Πέμπτη, Ιουνίου 10, 2021

Λεβιάθαν, Γιόζεφ Ροτ

Η κρυφή του νοσταλγία για τα ύδατα
και όλα όσα ζούσαν και συνέβαιναν εντός του
αναδύθηκε μονομιάς στην επιφάνεια της ίδια τους της ζωής,
σαν ένα σπάνιο και παράξενο ζώο

     Μια νουβέλα-παραμύθι με στοιχεία διδακτικά -εν είδει παραβολής- είναι αυτό το πολύ μικρό βιβλίο (90 σελίδες του πιο μικρού μεγέθους), ομολογώ όχι του γούστου μου (δεν μου αρέσει προσωπικά ο συνοπτικός/συμβολικός λόγος), αλλά πολύ διαφωτιστικό για την κατανόηση της προσωπικότητας του Γιόζεφ Ροτ και της συγγραφικής του ιδιαιτερότητας.
     Ο κεντρικός ήρωας, ο Εβραίος Νίσεν Πιτσένικ, έμπορος κοραλλιών σε μια μικρή πόλη της Ανατολικής Γαλικίας,[1]είναι φημισμένος σε όλη την περιοχή και διαθέτει πανέμορφα χρωματιστά κοράλλια, ιδιαίτερα στη διάρκεια της ετήσιας εμποροπανήγυρης. Λατρεύει τα κοράλλια όσο τίποτα στον κόσμο (έτρεφε την πεποίθηση ότι δεν ήταν φυτά, αλλά ζωντανά, ζώα, ένα είδος μικρών κόκκινων θαλάσσιων ζώων –και κανένας προφέσορας της ωκεανολογίας δε θα μπορούσε ποτέ να του αλλάξει αυτή την άποψη)∙ τα ταξινομεί, τα καμαρώνει, τους αποδίδει ως και ανθρώπινες ιδιότητες, ενώ δέκα νεαρά κορίτσια περνάνε τα κοράλλια του σε κλωστές για να γίνουν κοσμήματα.
     Ο Νίσεν είναι ένας ήσυχος, μετρημένος άνθρωπος (όπου κατοικούσε η ειλικρίνεια, η έμπρακτη τιμιότητα, η ευστροφία του ειδήμονα και τη ίδια στιγμή οι στενοί ορίζοντες ενός ανθρώπου που δεν είχε φύγει ποτέ από τη μικρή πόλη Προγκρόντι), πολύ αγαπητός στους συμπολίτες του∙ τηρεί τις θρησκευτικές τελετές, προσεύχεται τακτικά και αγαπά τα κοράλλια σαν τα παιδιά που δεν μπόρεσε να κάνει, περισσότερο από την «άσχημη και άγονη» γυναίκα του. Αγράμματος και αδαής, δεν έχει δει ποτέ του θάλασσα, ούτε καν ποτάμι ή λίμνη, μόνο κάποια έλη (στη μυρωδιά των στάσιμων νερών του βάλτου ήταν βέβαιος πως διέκρινε τη δυνατή, φρέσκια μυρωδιά του μεγάλου ωκεανού). Όνειρο και καημός του, εκείνου που ήταν «μεγαλωμένος καταμεσής της πιο βαθιάς ενδοχώρας» να ταξιδέψει στη θάλασσα, να γνωρίσει τον αχανή ωκεανό όπου κατοικεί ο Λεβιάθαν.
     Το σχήμα «Ύβρις- Άτη- Νέμεσις- Τίσις» είναι ξεκάθαρο:
     Η ξένοιαστη και ανέμελη ρουτίνα δεν ικανοποιεί τον Νίσεν, ο οποίος στην πρώτη ευκαιρία παρασύρεται από τον μοναδικό ναυτικό που γνώρισε στη ζωή του, τον Κρομρόβερ, που πέρασε για λίγες μέρες από την μικρή πόλη και ζάλισε τον Νίσεν με τις εμπειρίες και τις απίθανες ιστορίες του. Η Ύβρις όμως δεν τελέστηκε μόνο όταν ο Νίσεν τα παράτησε όλα (αφού ξέσπασε στην άμοιρη γυναίκα του) και ακολούθησε τον Κρομρόβερ ως την Οδησσό για τρεις βδομάδες, όπου θαμπώθηκε από τον κόσμο της θάλασσας. Ούτε όταν η επιθυμία του να ανήκει στον κόσμο της θάλασσας τον έκανε τολμηρό και παθιασμένο τόσο ώστε να βγάζει πύρινους λόγους στους συνεπιβάτες του ταξιδιού. Το σαράκι της φυγής μπαίνει για τα καλά μέσα του, και στο επόμενο ταξίδι προς Πετρούπολη συναντά τον Λακάτος, έναν Ούγγρο κοραλλέμπορο ψεύτικων όμως κοραλλιών από σελουλόιντ, με τον οποίο αποφασίζει να συνεργαστεί. Θα αγοράσει ψεύτικα κοράλλια, αλλά προχωρά περισσότερο από τον Λάκατος: θα τα ανακατέψει με τα αληθινά και θα τα πουλάει στην τιμή των αληθινών, και τούτο ήταν ακόμα χειρότερο από το να πουλούσε μόνο ψεύτικα (με αυτόν τον τρόπο, ο Διάβολος έβαλε σε πειρασμό τον κοραλλέμπορο Νίσεν Πιτσένικ για πρώτη φορά). Στο σημείο αυτό υπάρχει κι ο ηθικοδιδακτισμός που προσωπικά με ενόχλησε, παρόλο που θεωρώ τον Γιόζεφ Ροτ μεγάλο συγγραφέα: αυτό συμβαίνει με τους ανθρώπους που τους παρασέρνει ο Σατανάς: σε κάθε σατανική τους πράξη ξεπερνούν τον ίδιο το Διάβολο.
     Η Άτη (σύγχυση, απερισκεψία) φέρνει τη Νέμεση και την Τίσι. Το σχήμα της τιμωρίας αποδίδεται συνοπτικά και καθολικά: αρχίζει από την αποδοκιμασία των συγχωριανών που αποδίδουν στα κοράλλια του Νίσεν την φριχτή αρρώστια και τον θάνατο ενός μικρού παιδιού, ακολουθεί η αρρώστια και ο θάνατος της γυναίκας του, η μοναξιά, η απαξίωση, οι καταχρήσεις. Το τρίτο και τελευταίο ταξίδι του προς Καναδά καταλήγει στον βυθό της θάλασσας, εφόσον το πλοίο όπου επέβαινε καταποντίστηκε, και δεν είναι τυχαίο που ο Νίσεν πήδηξε αυτοβούλως στη θάλασσα πριν επιτελεστεί το ναυάγιο (γύρισε σπίτι του, στα κοράλλια, στον πυθμένα του ωκεανού, όπου κουλουριαζόταν ο πανίσχυρος Λεβιάθαν).
     Σύμβολο ισχυρό ο Λεβιάθαν, όχι μόνο στη χριστιανική παράδοση (εβραϊκή Καβάλα) αλλά και στον κόσμο του συγγραφέα, όπως επισημαίνει πολύ εύστοχα η Πελαγία Τσινάρη στο εξαιρετικό της επίμετρο: ο Λεβιάθαν είναι ένα θαλάσσιο τέρας, σύμβολο από τη μια μεριά «μιας ζωογόνου δύναμης που έλκει τον ήρωα», αλλά που συμβολίζει και το Κακό, «δαίμονας του φθόνου» κατά τον Θωμά Ακινάτη∙ έχει απασχολήσει τον Τόμας Χομπς, ο οποίος ταυτίζει τον Λεβιάθαν με το κράτος, τον Καρλ Σμιτ αλλά και πρόσφατα (2020) , τον Κωνσταντίνο Τσουκαλά[2], που έχουν αποκαλέσει «Λεβιάθαν» το σύστημα που καταπίνει την προσωπικότητα του ατόμου με διάφορους τρόπους. Στην πατρίδα του Λάκατος, στην Ουγγαρία, μας επισημαίνει η Πελαγία Τσινάρη, ο Λεβιάθαν είναι η θεότητα του Κακού.
     Δεν μπορώ να μην εκφράσω την προσωπική μου δυσφορία απέναντι σε ερμηνείες της ανθρώπινης συμπεριφοράς με όρους «Κακό» (με κεφαλαίο), Σατανάς, Διάβολος, Καλό κλπ. Στην καλύτερη περίπτωση πρόκειται για μια υπεραπλούστευση της ψυχικής αβύσσου που ενυπάρχει στον καθένα μας, ή των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών που προσδιορίζουν συμπεριφορές, στη χειρότερη δαιμονοποίηση δυνάμεων που είναι έξω από μας, κι επομένως δε φέρουμε ευθύνη αν μας κατευθύνουν. Γι’ αυτό και δεν προτιμώ τις νουβέλες- χρονικά, όπου συνήθως συνοψίζεται πλοκή (που θα μπορούσε να είναι μυθιστόρημα) ή τα «παραμύθια» που έχουν διδακτικό στόχο.
     Ωστόσο, πέρα από το ότι ο Γιόζεφ Ροτ έχει χαρίσει τρομερά αξιόλογες σελίδες στους αναγνώστες, είναι εμφανής και στην προσωπική του διαδρομή αλλά και στο έργο του ο καημός αναζήτησης ταυτότητας σ’ έναν «ου τόπο». Γι΄αυτό και τελειώνω την ανάρτησή μου με τα τελευταία λόγια από το Επίμετρο της Πελαγίας Τσινάρη: 
     Απώτερος σκοπός του φαίνεται πως παραμένει και στον Λεβιάθαν η αφήγηση της μύχιας και πολύ ανθρώπινης περιπέτειας κατά την αναζήτηση εκείνου του άλλου Τόπου, του άπιαστου,, του άγνωστου, του απέραντου, αλλά και οικείου: της αληθινής πατρίδας του καθενός.
Χριστίνα Παπαγγελή

[1] Από την Ανατολική Γαλικία κατάγεται και ο συγγραφέας, η οποία όταν γεννήθηκε ανήκε στην Αυστροουγγαρία, ενώ τώρα η περιοχή ανήκει στην Ουκρανία https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%AF%CE%B1_(%CE%91%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%95%CF%85%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B7)
[2] https://biblionet.gr/titleinfo/?titleid=244799

Δεν υπάρχουν σχόλια: