Αγαπώ
τα βιβλία αλλά σπάνια πια νιώθω την παιδική λαιμαργία τού να μη μπορείς ν’
αφήσεις το βιβλίο απ’ τα χέρια σου. Αυτό
το μυθιστόρημα του Αιγύπτιου συγγραφέα όμως με συνεπήρε τόσο πολύ, που το
απόλαυσα μονορούφι…
Δε
νομίζω ότι το ύφος είναι που έχει κάτι ξεχωριστό. Είναι βέβαια γλαφυρό,
απλό-λιτό-περιγραφικό και μεστό˙ χωρίς περιττά στοιχεία και παρενθέσεις, αλλά εύστοχο
και διεισδυτικό. Αυτό όμως που νομίζω ότι είναι η υπέρτατη αρετή του βιβλίου είναι
το ενδιαφέρον που ξεπηδά από κάθε σελίδα, η αγωνία που πετυχαίνει ο συγγραφέας
να μας μεταδώσει καθώς καταφέρνει να ταυτιζόμαστε με τους ήρωες, που
παρεμπιπτόντως είναι πολύ ενδιαφέροντες, και που η ζωή τους είναι γεμάτη ένταση
και ανατροπές. Κατά το «εικός και αναγκαίον», χωρίς τρελές συμπτώσεις και
φωσκολικά τεχνάσματα. Και πάνω απ’ όλα, αυτό που κεντρίζει είναι το θέμα, το θέμα που είναι για άλλη μια
φορά η κατεχόμενη απ’ τους Άγγλους Αίγυπτος με τις αντιφάσεις της: η καταπίεση
των ντόπιων πληθυσμών, ο ρατσισμός των λευκών που θεωρούν απόλυτα φυσιολογική
την ανωτερότητά τους και φυσικά οι προσπάθειες αντίστασης στον φόβο και την
υποταγή.
Στοιχείο
που χαρακτηρίζει τα μυθιστορήματα του Ασουάνι (π.χ. το «σικάγο» και το «Το μέγαρο Γιακουμπιάν») είναι η πολυφωνία, η πολυχρωμία
όπως επισημαίνεται στο οπισθόφυλλο. Οι κεντρικοί χαρακτήρες είναι… πολλοί, ανάγλυφοι
και ισοδύναμα παρουσιασμένοι και σχετίζονται με την πορεία της οικογένειας του δίκαιου
και υπομονετικού Αμπντελαζίζ Χαμάμ, χρεωκοπημένου προύχοντα της άνω Αιγύπτου που
ήρθε στο Κάιρο με την οικογένειά του, και δουλεύει ως βοηθός αποθηκάριου στην
αυτοκινητιστική λέσχη (Είχε πείσει τον
εαυτό του πως η δουλειά, όσο ταπεινή και να είναι, είναι τιμή γι’ αυτόν που την
κάνει. Όμως, μια αλήθεια τον έκανε να πλημμυρίζει με επώδυνες σκέψεις:
ταπεινωνόταν, έχανε την αξιοπρέπειά του). Οι διαφορετικές αφηγήσεις του
παντογνώστη αφηγητή, που παρακολουθούν την παράλληλη πορεία των περισσότερων
ηρώων εναλλάσσονται με τις πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις του «ποιητή» Κάμελ και της
Σαλιχά, και οι δυο παιδιά του Αμπντελαζίζ. Η αγωνία συνήθως κορυφώνεται στο
τέλος κάθε μικρής ενότητας/αφήγησης, για να παραδοθεί η σκυτάλη στην επόμενη
ιστορία που είχε διακοπεί πιο πριν. Η τεχνική αυτή, δοκιμασμένη τεχνική που
τονώνει το ενδιαφέρον, είναι στοιχείο… σαπουνόπερας (παράλληλες ιστορίες που
διακόπτονται όταν υπάρχει αγωνία για την έκβαση, και αφήνουν ερωτηματικό στον
θεατή/αναγνώστη), αλλά, ως συνήθως σημασία δεν έχει μόνο το πώς αλλά και το τι. Και αυτό που πραγματεύεται το συγκεκριμένο βιβλίο είναι αναμφίβολα
ποιοτικό.
Η
Σαλιχά και ο Κάμελ είναι οι πιο ενδιαφέροντες ήρωες, ίσως γι’ αυτό ο συγγραφέας
δανείζεται τη δική τους φωνή. Έχουν τις μεγαλύτερες μεταπτώσεις, τις
περισσότερες ανατροπές στη ζωή τους, αναλαμβάνουν τα μεγαλύτερα ρίσκα- είναι
έξυπνοι, ευαίσθητοι και υπεύθυνοι. Εξίσου ολοκληρωμένα βέβαια παρουσιάζονται
και τα άλλα δυο παιδιά της οικογένειας, ο ιδιοτελής Σαΐντ και ο ευάλωτος
Μαχμούντ που ξεπουλά το κορμί του σε μεγάλες γυναίκες, αλλά οι χαρακτήρες τους
είναι πιο επίπεδοι, πιο προβλέψιμοι. Δυνατή αποδεικνύεται η μητέρα αλλά
δυναμικά επεμβαίνει στα γεγονότα και η «γήινη», ερωτιάρα γειτόνισσα Αΐσα. Κι
άλλοι ήρωες, ανθρώπινοι τύποι αλλά και ολοκληρωμένοι χαρακτήρες συμπληρώνουν
μια κοινωνία όπου οι κυρίαρχοι ξένοι επιβάλλονται στους ντόπιους σαν να είναι
ζώα, όπου τα ντόπια ήθη συγκρούονται με τις νεωτεριστικές ιδέες, όπου
σπερματικά γεννιέται η αντίσταση στην καταπίεση των ξένων.
Η
αυτοκινητιστική λέσχη ιδρύθηκε το 1924 από ξένους και Τούρκους, όπου οι Αιγύπτιοι
έχουν μέσα μόνο θέση υπηρετικού προσωπικού. Είναι ο χώρος όπου διασκεδάζουν οι
ξένοι αξιωματούχοι, όπου μπεκρουλιάζει και χαρτοπαίζει ο βασιλιάς… Είναι
επομένως κέντρο διαφθοράς και κέντρο υποταγής, όπου όλα όμως πρέπει να
πηγαίνουν «ρολόι». Τον υψηλό έλεγχο έχει ο τρομερός και φοβερός θαλαμηπόλος του
βασιλιά Ελ Κούο, από τη Νουβία του Σουδάν (Ελ Κούο στα νουβιακά σημαίνει μέγας,
αρχηγός, είναι παρατσούκλι βέβαια)˙ είναι η
πόρτα που οδηγεί κατευθείαν στον βασιλιά/ο μεγάλος αρχηγός του υπηρετικού
προσωπικού όλων των βασιλικών ανακτόρων. Κάνει κουμάντο στα πάντα,
επιβάλλοντας τρομακτικές σωματικές τιμωρίες για ψύλλου πήδημα στους υπαλλήλους
της λέσχης (ξύλο, μαστίγωμα, κλπ), καμιά φορά και χωρίς κανέναν απολύτως λόγο.
Η παρουσία του σπέρνει τον τρόμο και την
δουλοπρεπή υποταγή, πολύ περισσότερο από τον ανώτερό του διευθυντή της λέσχης,
Άγγλο Τζέημς Ράιτ, που είναι τυπικός μεν, αλλά ιδιοτελής και ρατσιστής (οι Αιγύπτιοι είναι τεμπέληδες, ψεύτες και
βρωμιάρηδες/ η δικαιοσύνη τους διαφθείρει).
Οι
αντιθέσεις και οι συγκρούσεις λοιπόν προκύπτουν από τις προσωπικές
αντιπαραθέσεις με τον Ελ Κούο και τον Ράιτ, και όσους τους φοβούνται και
υπακούουν με δουλοπρέπεια. Οι ήρωες που εκφράζουν την πλευρά τις αντίστασης (σε
οποιαδήποτε μορφή) είναι ποικίλοι. Έχουμε π.χ. την κόρη του Ράιτ, τη Μίτσι, που δεν έχει καμιά σχέση με τον
πατέρα της, και με αφορμή ότι ο Ράιτ την προωθεί για φιλενάδα του βασιλιά (!) φεύγει
από το σπίτι της (όλα είναι πλαστά, είναι
απάτη. Θέλω να ζήσω την πραγματική ζωή, με πραγματικούς ανθρώπους. Γι’ αυτό
σκέφτηκα να πάω στις λαϊκές συνοικίες). Η ερωμένη επίσης του Ράιτ, η Οντέτ, χειραφετημένη απ’ όλες τις
απόψεις, κομμουνίστρια, είναι τόσο συνειδητοποιημένη πολιτικά που συμμετέχει,
κρυφά βέβαια, σε μυστική οργάνωση ανατροπής
του βασιλιά. Αυτή προωθεί, μέσω του Ράιτ και τον Αμπντούν στην αυτοκινητιστική λέσχη, έναν δυναμικό άντρα που με τον
τρόπο του υποδεικνύει στους εργαζόμενους «έναν άλλο δρόμο», και δεν διστάζει να
εναντιωθεί μέτωπο με μέτωπο με τον Ελ Κούο και βέβαια πρωταγωνιστεί στη μυστική
οργάνωση που περιλαμβάνει οπαδούς του Εθνικιστικού Κόμματος και κομμουνιστές. Τέλος,
αρχηγός της μυστικής ομάδας είναι ο πρίγκηπας Σάμελ, που παρόλη την αριστοκρατική του καταγωγή διαφέρει ριζικά
απ’ τους άλλους και, βρίσκεται σε βαθιά επικοινωνία με τον Κάμελ, που ήδη έχει σχέσεις με το εθνικιστικό Κόμμα (ξαφνικά, η ζωή μου πήρε άλλη πορεία. Τι
παράξενο, η ζωή ενός ανθρώπου να μεταβάλλεται ολοκληρωτικά από ένα δευτερεύον
γεγονός, από μια φευγαλέα λέξη… το πεπρωμένο μας μπορεί να αλλάξει απλά επειδή
περάαμε από έναν δρόμο κάποια συγκεκριμένη ώρα, επειδή στρίψαμε δεξιά αντί να
στρίψουμε αριστερά). Αντίσταση όμως προβάλλουν οι ήρωες και όσο αφορά την
καταπίεση της γυναίκας, η ανυπότακτη Μίτσι,
η Σαλιχά (που την «πουλάει» ως
σύζυγο ο αδερφός της Σαΐντ για λόγους οικονομικούς), και όσοι τους συμπαραστέκονται.
Όλες
αυτές οι αντιθέσεις εξελίσσονται και ωριμάζουν, χαρίζοντάς μας καταπληκτικούς
διαλόγους σύγκρουσης του βάναυσου με το
ανθρώπινο, του ρατσισμού με τον αντιρατσισμό, του φόβου και της δουλοπρέπειας
με το θάρρος, πάντα μέσα σε μια αβίαστη συναρπαστική αφήγηση που κόβει
την ανάσα στον αναγνώστη.
Χριστίνα Παπαγγελή