«είναι ήδη τραγικό να θέλεις ν’ αποφεύγεις το τραγικό»
Πρόκειται για τον μονόλογο ενός μεσήλικα που έχει καταφέρει να διατηρεί ερωτική σχέση για πολλά χρόνια με δυο γυναίκες τις οποίες αγαπά εξίσου, εφόσον είναι όχι μόνο διαφορετικές, αλλά συμπληρωματικές. Γίνεται κάποια αναφορά στη «βλακεία του έρωτα», δηλ. στον τίτλο, αλλά δε θα έλεγα ότι το κέντρο του βάρους πέφτει στο καταδείξει αυτό ακριβώς, απλώς, ο ήρωας δεν είναι πια νέος , ο έρωτας δεν έχει την ορμή του πρώτου φτερουγίσματος εφόσον έχουν περάσει πολλά χρόνια με τη συντροφιά των δυο γυναικών (η μια δεν ξέρει την ύπαρξη της άλλης) και το άγχος της μέσης ηλικίας (ότι δεν θα τα καταφέρνει σεξουαλικά από ένα σημείο και μετά) αρχίζει και τον καταβάλλει. Το πιο χαρακτηριστικό απόσπασμα που δίνει το πνεύμα αλλά και το περιεχόμενο όλου του βιβλίου είναι στο οπισθόφυλλο (δεν είναι τυχαίο που το παραθέτουν και ο librofilo αλλά και το alef στις πολύ πιο αναλυτικές τους παρουσιάσεις):
Δεν μπορώ παρά να συστήσω ανεπιφύλακτα τη μόνιμη αγάπη για δύο γυναίκες. Λειτουργεί σαν ένα θαυμάσιο, διπλό αγκυροβόλημα στον κόσμο. Σιτεύεις με αγάπη, και αυτό είναι ακριβώς αυτό που χρειάζομαι. Η αγάπη για δύο γυναίκες δεν είναι ούτε χυδαία, ούτε κακή, πόσο μάλλον διεστραμμένη ή φιλήδονη. Αντίθετα είναι τελείως ομαλή (και εξομαλυντική), είναι μια σημαντική εμβάθυνση σε όλα όσα έχουν σημασία στη ζωή. Τη συγκρίνω συχνά με την αγάπη για τους γονείς. Κανένας δεν αξίωσε ποτέ να αγαπάμε μόνο τη μητέρα ή μόνο τον πατέρα. Αντίθετα, όλος ο κόσμος απαιτεί από μας να αγαπάμε μητέρα και πατέρα, και μάλιστα ταυτόχρονα και έντονα για μια ζωή, ίσως και για περισσότερο. Αλίμονο αν εξασθενήσει η αγάπη μας για τον έναν ή τον άλλον! Κάθε τόσο αναρωτιέμαι γιατί στη μία περίπτωση μας επιτρέπεται η διπλή αγάπη, ενώ στην άλλη περίπτωση μας είναι απαγορευμένη. Η συνείδηση ότι η σεξουαλική μου ζωή ονομάζεται πολυγαμική και άρα κατά την κρατούσα αντίληψη είναι και κακόβουλη, για μένα δεν ισχύει μέσα στη διάρκεια των χρόνων. Όταν συναναστρέφομαι γιά μεγαλύτερο διάστημα μόνο μία γυναίκα, υποφέρω αμέσως από εγκατάλειψη, κυριεύομαι δηλαδή από το μόνιμο βάσανο όλων των μονογαμικών.
Ο μονόλογος του ήρωα επιτρέπει να παρακολουθήσουμε από πολύ κοντά την ιδιαίτερη ψυχολογία που επιβάλλει αυτή η παράξενη ισορροπία, κι αυτό αποτελεί και το ενδιαφέρον του βιβλίου. Όπως όμως αναφέρει κι ο librofilo, ο πρωταγωνιστής δεν κερδίζει τη συμπάθεια του αναγνώστη, τουλάχιστον τη … δική μου! Είναι κάπως αποστασιοποιημένος, ίσως κουρασμένος, ίσως γερασμένος ψυχικά (άκου «σιτεύεις με αγάπη»!!) ή μπορεί να επηρεάζει και η επαγγελματική του επιλογή που τον κάνει κάπως «συμβατικό», συμβατικότερο απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς: είναι … «Αποκαλυπτής»!! («πεσσιμιστής της παρακμής και σύμβουλος της καθημερινότητας»!) δηλαδή: οργανώνει διαλέξεις όπου σχολιάζει τη σύγχρονη πραγματικότητα κι αποκαλύπτει πτυχές του πολιτισμού μας, κάνοντας προβλέψεις! Η ιδιότητά του αυτή δίνει αφορμή για μια παράθεση λεπτών ειρωνικών σχολίων πάνω στη σύγχρονη ζωή και πραγματικότητα, αλλά κι έναν αυτοσαρκασμό, εφόσον αυτές τις «σοφίες» ο ίδιος ο ήρωας τις αντιμετωπίζει με χιούμορ και ειρωνεία! Πολλά «τσιτάτα» των ομιλιών του είναι αξιόλογα από μόνα τους, όπως: « Η κατάργηση της διακριτικότητας στους δημόσιους χώρους είναι το πρώτο στάδιο προς τη φασιστικά οργανωμένη σκέψη», «Μόνο μια καταστροφή θα μπορέσει να σε κάνει ευαίσθητο», «… σιωπηλά, όπως ξέρουν τα ζώα, γιατί η σιωπή είναι ο μόνος τρόπος για να εκδηλωθεί ο συνεχής οίκτος», «όπου διαβάζουμε τη λέξη automatic, πρέπει να σκεφτόμαστε έναν σκουπιδότοπο» κ.α.
Παράλληλα, καθώς ξεδιπλώνει τη συναισθηματική του κατάσταση και το δίλημμα που τον βασανίζει, μπορεί κανείς να βρει πολύ ωραίες φράσεις, όπως «ένας μελαγχολικός άνθρωπος αρέσκεται να κοροϊδεύει αυτό που πριν από λίγο τον παρηγορούσε» ή … εύστοχες παρατηρήσεις : « Οι άνθρωποι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να μένουν μια μέρα μακριά απ’ τη δουλειά τους χωρίς ανακοινώσεις και αιτιολογίες όταν νιώσουν ξαφνικά αηδία, είτε για την εταιρία τους, είτε για έναν συνάδελφο, είτε για τον ίδιο τους τον εαυτό, είτε για οποιονδήποτε. Μια ελεύθερη μέρα αηδίας θα μας βοηθήσει να συνέλθουμε χωρίς να το βάλουμε στα πόδια».
Η φράση ωστόσο που σημείωσα ιδιαίτερα και ξεχώρισα προσωπικά, ήταν: « Και να φανταστεί κανείς ότι πάντα ήθελα να αποφεύγω τα τραγικά συμβάντα της ζωής. Τώρα μόλις αντιλαμβάνομαι ότι είναι ήδη τραγικό να θέλεις ν’ αποφεύγεις το τραγικό». Πράγματι, ο πρωταγωνιστής βιώνει αυτού του είδους τη σύγκρουση. Μια ζωή προσπαθεί να … την αποφύγει, και στο τέλος πάλι αναβάλλει τη δυναμική παρέμβαση στη ζωή του. Αφήνεται. Δεν επιλέγει, δεν αποφασίζει:
(σελ. 144):
«Έχω εδώ και καιρό την εντύπωση ότι δεν θέλω πια να με απασχολούν οι υποθέσεις μου. Ο τρόπος που σκέφτομαι είναι δυσάρεστος για τα προβλήματά μου. Για την ακρίβεια βαριέμαι πια τις συγκρούσεις μου, αλλά δεν πρέπει να λάβω υπόψη μου αυτή τη βαρεμάρα. Στέκομαι, από άποψη σεξουαλικών επιδόσεων , με το πρόσωπο , δηλαδή με το φύλο, στον τοίχο. Θα έπρεπε να αποτραβηχτώ από τη σεξουαλική ζωή. Χάνω, πώς να το πω, όλο και πιο πολύ από την ερωτική μου ουσία –και για να μιλήσω λίγο πιο επίσημα: λίμπιντο. Θα έπρεπε να έχω το θάρρος να πω στη Σάντρα και στη Γιούντιθ: το δρστήριο μέρος της σεξουαλικής μου ζωής μάλον φτάνει σύντομα στο τέλος του, παρακαλώ, εγκαταλείψτε με. Η δειλία αυτής της σκέψης είναι δυστυχώς τυπική για μένα. Γιατί, για ν΄ακριβολογήσουμε, το γήρας είναι μια κατάσταση που μας ταιριάζει. Γήρας δεν είναι τίποτα άλλο από μια άλλη λέξη για την απροθυμία, και απρόθυμος ήμουν ήδη από παιδί. Βασικά, περίμενα το γήρας από τα παιδικά μου χρόνια, μου είναι οικείο».
Αυτή η στάση ενισχύεται από τις τελευταίες σειρές του βιβλίου:
«Ανακάμπτω από τα υπολείμματα της ερωτικής μου βιαιότητας μέχρι που δεν την αισθάνομαι πια. Νιώθω καλά με τη μπερδεμένη μου διάθεση για σιωπή και μου αρέσει που στέκομαι έτσι άσκοπα μπροστά στη δημόσια ασημαντότητα».
Χριστίνα Παπαγγελή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
2 σχόλια:
Από πέρυσι που ανακάλυψα το συγγραφέα τον λάτρεψα. Ιδίως στο "Μια ομπρέλα για τη μέρα". Φέτος στη θάλασσα εντόπισα μία κυρία -τη μοναδική μαζί με μένα- που διάβαζε στην παραλία. Τι διάβαζε; Το συγγραφέα από το πρωτότυπο. Στην αρχή σκέφτηκα μήπςω επρόκειτο για τη μεταφράστριά του, αλλά ήταν κάποια Ελληνο-γερμανίδα που της είχαν συστήσει το βιβλίο και το έβρισκε καταπληκτικό. Με διαβεβαίωσε για την ωραία γλώσσα και το ρυθμό του Γκενατσίνο, καθώς εγώ δεν γνωρίζω Γερμανικά. Τους χαιρετισμούς μου, συγγνώμη για το "σεντόνι".
Σ'ευχαριστώ πολύ για τη ...θερινή επίσκεψη (άργησα να το δω λόγω ...διακοπών!) και για την ενημέρωση σχετικά με το "Μια ομπρέλλα>>>". Ναρωτιόμουνα να το διαβάσω ή όχι. Όσο αφορά τ μετάφραση, σίγουρα χάνει, πιστευω ιδιαίτερα η γερμανική γλώσσα.
Δημοσίευση σχολίου