Αυτήν την κοινωνία περιγράφει με πραγματική μαεστρία ο συγγραφέας (οδοντίατρος κατά τ’ άλλα, του οποίου παρεμπιπτόντως το πρώτο οδοντιατρείο ήταν στο μέγαρο Γιακουμπιάν), μεταφέροντας το πνεύμα της λαϊκής Αιγύπτου κι εστιάζοντας σε κάποιους χαρακτηριστικούς «τύπους» και την πορεία τους. Ένα βιβλίο που μου θύμισε το «10» του Μ. Καραγάτση, (όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο, και το είδα εκ των υστέρων) όχι μόνο λόγω της θεματολογίας του (είναι καθαρά μια κοινωνική «τομή» στην Αίγυπτο των μεγάλων αλλαγών) αλλά και της λογοτεχνικότητάς του· το ύφος είναι πυκνό, μεστό, διεισδυτικό. Ο συγγραφέας παρατηρεί χωρίς προκαταλήψεις, με μια ρεαλιστική ματιά, όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ιδιοσυγκρασίας, τις αδυναμίες, τα πάθη, τις μικρότητες αλλά και το μεγαλείο «σπουδαίων» και ασήμαντων ανθρώπων. Κι ΑΥΤΟ ήταν κυρίως το στοιχείο που μου θύμισε τον Καραγάτση, είχε δε πολύ ενδιαφέρον η ματιά αυτή ν’ αντικρίζει τις αντιθέσεις του μουσουλμανικού κόσμου.
Σ’ αυτό το κοινωνικό βασικά μυθιστόρημα, πάντως, δε λείπει η ευαισθησία και η λυρική απόδοση συναισθημάτων, όπως:
(σελ. 25):
Όσο για τις γυναίκες, όποια κι αν είναι η ευλαβικότητα και η σεμνότητά τους, όλες λατρεύουν το σεξ και ψιθυρίζουν η μια στην άλλη μυστικά του κρεβατιού, ξεσπώντας, όταν είναι μόνες, σε γέλια που είναι αθώα ή, καμιά φορά, ξεδιάντροπα. Δεν αγαπούν το σεξ, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν την όρεξή του, αλλά και γιατί το σεξ και η πιεστική ανάγκη που εκφράζουν γι’΄αυτό οι άντρες τους, τις κάνουν να αισθάνονται πως, παρά τη μιζέρια και τη στερημένη τους ζωή, εξακολουθούν να είναι γυναίκες, ωραίες γυναίκες, και να τις λαχταρούν (…) Θα χρειαζόταν ένας πριοκισμένος ζωγράφος για ν’ αποδώσει την έκφραση στο πρόσωπο μιας γυναίκας της ταράτσας, Παρασκευή πρωί, όταν ο άντρας της έχει κατεβεί για την προσευχή, κι εκείνη, αφού ξεπλύνει τα ίχνη του έρωτα, βγαίνει στην ταράτσα για ν’ απλώσει τα σεντόνια που έχει καθαρίσει- εκείνη τη στιγμή, με τα βρεγμένα της μαλλιά, το αστραφτερό της δέρμα και τη γαλήνια έκφραση στο πρόσωπό της, μοιάζει με τριαντάφυλλο που, νοτισμένο από την πρωινή δροσιά, έχει μόλις αγγίξει την τελειότητα.
Κατά τη γνώμη μου, ο πιο σημαντικός ήρωας είναι ο Τάχα: νέος αγνός και φιλόδοξος, προσπάθησε να μπει στη Σχολή της Αστυνομίας αλλά δε έγινε δεκτός μόνο και μόνο γιατί ήταν γιος θυρωρού. Ο Τάχα διαμαρτυρήθηκε εγγράφως και το πλήρωσε ακριβά: στη σχολή οικονομικών όπου γράφτηκε, η αντικαθεστωτική του δράση ήταν η αφορμή να τον συλλάβουν και να τον βασανίσουν ανελέητα. Το μίσος που γεννήθηκε τον έστρεψε στην εκδίκηση, που την αναζήτησε στη στράτευσή του σε ομάδα φονταμενταλιστών, στον ιερό πόλεμο (τζιχάντ). Με αφορμή τη μεταστροφή του Τάχα ο συγγραφέας βρίσκει ευκαιρία να αποδώσει το πνεύμα του μουσουλμανισμού, του καθαρά θρησκευτικού στοιχείου, που κερδίζει σιγά σιγά τις καρδιές και οδηγεί τους οπαδούς στην αυτοθυσία. Βρήκα αριστουργηματικό τον τρόπο με τον οποίο αποδόθηκε όλη αυτή η μεταλλαγή του Τάχα, που αποτελεί ίσως και την μεταλλαγή όλης της αιγυπτιακής κοινωνίας, όπου η σύγκρουση μεταξύ του προοδευτικού, εξευρωπαϊστικού στοιχείου και του ακραίου θρησκευτικού πρέπει κι εδώ ν’ άφησε βαθιά τα ίχνη της.
