων επειδή «η παραδειγματική τάξη και ασφάλεια που είχε επιβάλει το ισχυρό καθεστώς την τελευταία δεκαετία είχε οδηγήσει σε μια περίοδο ευημερίας, αλλά και ανησυχητικής έλλειψης εγκλημάτων, αυτοκτονιών, ατυχημάτων και τρομοκρατικών εκδηλώσεων στην επικράτεια» τελικά μαγεύεται από ένα μπαλόνι (να’ ναι από τον μπαλονά του προηγούμενου διηγήματος;). Αλλά πέρα από ένα μειδίαμα που προκαλεί το κοινωνικό σχόλιο ότι το κοινό νοσταλγεί ρεαλιστικά ρεπορτάζ γνήσιας βίας, ανατινάξεις, ακρωτηριασμούς, διαμελισμούς, στραγγαλισμούς κλπ., η υπόθεση θολώνει όταν εμφανίζεται το κόκκινο μπαλόνι (Μπαλόνι; Τι σκατά μου λες; Πού βρέθηκε εκεί πάνω το κόκκινο μπαλόνι;), ο συμβολισμός παραείναι κραυγαλέος και προβλέψιμος. Το ίδιο αισθάνθηκα στο διαλογικό «Οι κερασιές της νύχτας»· στον ποιητικό και αναληθοφανή διάλογο κυριαρχεί ένας ρομαντισμός ένας ρομαντισμός κάπως γλυκερός, που δε με άγγιξε.
Πιο κουραστικό ακόμα μου φάνηκε το τελευταίο, «Ο κατακλυσμός», κάτι σαν «επιστημονικής φαντασίας» τοποθετημένο στο έτος 222 και με χαρακτηριστικές αναφορές, π.χ. στον «Προγραμματιστή του Σύμπαντος», στον «Επίτροπο Ανακλαστικών», στον «γονιμοποιό που στέλνει δειγματολόγιο γονιδίων» στον «αστρικό δονητή», στην «τεχνητή αναπνοή σ’ ένα θύμα αυτοερωτικής ασφυξίας» κλπ. Το στοιχεία επιστημονικοκοινωνικής φαντασίας μου προκαλούσαν πάντα, προσωπικά, πλήξη και αδιαφορία -πόσο μάλλον όσο προχωρά η ηλικία! Έτσι, δεν μπορώ να πω ότι μου άρεσε το συγκεκριμένο διήγημα, χωρίς όμως να σημαίνει ότι δεν ήταν έξυπνο και καλογραμμένο.
Το ανατρεπτικό, φανταστικό, υπερρεαλιστικό στοιχείο του Τριβιζά, τόσο αγαπητό στα παιδικά βιβλία, μου αρέσει όταν έχει χιούμορ, σάτιρα (π.χ. στα ξυπνητήρια), αλλά όχι όταν έχει μόνο συμβολισμό, ή αλλιώς, «μηνύματα». Τα πάρα πολλά περιγραφικά στοιχεία (π.χ. λεπτομέρειες ή επίθετα) που χαρακτηρίζουν το λόγο του (πρόχειρα σταχυολογώ: το γελαστό κορίτσι, οι στιβαροί επιστάτες με τις λευκές φόρμες και τα λαστιχένια υποδήματα, ο αγέλαστος Διοικητής, η βελούδινη αυλαία, τα απρόσιτα σκαλίσματα, η φτιασιδωμένη πόρνη, οι μασκοφόροι κακοποιοί, κλπ.), προσδίδουν μια τυποποιημένη αίσθηση, ένα φορμάρισμα που – κατά τη γνώμη μου πάντα- ταιριάζει σε παραμύθια αλλά τους δίνει και μια προβλέψιμη χροιά.
Χριστίνα Παπαγγελή
4 σχόλια:
η αγάπη μου για τα παδικά βιβλία ως ενηλικας ξεκίνησε απο τον Τριβίζα. Με τον μοναδικό σου τρόπο μας μετέφερες επακριβώς στο κόσμο του Τριβιζά.
την καλησπέρα μου.
Ευχαριστώ πολύ κοπρόγατα!
αν και η ματιά μου σ' αυτό το βιβλίο είναι λίγο ... αυστηρή, τον θεωρώ και γω πολύ σπουδαίο. Δε νομίζω ότι υπάρχει παιδί που να μην ταξίδεψε στους ονειρικούς κόσμους του Τριβιζά!
Και να σκεφτείς ότι είναι καθηγητής εγκληματολογίας!
ti ωραίος τίτλος
ο ερωτευμένος πυροσβέστης
σας προσκαλώ
και σε έναν άλλο τίτλο
Η αράχνη, η ερωμένη και το μανταρίνι
στο metissage
και την ανάσταση στην παράπλευρη στήλη
:)
Βαγγέλης Ι.
ti ωραίος τίτλος
ο ερωτευμένος πυροσβέστης
σας προσκαλώ
και σε έναν άλλο τίτλο
Η αράχνη, η ερωμένη και το μανταρίνι
στο metissage
και την ανάσταση στην παράπλευρη στήλη
:)
Βαγγέλης Ι.
Δημοσίευση σχολίου