Είναι γνωστό και κλασικό το διήγημα του Φ. Κάφκα. Τόσο πολυσυζητημένο και σχολιασμένο που ίσως δε μπορεί να προστεθεί τίποτα. Όμως γράφω γι’ αυτό για δυο λόγους.
Ο πρώτος είναι ότι, όταν το πρωτοδιάβασα, υπήρξε «τσεκουριά στην παγωμένη θάλασσα που βρίσκεται εντός μου». Είναι ο Κάφκα που διατύπωσε αυτή τη φράση που έχει όλο το νοηματικό βάρος στις διπλανές «54 λέξεις για μία διευκρίνιση» αυτού του μπλογκ. Τσεκουριά αυτογνωσίας στο μεταμορφωμένο άνθρωπο που γινόμαστε ανεπαισθήτως. Αλλοτριωμένοι, αδύναμοι σωματικά και ψυχικά ότι κάτι άλλο γίναμε, ανακαλύπτουμε ένα πρωινό. Ο Γκρέγκορ Σάμσα έχει μεταμορφωθεί σε τεράς-τια κατσαρίδα εγκλωβισμένος στον προσωπικό του χώρο. Εγκλωβισμένος από απροσδιόριστες αιτίες και περιτριγυρισμένος από την οικογένεια και την εργασία. Τη στιγμή που αυτή η μεταμόρφωση γίνεται αντιληπτή ξεκινά το διήγημα.
Θα ήθελα να παραθέσω τις πρώτες γραμμές: «Όταν ένα πρωί ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε από εφιαλτικά όνειρα, ένιωσε τον εαυτό του να έχει μεταμορφωθεί σ’ ένα πελώριο έντομο....»
Παρακολουθούμε με τη ματιά του όλη την εναγώνια και εφιαλτική προσπάθειά του να κρύψει αυτή την αλλαγή. Απέναντί του βρίσκεται η οικογένεια με τους γονείς και την αδελφή στο διπλανό δωμάτιο. Επίσης ο προϊστάμενος που επισκέπτεται το σπίτι για να διαπιστώσει την αιτία της απουσίας του από τη δουλειά, πρώτη φορά στη διάρκεια πέντε χρόνων. Η συνέχεια του διηγήματος, μετά την αποκάλυψη της νέας μορφής του Γκρέγκορ, έχει να κάνει με τις φροντίδες που δέχεται από την αδελφή του, τη στάση που κρατούν οι γονείς του, καθώς και την παρουσία τριών ενοικιαστών μέσα στο σπίτι. Ο Γκρέγκορ είναι πρόβλημα για όλους. Πρόβλημα που πρέπει να μένει αθέατο (κάτω από τον καναπέ ή κλειδωμένο στο δωμάτιο, αφού τα κλειδιά τώρα πια είναι από έξω) και άγνωστο στους ξένους. Ο Γκρέγκορ σταδιακά συνειδητοποιεί ότι δεν έχει πλέον θέση, όχι μόνο στην κοινωνία, αλλά ούτε μέσα στην οικογένεια. Οι φροντίδες της αδελφής θα γίνονται όλο και μικρότερες καθώς θα επιβαρυνθεί και από την υποχρέωση να δουλέψει για τις ανάγκες της οικογένειας. Η προσωρινή έγνοια της μάνας, μετά από ένα μήνα να δει το γιο της θα υποχωρήσει σαν απλή περιέργεια. Ο πατέρας θα του επιτεθεί πετώντας του ... μήλα και ένα από αυτά θα τον πετύχει και θα μείνει στην πλάτη του γιατί κανείς δεν τολμούσε να το βγάλει. Ο ερχομός των τριών νοικάρηδων θα κάνει πιο δύσκολη τη ζωή του γιατί θα περιοριστεί εντελώς μέσα στο δωμάτιό του που σταδιακά μετατρέπεται σε αποθήκη. Ο Γκρέγκορ με συνειδητή ασιτία θα οδηγηθεί στο τέλος του. Ο ρόλος της αδελφής γίνεται σημαντικότερος μέσα στην οικογένεια.
Θα ήθελα να παραθέσω τις τελευταίες γραμμές: «Και ήταν γι’ αυτούς σαν μια επιβεβαίωση των καινούριων ονείρων και καλών προοπτικών τους, όταν στο τέλος της διαδρομής τους με το τρένο πρώτη σηκώθηκε από τη θέση της η κόρη και τέντωσε το νεανικό κορμί της».
Το κείμενο του Κάφκα δεν ξεχνιέται.
Ο δεύτερος λόγος που γράφω για τη «μεταμόρφωση» είναι η συγκεκριμένη έκδοση που τη ξαναδιάβασα. Εκτός από τις πολλές άλλες που κυκλοφόρησαν, το 1981 το διήγημα εκδόθηκε σε φωνητική γραφή από τις εκδόσεις Πασχάλη στη Θεσσαλονίκη και σε μετάφραση του Θομα Σερμπίνι. (Από τον ίδιο εκδότη έχουμε και μία «κανονική» έκδοση σε μετάφραση του Βασίλη Τομανά). Τότε, αλλά και τώρα, διάβασα το κείμενο από τη φωνητική απόδοσή του στη νεοελληνική. Στην αρχή το μάτι αντιδρούσε, η οπτική εικόνα των λέξεων με δυσκόλευε στην ταχύτητα και στην κατανόηση. Όμως, είναι ζήτημα τεσσάρων – πέντε σελίδων. Η εξοικείωση έρχεται πολύ ευκολότερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς. Και τότε, περισσότερο από δυο δεκαετίες πίσω, που προφανώς θα ήμουν και πιο ευέλικτος και δεκτικός αναγνώστης και τώρα... Ή μήπως περισσότερο τώρα που η αναγνωστική πείρα άνοιξε και δεν έκλεισε τη διάθεση δεκτικότητας, να δέχομαι δηλαδή με ενδιαφέρον τέτοιους πειραματισμούς και προσπάθειες.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου