Σάββατο, Φεβρουαρίου 07, 2009

552 λέξεις για την ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας του Α. Φ. Χριστίδη

Το βιβλίο παρουσιάζεται στην Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα με όλη εκείνη την ευθύνη και τη συνέπεια που διακρίνει το συγκεκριμένο σάιτ. Οπότε, τι νόημα έχει η αναφορά σε αυτό εδώ; Τίποτα περισσότερο από ότι διευκρινίζουν οι διπλανές πενήντα τέσσερις λέξεις.
Θέλω να γράψω για την αναγνωστική απόλαυση που μου πρόσφερε η γραφή του Χριστίδη, για το σαφή και τεκμηριωμένο λόγο του, που δείχνει ότι η επιστήμη μπορεί να είναι κατανοητή σε κάθε αναγνώστη. Αρκεί οι άνθρωποι που την υπηρετούν να το θέλουν.
Αυτός ο ελκυστικός λόγος του συγγραφέα δίνει στο βιβλίο διάσταση αφηγήματος όπου πρωταγωνιστεί η γλώσσα. Σπάει διαχωριστικές γραμμές. Γράφηκε στα πλαίσια του προγράμματος Αρχαιογλωσσία και Αρχαιογνωσία στη Μέση Εκπαίδευση αλλά δε μένει στους μαθητές ή στους καθηγητές ή μόνο σε όσους εμπλέκονται με την εκπαίδευση.
Είναι διαυγής και μεθοδική προσέγγιση των γλωσσικών ζητημάτων με άξονα την ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Μέσα στις σελίδες του παρουσιάζεται η γέννηση και η εξέλιξη της γλώσσας, κάθε γλώσσας, αφού όλες είναι το ίδιο επαρκείς, το ίδιο λειτουργικές, το ίδιο καθορισμένες από ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που κάνουν αναγκαία την αλλαγή τους. Ο ψύχραιμος χαρακτήρας της κατασταλαγμένης γνώσης είναι εμφανής σε όλες τις σελίδες. Χωρίς ιδεοληψίες, χωρίς φορτίσεις συναισθηματικές, με μια αποστασιοποίηση που δείχνει πραγματική αγάπη για τη γλώσσα, την αγάπη αυτού που την υπηρετεί.
Κάθε κεφάλαιο του βιβλίου τελειώνει με σύνοψη όσων παρουσιάστηκαν. Επίσης, οι γλωσσολογικές διαπιστώσεις γίνονται άξονας των επόμενων σελίδων του βιβλίου και ο συγγραφέας τις ξαναθυμίζει με ένα λόγο καλοσύνης και κατανόησης σε όσους δεν έχουν τόσο καλή μνήμη.
Έτσι οι απλές αλήθειες γίνονται κτήμα το αναγνώστη. Έτσι μας ξαναθυμίζει πράγματα που εύκολα ξεχνάμε.

Οι γλώσσες δεν έχουν σύνορα. Οι γλώσσες αλλάζουν, αλλά δε φθείρονται και δε χαλάνε. Υπάρχουν ισχυρές γλώσσες εξαιτίας ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών, όπως συνέβη με την κοινή ελληνική κατά τα ελληνιστικά χρόνια και σήμερα με την αγγλική και όχι γιατί είναι καλύτερες. Ο λόγος είναι ανεξάρτητος από τη γραφή. Η πορεία της γραφής μέχρι το αλφάβητο έχει τη δική της ενδιαφέρουσα ιστορία. Η αλφαβητική επανάσταση φέρνει τη δημοκρατία της γραφής και της πληροφορίας, αφού τώρα μπορούν όλοι να μάθουν γραφή και ανάγνωση. Η κοινή ινδοευρωπαϊκή γλώσσα είναι αφετηρία πολλών γλωσσών, και τις ελληνικής, που διαφοροποιήθηκαν εξαιτίας του διασκορπισμού των ινδοευρωπαίων. Οι αρχαίοι Έλληνες μιλούσαν και διάβαζαν με διαφορετική προφορά από τον τρόπο που διαβάζουμε οι νεοέλληνες τα αρχαία κείμενα. Η γραφή τους ήταν φωνητική. Η διαφοροποίηση της προφοράς δεν ακολουθήθηκε από ανάλογη εξέλιξη στη γραφή και αυτό δημιουργεί την ιστορική ορθογραφία. Η αρχαιοελληνική γλώσσα έχει διαφορετική δομή από τη νεοελληνική, έχει πλουσιότερο κλιτικό σύστημα, μετοχές, απαρέμφατα. Η νεοελληνική είναι πιο αναλυτική. Η αρχαιοελληνική γλώσσα δεν ήταν ενιαία, υπήρχαν διάλεκτοι, διαφορετική μεταξύ τους, κάτι που θυμίζει τη νεοελληνική Βαβυλωνία των αρχών του 19ου αιώνα. Οι γλώσσες, και η νεοελληνική, δεν κινδυνεύουν όσο υπάρχει ένα κράτος που τις στηρίζει, όσο παράγεται λογοτεχνία, όσο διδάσκονται, όσο οι ομιλητές της δεν την εγκαταλείπουν. Η τάση των γλωσσών είναι προς την απλούστευση, προς την εξομάλυνση, γιατί έτσι γίνεται ευκολότερη η εκμάθησή τους. Ο αττικισμός οδήγησε στην αντίληψη που υπερτιμά την αρχαία γλώσσα και υποτιμά την ομιλούμενη. Αυτή η αντίληψη έχει την ιστορική της πορεία ως τις μέρες μας.

Όλα αυτά γράφονται με σαφήνεια και αποφορτισμένα, αυτό ακριβώς τα καθιστά πολιτικά. Αντιμάχονται όλα τα ιδεολογήματα και τις συναισθηματικές εκλογικεύσεις που παρουσιάζονται ως γλωσσολογία, δηλαδή που θέλουν τη γλωσσολογία στην υπηρεσία τους.


και ο επίλογος του βιβλίου

Ο καλύτερος ίσως τρόπος για να κλείσει αυτό το βιβλίο είναι να ξαναθυμηθούμε την αρχή του: τα «μυστικά» της γλώσσας. Αυτά που κάνουν τη γλώσσα (την κάθε γλώσσα, «μικρή» ή «μεγάλη», «άσημη» ή «διάσημη») ένα μοναδικό εργαλείο. Μοναδικό, γιατί περιγράφει τον κόσμο και δεν αποτελείται, όπως συμβαίνει στο ζωικό βασίλειο, από αντιδράσεις σε ερεθίσματα. Αυτό είναι, όπως λέγαμε, που κάνει τη λέξη πόνος, και κάθε άλλη λέξη, γλώσσα, σε αντίθεση με το βογκητό του πόνου ή το γάβγισμα του σκύλου, που είναι απλά κραυγές. Όλες οι γλώσσες «δουλεύουν» με αυτό τον τρόπο και, αν κάποιες ξεχώρισαν (όπως τα αρχαία ελληνικά ή τα λατινικά), ή ξεχωρίζουν (όπως τα αγγλικά σήμερα), αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν ή είναι «καλύτερες». Ξεχώρισαν ή ξεχωρίζουν για λόγους ιστορικούς και όχι γιατί ήταν, ή είναι, «φτιαγμένες» καλύτερα από άλλες. Δεν υπάρχουν λοιπόν «καλύτερες» ή «χειρότερες» γλώσσες, «ανώτερες» ή «κατώτερες». Όπως δεν υπάρχουν καλύτεροι ή χειρότεροι λαοί. Κάθε γλώσσα, και κυρίως οι ομιλητές της, αξίζει λοιπόν τον σεβασμό μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: