Τίποτα, τίποτα δεν υπάρχει πιο βαθύ και ιερό
από ένα σώμα που βασανίζεται
Ηλίας Βενέζης
Διαβάζοντας το βιβλίο αυτό του αξιόλογου Πακιστανού συγγραφέα Ναντίμ Ασλάμ με τον αγγλικό (του πρωτότυπου;) τίτλο The Wasted vigil)[1], βιβλίο που καταγράφει μυθιστορηματικά όλες τις διαπλεκόμενες σχέσεις στο πολύπαθο Αφγανιστάν του 2004 – ένα παρελθόν με Άγγλους, Σοβιετικούς, Αμερικάνους/Μουτζαχεντίν, Ταλιμπάν, και με κύριο πρωταγωνιστή τη βία-, δε μπόρεσα να μην αναζητήσω για άλλη μια φορά τα λόγια του Ηλία Βενέζη από τον πρόλογό του στη δεύτερη έκδοση του «Το νούμερο 31328»: από ένα σώμα που βασανίζεται
Ηλίας Βενέζης
Όταν καίγεται, έτσι που καίγεται εδώ με πυρωμένο σίδερο η σάρκα, όλα τα’ άλλα σωπαίνουν. Έχουν να λένε πως κανένας πόνος δε μπορεί να είναι ισοδύναμος με τον ηθικό πόνο. Αυτά τα λένε οι σοφοί και τα βιβλία. Όμως, αν βγεις στα τρίστρατα και ρωτήσεις τους μάρτυρες, αυτούς που τα κορμιά τους βασανίστηκαν ενώ πάνω τους σαλάγιζε ο θάνατος –και είναι τόσο εύκολο να τους βρεις, η εποχή μας φρόντισε και γέμισε τον κόσμο- αν τους ρωτήσεις, θα μάθεις πως τίποτα, τίποτα δεν υπάρχει πιο βαθύ και πιο ιερό από ένα σώμα που βασανίζεται.
Γύρω από το βασικό πρόσωπο του Άγγλου μόνιμου κάτοικου του Αφγανιστάν Μάρκους, κινούνται μια Ρωσίδα που ψάχνει τα ίχνη του αδερφού της (ο οποίος είχε συμμετάσχει στη Σοβιετική εισβολή), δυο Αμερικανοί (ένας της CIA, ο άλλος στέλεχος των ειδικών αμερικανικών δυνάμεων που επιδόθηκαν στο κυνήγι της Αλ Κάιντα μετά την 11η Σεπτεμβρίου), μια Αφγανή δασκάλα, ένας νεαρός φονταμενταλιστής/βομβιστής. Όλοι αυτοί έχουν ένα παρελθόν που πονάει αφού ο καθένας βίωσε από τη δική του οπτική γωνία τις έντονες ιστορικές στιγμές των τελευταίων δεκαετιών στο Αφγανιστάν: το σοβιετοαφγανικό πόλεμο (1979-1989), που ξέσπασε σχεδόν ταυτόχρονα με τον Ιρανοϊρακινό κι έφερε και τους αμερικανούς στο προσκήνιο -οι οποίοι υποστηρίζονταν από τους Μουτζαχεντίν, το καθεστώς των Ταλιμπάν που οδήγησε σε εμφύλιες διαμάχες, ενώ μετά το 2001 ανοίγουν πάλι οι πληγές με την ανοιχτή επέμβαση των Αμερικάνων και των συμμάχων τους στον «αγώνα κατά της τρομοκρατίας» της Αλ Κάιντα. Επιχειρήσεις αυτοκτονίας και διακίνηση ναρκωτικών οι βασικές δραστηριότητες. Και μια εμπόλεμη κατάσταση που διαφέρει από τους πολέμους όπως τους γνωρίζουμε μέχρι τα μέσα του 20ου αι[2].
Αυτό είναι το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται οι ήρωες του Ναντίμ Ασλάμ. Όμως ο συγγραφέας δεν κάνει ιστορία, ούτε κοινωνιολογία. Το ύφος του είναι ποιητικο/λυρικό και ταυτόχρονα μεστό, και θα συμφωνήσω με την anagnostria στο ότι
Η γραφή του Πακιστανού συγγραφέα Ναντίμ Ασλάμ έχει κάτι από τη διάσπαση και τον κατακερματισμό της ίδιας της χώρας. Χαρακτήρες που εκπροσωπούν τάξεις και νοοτροπίες, πολύ χαλαρά συνδεδεμένοι μεταξύ τους, γεγονότα που θίγονται σε μια σελίδα για να ολοκληρωθούν πολλές σελίδες μετά, επεισόδια που σαν σε ομόκεντρους κύκλους αναφέρονται ξανά και ξανά, με καινούριες λεπτομέρειες να προστίθενται σε κάθε αναφορά, σηματοδοτούν την τεχνική του συγγραφέα, διασαφηνίζοντας ότι τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι περισσότερο αρετές παρά ελαττώματα.
Έτσι, συντίθεται ένα παζλ σχτικά με το παρελθόν, που συμπληρώνεται σιγά σιγά από τον αναγνώστη: Η μορφή του Μάρκους υψώνεται καρτερική και τραγική, εφόσον έχει βαφτιστεί μωαμεθανός για να μπορέσει να παντρεφτεί την Κατρίνα, την οποία σκότωσαν οι Ταλιμπάν μετά από απίστευτα βασανιστήρια, την κόρη του βίασε κατ’ επανάληψη και σκότωσε ο ρώσος αδερφός της Λάρα κατά τη σοβιετική εισβολή (φυσικά δεν το γνωρίζει αυτό η Λάρα, η οποία ψάχνει τα ίχνη του και μαθαίνει προς το τελος του βιβλίο για το φρικτό του θάνατο) ενώ αγνοείται και το νεογέννητο –τότε- παιδί της.
Σελ. 93:
"Κόρη, γυναίκα, εγγονός, θα έλεγε κανείς πως αυτό το μέρος μού έκλεψε ό, τι είχα και δεν είχα. Εύκολα θα με πέρναγες για κανέναν απ’ αυτούς τους δύσμοιρους λευκούς για τους οποίους ακούμε συνέχεια, που έτρεφαν τρυφερά συναισθήματα για τις άλλες φυλές και τους πολιτισμούς του κόσμου, που άφησαν την πατρίδα τους στη Δύση για να κάνουν σπίτι και οικογένεια στην Ανατολή κι που, τελικά, όλα γκρεμίζονται και αυτοί πληρώνουν για το ανόητο λάθος τους".
Τα πρόσωπα μπλέκονται ίσως κατά αναληθοφανή τρόπο (αν και θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς ότι δεν είναι τυχαία η άφιξη της Λάρα και του Ντέιβιντ στο σπίτι του), εφόσον αποκαλύπτεται ότι ο Αμερικάνος Ντέιβιντ και γνώριζε τον αδελφό τής Λάρα και ήταν ερωτευμένος με τη Ζαμίν, την κόρη του Μάρκους. Τις σκηνές βίας που διαπράχτηκαν απ’ όλες τις πλευρές (θάνατος με αφαίμαξη. Έτσι σκότωνε ο σοβιετικός στρατός τους κρατούμενους όταν υπήρχε ανάγκη μεταγγίσεων για τους πληγωμένους στρατιώτες) διαδέχονται πινελιές συναισθηματισμού και λυρισμού (τα πάντα, τα πάντα τη θυμίζουν. Η ροδιά τα πρώτα άνθη πέταξε, τραγουδούσε μια γυναίκα στο ραδιόφωνο που έπαιζε κάτω στο παζάρι κι, ενώ οι αναστεναγμοί της Ζαμίν χάιδευαν τα αυτιά του, η τραγουδίστρια πρόσθετε: στον πηγεμό για τον αγαπημένο, ζεις πεθαίνοντας κάθε λεπτό). Η αγριότητα και η φρίκη συγκλονίζουν αλλά δίνουν και πιο έντονο χρώμα στις στιγμές συναισθηματικής απογύμνωσης και ανθρωπιάς.
Χριστίνα Παπαγγελή
[1] « The Wasted vigil», δηλαδή «Η χαμένη αγρύπνια» είναι ο τίτλος του βιβλίου-, κι αναρωτιέμαι γιατί πολλοί ελληνικοί τίτλοι απέχουν τόσο από τον πρωτότυπο, και μάλιστα «επί το μλοδραματικότερον». Επίσης, είναι εύλογη η απορία αν γράφτηκε στα αγγλικά, όπως δηλώνεται έμμεσα ("τίτλος πρωτότυπου")[2]Πριν τον Ιρακινό πόλεμο, ούτε η λέξη «ειρήνη» ούτε η λέξη «πόλεμος» μπορούσε να περιγράψει σωστά την κατάσταση στο Ιράκ και την υπόλοιπη περιοχή μετά την επίσημη λήξη τού πολέμου του Κόλπου- η χώρα εξακολουθούσε να βομβαρδίζεται σχεδόν καθημερινά από ξένες δυνάμεις (Eric Hobsbawm, Πόλεμος και ειρήνη στον 20ο αι.)
3 σχόλια:
Εκεί που καταργούνται τα "σύνορα", εθνικά, ιδεολογικά, σωματικά, συναισθηματικά, με κοινό παράγοντα την βία και την φρίκη. Ο έρωτας, η ποίηση, η ανθρωπιά και η εσώτερη υπαρξιακή αγωνία μπορούν και συνεχίζουν το σωτήριο τραγούδι τους ή είναι απλά πολυτέλειες;
Το βιβλίο φαίνεται πολύ ενδιαφέρον.
Καλή σου μέρα.
Πώς να ξέρω, Δημήτρη; αυτό που βλέπουμε είναι οι μαρτυρίες κάποιων ανθρώπων που, παρόλο που πέρασαν δια πυρός και σιδήρου έχουν τη δύναμη να τραγουδάνε...
Άλλους βέβαια τους τρώει το γρανάζι είτε της λήθης είτε του συμβιβασμού, αλλά... όπως λέει κι ο Βενέζης, "όταν καίγεται η σάρκα, όλα τ' άλλα σωπαίνουν". Προσωπικά προσκυνώ.
καταπληκτικό!
Δημοσίευση σχολίου