Σάββατο, Μαΐου 05, 2007

Βλάχου Παναγιώτη, Καλή σας νύχτα, κύριε Φρόιντ

Βιέννη, 1913. Μυθιστόρημα που φιλοδοξεί να ανασυστήσει την εποχή και την πνευματική ατμόσφαιρα της μεγαλούπολης τις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Δεν τα καταφέρνει και άσχημα, χωρίς όμως να μεταδίδει αυτόν τον «οργανικό» παλμό που βρίσκεις σε αντίστοιχες προσπάθειες. Το όλο εγχείρημα μοιάζει σα να’ χει στόχο να κάνει ευχάριστη και απλουστευτική την προσέγγιση της ψυχανάλυσης στους αμύητους, να δώσει «σάρκα και οστά» σε κλασικές ιστορίες πρώιμης ψυχανάλυσης, όπως η ιστορία της θεραπείας της Έλενορ από τους πόνους στα πόδια (που οφείλονταν σε αισθήματα ενοχής και καταπιεσμένων σεξουαλικών ενστίκτων). Η μυθιστορηματική ιστορία της Έλενορ βασίζεται, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, σε ιστορία που παραθέτει ο ίδιος ο Φρόιντ στο έργο του «Μελέτες για την υστερία». Ο χαρακτήρας της Έλενορ αποδίδεται αρκετά πειστικά (Η ζωή σα να είχε χάσει τη μαγεία της… Σαν να έκλεινε σιγά σιγά εκείνο το παράθυρο που στέκει ορθάνοιχτο στα νοήματα της ζωής) όχι όμως και του …αμαξά της, που κατά τη γνώμη μου παραείναι κουλτουριάρης και οι λεπτομέρειες της ζωής του μάλλον άσχετες στον βασικό κορμό του βιβλίου.
Ήταν το τρίτο βιβλίο στη σειρά τέτοιου τύπου που διάβασα (ιστορική ατμόσφαιρα, χαλαρή υπόθεση, πληροφορίες εποχής κλπ.) και ομολογώ ότι αυτό το στυλ με κούρασε. Κάποιοι διάλογοι, αν και είναι προσεγμένοι και καλοδουλεμένοι, φαίνεται ότι το μόνο που εξυπηρετούν είναι η απόδοση της πνευματικής ατμόσφαιρας που είπαμε. Ο Φρόιντ, βέβαια, από μόνος του είναι εστία ενδιαφέροντος, καθώς και η κρίσιμη εποχή πριν τον Α’ Παγκόσμιο κατά την οποία συνυπάρχουν η ψυχανάλυση, ο μαρξισμός, ο «μεσμερισμός», ο υπερρεαλισμός, ο «παγγερμανισμός» το εβραϊκό ζήτημα κ.α. Έχει ενδιαφέρον, φερειπείν, ο διάλογος Φρόιντ-Τρότσκι (σελ.130-138), παρόλο που σ’ αυτές τις περιπτώσεις αμφιβάλλεις για την ιστορική αλήθεια! για την ακρίβεια, ο αναγνώστης μένει πάντα με την απορία για το πού τελειώνει η πραγματικότητα (που υποθέτω βασίζεται σε πηγές, αν πάρει κανείς υπόψη την πλούσια βιβλιογραφία) και πού αρχίζει η φαντασία του συγγραφέα! Ή , μήπως πρέπει ν’ αντιμετωπίσουμε ανάλογα εγχειρήματα όπως τις δημηγορίες του Θουκυδίδη, που τις έγραψε όπως θα «μπορούσε» να τις εκφωνήσει ο ομιλητής, μιμούμενος το «ήθος» του («ηθοποιία»);
Κλασικός, λοιπόν, αποβαίνει ο διάλογος Τρότσκι-Φρόιντ, όπου παρακολουθούμε βέβαια την διαλεκτική αντίθεση μεταξύ των δυο αυτών ρευμάτων της εποχής:
-Ο μαρξισμός είναι ένα εργαλείο κατανόησης του κόσμου μας, αλλά με πρωτεύοντα στόχο την αλλαγή του, και όχι απλώς μια ερμηνεία του…. Θυμηθείτε τι έλεγε ο Καρλ Μαρξ: "Η δουλειά των φιλοσόφων περιορίζεται στο να ερμηνεύουν τον κόσμο, εμείς όμως πρέπει να κάνουμε κάτι για να τον αλλάξουμε".
-Το λαμβάνω υπόψη μου, αλλά θα ήθελα να τελειώσω πρώτα αυτό που σας έλεγα… Ήθελα να τονίσω πως η υπεροχή του μαρξισμού βρίσκεται στη σαφέστατη διορατικότητά του για την καθοριστική επιρροή που ασκούν οι οικονομικοί όροι στις διανοητικές, ηθικές και καλλιτεχνικές αναζητήσεις του ατόμου. Αλλά τι είναι εκείνο που μας διαβεβαιώνει ότι αυτός είναι ο μόνος καθοριστικός παράγοντας; Υπάρχει κάτι που δε λαμβάνετε υπόψη σας…Τους ψυχολογικούς παράγοντες. Την ίδια τη φύση του ανθρώπου…

Ο διάλογος συνεχίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, κάπως μηχανιστικά σε βάρος της αληθοφάνειας, σαν να πρόκειται δηλαδή για εγχειρίδιο με θέμα την αντιπαράθεση των δυο απόψεων, ωστόσο είναι αξιόλογο το τέλος του:
- Αναζητάτε, φίλε μου, την ιδανική κοινωνία. Κακώς. Αυτό είναι το λάθος σας. Γιατί δεν υπάρχουν ιδανικοί άνθρωποι… και τον πλέον ιδανικό μύθο να κατασκευάσει κανείς για την κοινωνία, οι άνθρωποι θα τον κατανοήσουν διαφορετικά. Οι άνθρωποι φίλε μου δίνουν προσωπικές ερμηνείες. Δεν υπάρχουν απόλυτα νοήματα. Υπάρχουν συλλογικά οράματα, ναι, φυσικά, συλλογικές επιθυμίες, συμφωνώ. Αλλά όχι απόλυτα νοήματα. Απόλυτες βεβαιότητες έχουν μόνο οι τρελοί… Ακόμα και ο Κρέοντας, μπροστά στο λαό του, την απόλυτη βεβαιότητά του την έθεσε ως ερώτημα: Η πόλη δεν ανήκει στον άρχοντά της;
- Ο άρχοντας ανήκει στην πόλη.
- Κανείς δεν ανήκει σε κανέναν, φίλε μου…
- Καλή σας νύχτα, κύριε Φρόιντ. (εξ ου και ο τίτλος)
Αυτό που προσωπικά μου άρεσε και το σημείωσα ιδιαίτερα, ήταν η αναφορά στον Κλιμτ, με αφορμή την επίσκεψη της Έλενορ σε μια έκθεση όπου παρευρισκόταν κι ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Η περιγραφή των αινιγματικών γυναικείων μορφών του Κλιμτ και η προσπάθειά του ν’ αποδώσει τον κρυμμένο τους ερωτισμό συνδέεται άμεσα με την απώθηση των σεξουαλικών επιθυμιών της Έλενορ και όποιας άλλης. Γίνεται πολύ ενδιαφέρουσα αναφορά στο προκλητικό έργο του Κλιμτ «Υγεία», όπως και στην αισθησιακή Δανάη, κ.α.
(σελ. 147)
Ο Φρόιντ χαμογέλασε. Του άρεσε ο Κλιμτ. Ο αισθησιασμός του. Το πάθος του για τη γυναίκα και συνάμα ο φόβος του για ό, τι αυτή υπαινισσόταν και δεν αποκάλυπτε. (…+++)Όλη αυτή η σειρά των πορτρέτων του δεν ήταν μόνο μια ανδρική αναζήτηση, μια ανδρική φαντασίωση. Αισθανόταν ότι- όπως πιθανολογούσε ο ίδιος όσο και ο Κλιμτ, αν και από διαφορετικούς δρόμους, αν και χωρίς να μπορούν ακόμα να το διατυπώσουν με βεβαιότητα- σε αυτό το αιώνιο ανδρικό ερώτημα τι θέλει η γυναίκα απαντούσε ασυνείδητα η ίδια η γυναίκα. Αυτή που μοιάζει να λέει: Αυτό που επιζητώ, αυτό που μέσα στα βάθη της ψυχής μου είναι η ανομολόγητη επιθυμία μου, θα βρω χίλιους τρόπους να μην το εκπληρώσω ποτέ. Και απ’ αυτό το πράγμα παίρνω ευχαρίστηση. Προκαλούν με το γυμνό τους σώμα, ψιθυρίζουν λόγια τρυφερά και ερωτικά, μα, όταν είναι να γευτούν αυτό το θεσπέσιο έδεσμα του πάθους, πάντα εφευρίσκουν έναν τρόπο να λένε όχι. Αυτό μάλλον γνώριζε ο Κλιμτ, κι αυτό ζητούσε να εκφράσει στους πίνακές του.
Πέρα απ’ αυτές τις άξιες λόγου παρεκβάσεις, τις οποίες προσπαθεί φιλότιμα ο συγγραφέας να εντάξει στον βασικό πυρήνα του βιβλίου, προχωρά με κλασικά βήματα η θεραπεία της Έλενορ και ολοκληρώνεται με την δικαίωση του ψυχοθεραπευτή της.

Χριστίνα Παπαγγελή

2 σχόλια:

Librofilo είπε...

Υπέροχος συγγραφέας,εκπληκτικά και τα τρία.Εγώ προτιμώ το δεύτερο πάντως.Μιά επισήμανση,δεν αυτοκτόνησε ο καημένος.Πέθανε νομίζω από καρδιά.

Ανώνυμος είπε...

librofilo@>Υποθέτω ότι αναφέρεσαι στον Ιζζό!!όσο αφορά το θάνατό του, στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του "οι βατσιμάνηδες της Μασσαλίας", γράφει ότι κυκλοφόρησε λίγο πριν από την αυτοκτονία του (Μεταίχμιο. Στα υπόλοιπα μιλούν απλώς για -πρόωρο- θάνατο! Αφού σ'αρέσει και σένα τόσο, παραθέτω και το εξής ρηθέν απ' τον ίδιο:
"Το σωστό να λέγεται. Μυθιστόρημα είναι αυτό. Τίποτε από όσα θα διαβάσετε δεν έγινε. Δεδομένου όμως ότι δεν μπορώ να μένω αδιάφορος διαβάζοντας όσα γράφουν καθημερινά οι εφημερίδες, η αφήγησή μου χρησιμοποιεί δρόμους υπαρκτούς. 'Οταν έχουμε να κάνουμε με την πραγματική ζωή, σε αυτούς τους δρόμους παίζονται τα πάντα. Στην πραγματική ζωή η φρίκη ξεπερνά, κατά πολύ μάλιστα, κάθε πιθανό προϊόν της φαντασίας. Και η Μασσαλία, η πόλη μου, που βρίσκεται πάντα σε ίση απόσταση από την τραγωδία και το φως, απηχεί, όπως της αρμόζει, όσα μας απειλούν".