(σελ. 121):
Για πρώτη του φορά κατάλαβε ότι η αιγυπτιακή κοινωνία όχι μόνο βρισκόταν ακόμα στην Εποχή της Άγνοιας (η σημείωση του βιβλίου: πριν τον εξισλαμισμό της), αλλά δεν ήταν καν ισλαμική, γι’ αυτό ο ηγέτης της εμπόδιζε την εφαρμογή των νόμων του θεού που οι εντολές του καταστρατηγούνταν απροκάλυπτα, το δε Κράτος επέτρεπε το αλκοόλ, τη συνουσία και την τοκογλυφία.
(σελ. 149):
Όσοι γνώριζαν το Τάχα αλ- Σάζι από παλιά, μπορεί να δυσκολευτούν να τον αναγνωρίσουν τώρα. Έχει αλλάξει τελείως, θαρρείς και αντάλλαξε τον παλιό του εαυτό μ’ έναν άλλον καινούργιο. Δεν είναι μόνο το ισλαμικό ένδυμα που έχει υιοθετήσει αντί για τα δυτικά ρούχα, ούτε τα γένια του που τα΄ χει αφήσει να μακρύνουν, κλπ. (…) Όλα αυτά είναι αλλαγές στην εμφάνιση. Μέσα του, όμως, κάτι καινούργιο πνέει, κάτι ισχυρό και παράφορο. Αλλιώς, βαδίζει τώρα, αλλιώς κάθεται, αλλιώς μιλάει στους ενοίκους της πολυκατοικίας. Πάνε πια η συστολή και η δουλοπρέπεια μπροστά στους ενοίκους. Τώρα, τους αντιμετωπίζει με αυτοπεποίθηση. Δε δίνει πια δεκάρα για το τι σκέφτονται, και δεν πρόκειται ν’ ανεχτεί την παραμικρή κατσάδα ή προσβολή απ’ αυτούς.
(σελ. 150):
Έχει αρχίσει ν’ αγαπάει τόσο τους αδελφούς του στην Γκαμάα Ισλαμίγια, που και τη ζωή του θα’ δινε γι’ αυτούς. Όλες οι παλιές, κοσμικές αξίες του κατέρρευσαν σαν ένα αρχαίο, σαθρό κτίσμα, και τη θέση τους έχει πάρει μια αληθινή, ισλαμική αξιολόγηση ανθρώπων και πραγμάτων.
Αυτή η «ισλαμική αξιολόγηση ανθρώπων και πραγμάτων» γίνεται προσιτή και κατανοητή μέσα από το γράψιμο του Ασουάνι (αυτό είναι το επώνυμο;), κι ο Τάχα είναι η πιο τραγική φιγούρα γιατί ενσαρκώνει την κύρια αντίφαση της κοινωνίας στην οποία ζει. Θ’ αναγκαστεί ν’ απαρνηθεί τον έρωτά του για την Μποσάινα που την κερδίζει ο δυτικός τρόπος ζωής και στις αλλαγές αυτές θα τον στηρίξει το πλέγμα της ομάδα στην οποία στρατεύεται. Βέβαια το μωσαϊκό της αιγυπτιακής κοινωνίας περιλαμβάνει κι άλλους χαρακτηριστικούς τύπους: μικροκατεργάρηδες και απατεώνες, καλλιτέχνες, ομοφυλόφιλους, άτομα αδίστακτα ή εξαγνισμένα. Ο συγγραφέας καταγράφει με συνέπεια, χωρίς να μεροληπτεί, αποδίδοντας καταστάσεις λεπτές και συναισθήματα. Οι κύριοι ήρωες έχουν μια πορεία, σ’ όλη τη διάρκεια του έργου εξελίσσονται, ωριμάζουν, οι υποθέσεις «κλείνουν» κατά το εικός και αναγκαίο, άλλες με θάνατο, άλλες με …γάμο!
Χριστίνα Παπαγγελή
3 σχόλια:
Εξαιρετικό βιβλίο και αντίστοιχου επιπέδου η δουλειά που γίνεται στις εκδόσεις, ΠΟΛΙΣ.
Πάντα οι εκδόσεις αυτές κάνουν καλή δουλειά... Έχεις διαβάσει κάτι άλλο του ίδιου συγγραφέα; μου άρεσε πολύ το γράψιμό του. Επίσης έμαθα ότι κυκλοφορεί και η κινηματογραφική απόδοση.
Ψάχνοντας στο ίντερνετ έργα του ιδίου, έπεσα σε μια ωραία παρουσίαση + συνέντευξη της Όλγας Σέλλα με τον ενδεικτικό τίτλο "Η λογοτεχνία δε δικάζει" στη διεύθυνση http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_1_27/05/2007_228193
Δυστυχώς δεν έχω διαβάσει κάτι άλλο. Η συνέντευξη που πρότεινες είναι πολύ καλή.
Δημοσίευση σχολίου