Αναμφίβολα, οι κανόνες της ηθικής και του δικαίου
θα απαιτούσαν να γίνουν τα πράγματα διαφορετικά,
θα έπρεπε ο δολοφόνος και οι συνένοχοί του να υποστούν τη δίκαιη τιμωρία τους·
όμως ξέρεις πολύ καλά ότι δικαιοσύνη και πολιτική σπάνια συμβαδίζουν.
Γλαφυρό κι ανάλαφρο το «ιστορικό» αυτό αστυνομικό μυθιστόρημα του αγαπητού συγγραφέα (Πυθαγόρεια εγκλήματα, Τα τέσσερα χρώματα του φεγγαριού, Αχμές, ο γιος του φεγγαριού), γνωστού για την «μαθηματική μυθοπλασία» σε πολλά έργα του, αυτό που συμβατικά λέμε «μαθηματική λογοτεχνία». Όπως όμως λέει κι ο ίδιος ο συγγραφέας σε σχέση με άλλο έργο του, είναι άτοπο να προσπαθεί να βάλει κανείς μια «ταμπέλα», να κατηγοριοποιήσει δηλαδή τη λογοτεχνία. Είναι γεγονός πάντως ότι υπάρχει ένα ενδιαφέρον ιστορικό πλαίσιο, κι αυτό είναι η εποχή του Όθωνα. Πολλά ιστορικά πρόσωπα αναφέρονται, όπως του Κρίστιαν Άντερσεν, του Φλωμπέρ, του ζεύγους Χιλλ που ίδρυσαν το πρώτο Ελληνικό παρθεναγωγείο, και φυσικά του Όθωνα και της Αμαλίας -εφόσον το έργο διαδραματίζεται όπως υπαγορεύει κι ο τίτλος- στην αυλή του βασιλικού ζεύγους-, πρόσωπα που αλληλεπιδρούν με τους πλασματικούς, τους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες. Άλλωστε η κεντρική ηρωίδα, που τελεί και χρέη ντετέκτιβ στην μυστηριώδη πλοκή, είναι η γνωστή από την ιστορία εθελόντρια νοσηλεύτρια Φλόρενς Νάιτιγκεϊλ[1] (1820-1910), μια δυναμική γυναίκα για τα δεδομένα της εποχής, με ισχυρή θέληση και πρωτοφανή παιδεία, που σύμφωνα με την Wikipedia ήξερε ελληνικά, και σύμφωνα με το σημείωμα του συγγραφέα βρέθηκε στην Αθήνα το 1850, την εποχή δηλαδή του Όθωνα. Ο αναγνώστης που ενδιαφέρεται για την Ιστορία, αντλεί ευχαρίστηση από τα ιστορικά/λαογραφικά στοιχεία κι από τις πολύ αναλυτικές σημειώσεις –παραπομπές που πληροφορούν για το πού σταματά η μυθοπλασία και πού η τεκμηριωμένη ιστορία (πολύ βασικό στοιχείο στα ιστορικά μυθιστορήματα, αν ο συγγραφέας θέλει να σέβεται τον αναγνώστη). Έτσι, υπάρχουν αναφορές π.χ. στην «θρησκευτική κοινότητα των διακονισσών του Κάιζερσβερτ», σε λογοτεχνικά κείμενα της εποχής, στην μισαλλόδοξη υπόθεση «Πατσίφικο» που οδήγησε την Αθήνα σε ναυτικό αποκλεισμό από τους Άγγλους, στην τραγική μοίρα του Θεόφιλου Καΐρη, στους λήσταρχους της εποχής, στις φυλακές στο Παλαμήδι. Επίσης, είναι μια εποχή που γίνονται πολιτικά παιχνίδια, κυκλοφορούν μυστικές επιστολές, γίνονται πολιτικές δολοφονίες και επομένως υποβόσκει ο φόβος του βασιλικού ζεύγους ότι θα πέσουν οι ίδιοι θύματα δολοφονικής επίθεσης. Οι μεγάλες δυνάμεις, κυρίως Αγγλία και Γαλλία (μην ξεχνάμε ότι υπήρχε το γαλλικό, αγγλικό και ρωσικό κόμμα) διαγκωνίζονται ποιος θα ωφεληθεί περισσότερο από το νεοσύστατο κράτος («δεν καταλαβαίνουν ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να θέσουμε την Ελλάδα κάτω από τον πλήρη έλεγχό μας»). Τέλος, ο συγγραφέας μάς ζωγραφίζει πολύ παραστατικά την τότε Αθήνα, που από ένα ασήμαντο χωριό 20.000 κατοίκων έγινε η πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους.
Η αστυνομική πλοκή αν και είναι κλασική, διατηρεί την αγωνία και την περιέργεια σε υψηλά επίπεδα: υπάρχει πτώμα, (η Αγγελική Δελβενιώτη, δεσποινίς επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας), υπάρχει το ενδεχόμενο δολοφονίας κι όχι ατυχήματος ή αυτοκτονίας, υπάρχουν ύποπτοι, υπάρχουν μάρτυρες, συνεργάτες, πληροφοριοδότες, πικάντικες ιστορίες. Είναι αριστοτεχνικός ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας εμπλέκει την Φλόρενς Νάτινγκειλ στην εξιχνίαση του εγκλήματος (καθαρά μυθοπλαστικό στοιχείο), στην οποία αναθέτει την υπόθεση η ίδια η βασίλισσα προτείνοντάς της κι έναν έμπιστο βοηθό, τον Φραντς Κέσελ.
Η Φράνσις Νάιτινγκεϊλ φέρεται να αναλαμβάνει την υπόθεση ενώ είναι ακόμα νεαρή, πριν δηλαδή το φιλανθρωπικό νοσηλευτικό της έργο, και δέχεται πρόθυμα από την ίδια την Αμαλία να απαντήσει στα καίρια ερωτήματα με το κοφτερό της μυαλό (τα άγχη της, οι αγωνίες, οι καταθλίψεις της είχαν ως αφετηρία την ανάγκη της να αισθανθεί χρήσιμη, ν’ απαλλαγεί από τη ράθυμη ευδαιμονία της αριστοκράτισσας/από τη στιγμή που ανάλαβα αυτήν την υπόθεση νιώθω άλλος άνθρωπος. Η ζωή μου απέκτησε, έστω και προσωρινά, κάποιο σκοπό). Έτσι, δεν διστάζει να αγνοήσει τους μικροτραυματισμούς, ακόμα και να βάλει σε κίνδυνο και τη ζωή της, προκειμένου όχι μόνο να βρει τον δολοφόνο και τους συνεργάτες του, αλλά και τους πληροφοριοδότες των εχθρικών βλέψεων, που πιθανώς υπήρχαν μέσα στο βασιλικό περιβάλλον.
Ασφαλώς, σ’ αυτό το προσωπικό σημείωμα δεν θα αποκαλύψω τον δολοφόνο ούτε καν τα κίνητρά του, θα αναφερθώ όμως στην επιδεξιότητα του συγγραφέα να δώσει πολιτική διάσταση στο επινοημένο έγκλημα, πατώντας γερά στα ιστορικά στοιχεία της εποχής, και κυρίως στην βρετανική πολιτική απέναντι σε Ελλάδα και Γαλλία, και τις διπλωματικές διαφωνίες (εποχή ναυτικού αποκλεισμού του Πειραιά με δυσβάσταχτους όρους[2]) αφήνοντας μια γλυκόπικρη γεύση στον αναγνώστη για τη μοίρα των αδύναμων λαών.
[2] Στις 25 Ιουνίου 1850, ο λόρδος Πάλμερστον, Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, μετέπειτα πρωθυπουργός, σε μια ιστορική ομιλία-ρεκόρ (5 ωρών) εξήγησε στο βρετανικό Κοινοβούλιο γιατί είχε ηθική υποχρέωση να προχωρήσει στον ναυτικό αποκλεισμό της Ελλάδας (διακινδυνεύοντας πόλεμο με Γαλλία και Ρωσία). Και καταχειροκροτήθηκε. Το εις βάρος του αρνητικό κλίμα είχε μετατραπεί σε θετικό.
Χριστίνα Παπαγγελή
[1] https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A6%CE%BB%CF%8C%CF%81%CE%B5%CE%BD%CF%82_%CE%9D%CE%AC%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BD%CE%B3%CE%BA%CE%B5%CF%8A%CE%BB [2] Στις 25 Ιουνίου 1850, ο λόρδος Πάλμερστον, Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, μετέπειτα πρωθυπουργός, σε μια ιστορική ομιλία-ρεκόρ (5 ωρών) εξήγησε στο βρετανικό Κοινοβούλιο γιατί είχε ηθική υποχρέωση να προχωρήσει στον ναυτικό αποκλεισμό της Ελλάδας (διακινδυνεύοντας πόλεμο με Γαλλία και Ρωσία). Και καταχειροκροτήθηκε. Το εις βάρος του αρνητικό κλίμα είχε μετατραπεί σε θετικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου