Ένα σημείο ένα σημείο.
Και σ' αυτό μπορείς απέραντα να προχωρήσεις
ή αλλιώς τίποτε άλλο δεν υπάρχει πια.
Άξιον εστί, Οδ. Ελύτη
Η «ανάγκη επαναμάγευσης» είναι που οδηγεί τον 76χρονο ήρωα και αφηγητή αυτής της νουβέλας σε μια «βουτιά» στο παρελθόν, με διάθεση να ξαναζωντανέψει μια περιθωριακή ή μάλλον περιφερειακή παράμετρο της Ιστορίας (με μεγάλο γιώτα): την γέννηση, ακμή και παρακμή της επιχείρησης Muratti, μιας ιστορικής καπνοβιομηχανίας που ιδρύθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον 19ο αιώνα από τον Βασίλη (Μπασίλ) Μουράτογλου, εξαπλώθηκε με υποκαταστήματα σε Ξάνθη, Καβάλα, Σαμψούντα αλλά και Μάντσεστερ, Βερολίνο, Βρυξέλλες και άφησε ελάχιστα ίχνη στο σήμερα, παρόλο που άγγιξε την Ιστορία όλου σχεδόν του 20ου αι. Η εμβάθυνση λοιπόν σε «ένα σημείο», όπως γράφει και ο Οδυσσέας Ελύτης, μπορεί να γίνει το κλειδί για την κατανόηση της ρευστότητας του χωροχρόνου. Η «μικροϊστορία» γίνεται μονοπάτι που οδηγεί στην προσέγγιση της «μεγάλης» Ιστορίας, και της διαδρομής μας μέσα σ’ αυτήν (στην πραγματικότητα είμαστε όλοι μικρές αυτοκρατορίες, προορισμένες να χαθούν). Ο μοναχικός ήρωας, χήρος, με έναν γιο -παντρεμένο με παιδιά- που ανησυχεί για τον πατέρα του, με διάγνωση καρκίνου εδώ και δυο χρόνια, δραπετεύει από τη ρουτίνα της ζωής στο Βερολίνο όπου κατοικεί, κάνοντας στροφή στον εσωτερικό του κόσμο (κάποιο αόρατο χέρι λες και με τραβάει με βία από έναν προσωπικό παράδεισο). Λάτρης ο ίδιος του απαγορευμένου πια καπνού, αναζητά την πορεία της καπνοβιομηχανίας Muratti μέσα από αρχεία , ψάχνει εγκυκλοπαίδειες, ανασύρει φωτογραφίες (τις οποίες σχολιάζει σημειολογικά –έχουμε μάλιστα την τύχη να τις μοιράζεται με τους αναγνώστες στις σελίδες του βιβλίου), άρθρα περιοδικών, κάρτες, διαφημίσεις∙ παραθέτει συλλογισμούς ώστε να αναπαραστήσει την ιστορία της επιχείρησης αλλά και τη ζωή των ανθρώπων που συμμετείχαν σ’ αυτήν την διαφορετική «αυτοκρατορία». Πρόκειται για έναν κόσμο συρρικνωμένο μέσα σ’ ένα κουτί, πίσω από τα μυστικά ελάχιστων ιχνοστοιχείων.
Οι ιστορικές αναφορές είναι αναπόφευκτες… Οθωμανική αυτοκρατορία, μονοπώλια καπνού, ίχνη ελληνικής συνείδησης (οι δυο γιοι του Οθωμανού ιδρυτή λέγονται Δημοσθένης και Σοφοκλής), Μπελ Επόκ, Α΄Παγκόσμιος, Μεσοπόλεμος, Γ΄Ράιχ∙ κτίρια ιστορικά που ο ηλικιωμένος αφηγητής μας επισκέπτεται σκαλίζοντας το «ενταφιασμένο» παρελθόν τους, ή έστω τα σημεία της πόλης που είναι φορτισμένα με «τρομερές αναμνήσεις», όπως ο σταθμός της Φριντρχστράσε (εκεί στοιβάζονταν οι Βερολινέζοι Εβραίοι πριν τον εκτοπισμό τους). Για τη Γερμανική αυτοκρατορία του Α΄Παγκόσμιου, το μονοπώλιο καπνού -που δίνει τότε στο κράτος το σημαντικότερο έσοδο- κλονίζει την αξιοπιστία του Muratti, που αναγκάζεται να υπερτονίσει την οθωμανική του καταγωγή (χωρίς αγγλοαμερικανικά κεφάλαια!).
Η βιωματική προσέγγιση του νεκρού παρελθόντος γίνεται και με επιστολές του ήρωα που απευθύνονται στον Σοφοκλή Μουράτογλου (αρκούν μικρές μετατοπίσεις για να σμίξει κανείς ανθρώπους που δεν έζησαν μαζί, πρωταγωνιστές και κομπάρσους, για να ξαναγράψει αλλιώς την Ιστορία), ο οποίος πεθαίνει όμως στο τέλος του Μεγάλου Πολέμου και η αυτοκρατορία περιέρχεται στους Αρμένιους αδερφούς Ιμπλικτσιάν. Ο αφηγητής μας αποφασίζει να «γνωρίσει» και τον άλλο αδερφό, τον Δημοσθένη , ή μάλλον να έρθει σε επαφή με τα ίχνη του (τα αρχεία είναι οι αποθήκες του παρελθόντος), αποτολμώντας ένα ταξίδι στο Μάντσεστερ. Ο Δημοσθένης Muratti στις αρχές του 20ου αι. ήταν χορηγός σ’ έναν από τους σπουδαιότερους ποδηλατικούς αγώνες της πόλης (το κάπνισμα συνδέεται με τη σωματική άσκηση(!)). Τα ελάχιστα στοιχεία που έχει στα χέρια του ο ήρωας (άρθρο για απολύσεις, φωτογραφίες, μια καταγγελία για απομίμηση, πρωτάθλημα ποδοσφαίρου με έπαθλο Muratti, μέχρι τουλάχιστον το 1944) τα συμπληρώνει η φαντασία, που αναπαριστά λογοτεχνικά σκηνές από τη ζωή του αγαπημένου… τσιγάρου. Η ιστορία της επιχείρησης φθίνει μετά τον Β΄Παγκόσμιο για να κλείσει οριστικά το 1976. Ένα νήμα από καπνό διασχίζει τους αιώνες, φιδοσέρνεται από τη μία άκρη της ηπείρου ως την άλλη, μου φουσκώνει τα πνευμόνια.
Το παρόν διατηρεί ζωντανά στοιχεία του παρελθόντος όσο υπάρχει η μνήμη, και η μνήμη είναι μια ασυνείδητη ίσως προσπάθεια αντίστασης στον τρόμο της λήθης. Γιατί, όπως λέει κι ο συγγραφέας,
δεν είναι μόνο το αίσθημα της λύπης που μας κατακλύζει όποτε εντοπίζουμε ένα ρημαγμένο, εγκαταλειμμένο σπίτι (…), είναι κι ένας βουβός τρόμος που μας καταλαμβάνει στη θέα των ερειπίων που στέκουν στο δρόμο μας, σαν τοπόσημα θανάτου.
Χριστίνα Παπαγγελή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου