Παρασκευή, Ιανουαρίου 09, 2015

Αναμνήσεις ενός επαναστάτη, Βικτόρ Σερζ (2ο μέρος)

(συνέχεια της παρουσίασης )

5.     Η Ευρώπη σε σκοτεινή στροφή (1922-26)
Μπορούμε άραγε να προσδιορίσουμε από πριν
την ημερομηνία μιας επανάστασης;

Ο συγγραφέας εξακολουθεί να υπερασπίζεται το μπολσεβικικό όραμα, συγκρίνοντας το με την συμβιβαστική πολιτική των σοσιαλδημοκρατών∙ ήταν η μόνη θεραπεία μέσα σ ένα αστικό σηπόμενο κόσμο. Όμως, όπως λέει παρακάτω, σχεδόν κανείς δεν κατάλαβε, μέσα στη Διεθνή, την πορεία στη Ρώμη και την άνοδο του Μουσολίνι. Η γνώμη των διοικούντων ήταν ότι αυτή η μπουφόνικη φιγούρα θα φθειρόταν σύντομα.
Με άλλους εκπρόσωπους και πράκτορες της Διεθνούς, με τη γυναίκα του και το γιο του, με την ταυτότητα αρχικά Πολωνού και στη συνέχεια Λιθουανού, καταλήγει στο Βερολίνο όπου ετοιμάζεται η εξέγερση της 25ης Οκτωβρίου (τελικά ξεκίνησε την 23η Οκτωβρίου) στο Ράιχ. Εκεί η Ρωσική επανάσταση διατηρούσε όλο το φωτοστέφανο της καινούριας δικαιοσύνης, της νέας οργάνωσης της παραγωγής, της άγνωστης δημοκρατίας. Ο Σερζ παρακολουθεί από πολύ κοντά όλα τα γεγονότα, μιλά για την καταστολή και την ήττα του κομμουνισμού και της γερμανικής εργατιάς. Η κρίση της αστικής τάξης και οι όροι της συνθήκης των Βερσαλλιών ρίχνουν τη γερμανική  εργατική τάξη στη μιζέρια και την πείνα. Μιλά  και για τον Αδόλφο Χίτλερ: «ένας αδύνατος αγκιτάτορας ενός μικροσκοπικού κόμματος που αναπτύσσεται στη Βαυαρία, επιχειρεί τη γελοία πραξικοπηματική του ενέργεια στο Μόναχο... (Νοέμβρης 1923, πραξικόπημα μπυραρίας).
         
Το πρωινό της αναγγελίας της δικτατορίας του φον Σέεκτ, ο Σερζ παίρνει το εξπρές για την Πράγα, μια όαση ευημερίας και ευγένειας. Τα γεγονότα είναι καταιγιστικά. Αποτυχημένη εισβολή στην Εσθονία, καταστολή της εξέγερσης στη Γεωργία, θυελλώδης άνεμος στα Βαλκάνια. Βρίσκεται στην καρδιά της Ευρώπης, στην καρδιά του μεσοπολέμου… Με αφορμή το θάνατο του Λένιν, ο συγγραφέας παραθέτει ένα συγκλονιστικό ελεγείο (μαζί με μερικούς άλλους, ο άνθρωπος αυτός έφερε σε ένα τεράστιο κίνημα από διστακτικές μάζες την πιο φωτεινή και την πιο καθοριστική πολιτική συνείδηση). Ενδιαφέρεται για το κίνημα της Βαλκανικής Ομοσπονδίας (μαθαίνουμε την ύπαρξη της ORIM, μακεδονικής εθνικιστικής και τρομοκρατικής οργάνωσης από το 1893), γύρω απ τη μεγάλη ιδέα της οποίας βρίσκονταν μυρμηγκιές πρακτόρων. Ο συγγραφέας παραθέτει με λεπτομέρειες την επαφή του με πολλούς «ρομαντικούς επαναστάτες» που τους γνώρισε προσωπικά, όπως η Αγγέλικα Μπαλαμπάνοβα, ο Μπέλα Κουν (μιλά αρνητικά) και ο Γκέοργκ Λούκατς. Αρχίζει και διαβλέπει την αρχή της πολεμικής ενάντια στον Τρότσκι με το μέρος του οποίου τάσσεται, τουλάχιστον στα χρόνια αυτά. Η επανάσταση βρίσκεται πια σε αδιέξοδο (επειδή κάποιοι έδωσαν δείγματα πολιτικής γενναιότητας ζητώντας να ενημερωθούν σχετικά με τις ρωσικές υποθέσεις, διώχτηκαν).
Όπως τον συμβουλεύει και ο Λούκατς, οι ταπεινώσεις δεν έχουν τόση μεγάλη σημασία για μας. Μην εξοριστείτε για το τίποτα. Ας οργανώσουμε τις δυνάμεις μας. Η ιστορία θα μας χρειαστεί ξανά.

6.     Η επανάσταση σε αδιέξοδο (1926-28)
Γιατί αυτή η παρατεινόμενη συντριβή στη ρώσικη γη μας;

           Η επιστροφή στη ρώσικη γη είναι σπαραξικάρδια. Πολλοί σύντροφοι, πολύ αξιόλογοι (όπως η Ευγενία Μπογδάνοβα Μπος, ο ποιητής Εσένιν/ ο μεγάλος λυρικός μας ποιητής, ο ποιητής της ρωσικής υπαίθρου, των καμπαρέ της Μόσχας, των μποέμ τραγουδιστών της εποχής της επανάστασης, και πολλοί άλλοι που αναφέρονται με λεπτομέρειες) δίνουν τέλος στη ζωή τους. Διωγμένοι από το κόμμα, διότι είχαν προτείνει την «καινούρια πορεία», οι νέοι άνδρες προτίμησαν για τον εαυτό τους το πιστόλι. Και ως γνωστόν ο Μαγιακόφσκι αυτοκτόνησε σύντομα, με μια σφαίρα στο στήθος∙ αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία. Συγκλονιστικός και ο θάνατος του Γιόφφε (η χώρα δεν άκουσε τον ήχο του πιστολιού του Γιόφφε που το ύστατο μήνυμά του παρέμεινε κρυφό).
Πώς να ζήσεις όταν το κόμμα σού αρνείται το δικαίωμα να το υπηρετήσεις; Η φτώχεια, η πείνα, ο πληθωρισμός έχουν φτάσει σε δυσβάσταχτα όρια…  Όμως η χυδαία στάμπα του χρήματος έχει εμφανιστεί πάνω σε όλα τα πράγματα. Μιλάει για το «βρόμικο εμπόριο», που προκύπτει από ψεύτικες κοοπερατίβες, με κλεμμένα λεφτά (δωροδοκίες κλπ), με διαφθορά. Απ αυτήν την άποψη η ΝΕΡ είναι αναμφισβήτητα μια ήττα.
Σ αυτό το κεφάλαιο ο Σερζ μιλά με σκληρότητα και πικρία όχι μόνο για τις αυτοκτονίες ένα σωρό διαψευσμένων αγωνιστών αλλά και γιατί ο αγώνας αυτός βυθίστηκε στη σιωπή της Ιστορίας (όλα είναι προδομένα, θα ομολογήσει ευθαρσώς κάποιος άνθρωπος της Τσεκά που 10 χρόνια πριν διέταξε νυχτερινή εκκαθάριση, δηλαδή σφαγή εκατοντάδων υπόπτων). Μιλά για τη γέννηση της αντιπολίτευσης, που θα εγκαινιάσει μια εποχή εσωτερικών εκκαθαρίσεων με επιστέγασμα τη δίωξη του Τρότσκι.
Ο Σερζ τοποθετεί στη χρονιά αυτή, το 1926, την απαρχή μιας ψύχωσης, ένα μοναδικό ψυχολογικό φαινόμενο μέσα στην ιστορία. Μέσα στα αδιέξοδα αυτής της ψύχωσης (άλλοι αυτοκτονούν, άλλοι οδηγούνται σε σεξουαλική διαστροφή/μου γεννήθηκε μια ακατανίκητη επιθυμία να γνωρίσω την κόλαση της κοινωνίας μας) γεννιέται η « Αντιπολίτευση του Λένινγκραντ» (επιμένω σ ένα σημείο της ιστορίας: δεν υπήρξε ποτέ κανένα άλλο Κέντρο της Αριστερής Αντιπολίτευσης στο Λένινγκραντ). Είναι οι τροτσκιστές, που είχαν δημιουργήσει την ομάδα τους από το 1923 και βρίσκονταν σε αναμονή. Ο Σερζ είναι μέλος της διεθνούς Επιτροπής του Κέντρου της αντιπολίτευσης στη Μόσχα. Στο Σπίτι του Τύπου, στο Λένινγκραντ, συναντά τον ρεαλιστή και οξυδερκή Βασίλι Τσαντάγεφ (ο Τσαντάγεφ έγινε φίλος μου. Ήταν ο πρώτος ανάμεσά μας που σκοτώθηκε/ο μόνος από μας που τόλμησε να θέσει το πρόβλημα ενός δεύτερου κόμματος- στον ιδιωτικό τομέα. Αυτός μόνο είχε προβλέψει τις μεγάλες δίκες της απάτης)  με τον οποίο θα δέσει τη μοίρα του μέχρι τη δίωξη του Τρότσκι και τη σύλληψή τους, ενώ το τραγικό τέλος του φίλου του θα τον καταρρακώσει.
 Πολλά συμβαίνουν στη διάρκεια των ταραγμένων αυτών χρόνων. Ο Τρότσκι εξακολουθούσε παρά τις καταγγελίες να είναι αισιόδοξος, αλλά η θύελλα ξέσπασε τελείως απρόσμενα. Ο Ζινόβιεφ και ο Καμένεφ, «εξέχουσες προσωπικότητες του Πολιτικού Γραφείου μετά τον θάνατο του Λένιν», απομονώνονται κι έρχονται σ επαφή με την Αντιπολίτευση. Περίπου πεντακόσια με εξακόσια άτομα είναι παράνομα οργανωμένα αλλά αρχίζει παράλληλα και μια διαδικασία στρατολόγησης. Οι κατηγορίες απέναντι  στην επίσημη γραμμή του κόμματος (στραγγαλισμός δημοκρατίας, περίπου δύο εκατομμύρια άνεργοι, ανεπάρκεια αγαθών, εκκαθαρίσεις, καταστολές) κωδικοποιούνται στην  «Πλατφόρμα», που υπογράφεται από μέλη της Κεντρικής επιτροπής, με σκοπό να μαζέψουν… τριάντα χιλιάδες υπογραφές. Η ιδεολογική μάχη είχε αφιερωθεί σε τρία προβλήματα για τα οποία γινόταν λόγος όσο το δυνατόν λιγότερο: για την κατάσταση στη γεωργία, για τη δημοκρατία μέσα στο κόμμα, και για την Κινεζική επανάσταση.
Η Κινεζική εξέγερση πνίγεται στο αίμα από τον αντικομμουνιστή Τσανγκ Κάι Σεκ ενώ οι Ζινόβιεφ, Τρότσκι, Ράντεκ κλπ θεωρούν ότι μια αλλαγή πολιτικής της Κεντρικής Επιτροπής θα έσωζε την επανάσταση. Η στάση του Στάλιν οξύνει τα πνεύματα, και η σύγκρουση πια του Πολιτικού Γραφείου με τις αντιπολιτευτικές ομάδες είναι δεδομένη (Φώναζα: « Συλλαμβάνετε τον Νετσάγεφ. Θα πρέπει αύριο να μας συλλάβετε κατά χιλιάδες. Μάθετε ότι είμαστε έτοιμοι και φυλακή να πάμε και εξορία και στα νησιά Σολόφσκι για να υπηρετήσουμε την εργατική τάξη. Τίποτε δεν θα μας κάνει να πάψουμε να μιλάμε).
Δεν πίστευα στη νίκη μας, ήμουν μάλιστα βέβαιος, βαθιά μέσα μου, για την ήττα μας.
Και παρακάτω:
Το σοβιετικό Θερμιδόρ ολοκληρώνεται τον Νοέμβριο του 1927, τις πρώτες μέρες της ανάληψης της εξουσίας. Μέσα σε δέκα χρόνια, η εξαντλημένη επανάσταση στράφηκε ενάντια στον εαυτό της).
Παρακολουθούμε βήμα βήμα την απομόνωση του Τρότσκι στην Άλμα Άτα, την απομάκρυνση εκατοντάδων αγωνιστών σε μακρινούς τόπους εξορίας, την ταπεινωτική συνθηκολόγηση των Ζινόβιεφ- Μπουχάριν (η συνθηκολόγηση του Ζινόβιεφ και του Κάμενεφ μας φάνηκε πολιτική αυτοκτονία και ταυτόχρονα θλιβερή παλινωδία. Οι Ρακόφσκι, Ράντεκ, Μουράλοφ διαβεβαίωσαν για τελευταία φορά την πίστη των διαγραφέντων στο κόμμα. Και το σχίσμα έγινε μέσα σ αυτήν την έξαρση πίστης).  Μέσα στα θύματα είναι κι ο Τσαντάγεφ, ενώ ο Σερζ περνά 7-8 βδομάδες απομόνωσης αλλά «το Παρίσι (Μπαρμπύς, Ρόζενταλ) ενδιαφέρθηκε γι αυτόν» και ελευθερώθηκε.

7.     Τα χρόνια της αντίστασης  (1928- 1933)
είδα και άκουσα τόσα πράγματα για το δράμα αυτών των σκοτεινών χρόνων που θα μου χρειαζόταν ένα ολόκληρο βιβλίο για να αφηγηθώ τα γεγονότα

Ο Σερζ δε συμμερίζεται την ψευδαίσθηση που έχουν οι περισσότεροι στην αντιπολίτευση, ότι πρέπει να δημιουργήσουν μια ισχυρή παράνομη οργάνωση με σκοπό την κομματική ένταξη κάποτε. Είναι υπέρ μιας νόμιμης, διάφανης και αδιάλλακτης αντιπολίτευσης.  Ωστόσο, η καταστολή είναι τόσο μεγάλη που οι μόνοι ελεύθεροι αντιπολιτευόμενοι στο Λένινγκραντ είναι.. ο ίδιος και η γυναίκα του Τρότσκι, στη Μόσχα ο Αντρές Νιν και λιγοστοί ακόμα. Η γραφειοκρατική αντεπανάσταση είχε φτιάξει ένα δεσποτικό  κράτος, περιορίζοντας τη χώρα σε απόλυτη σιωπή, κανείς μα κανείς ανάμεσά μας δεν ήθελε να το παραδεχτεί. Η ταπείνωση όμως δεν έχει τελειωμό, γιατί όσους αποκηρύσσουν τη συμμετοχή τους στην αντιπολίτευση τους αναγκάζουν να καταδώσουν συντρόφους, και όχι μια φορά αλλά δέκα φορές, ασταμάτητα.
Η κρίση του σιταριού οδηγεί σε άπειρες κατασχέσεις από αποσπάσματα νεαρών κομμουνιστών που αρπάζουν όχι μόνο σιτηρά, αλλά λινάρι, καπνό, βαμβάκι, κλπ. Η σύγκρουση με την αγροτιά  (αν το κράτος δημεύει τα σιτηρά, ποιος ο λόγος να τα σπείρουμε;) οδηγεί σε μια έκρυθμη κατάσταση που θυμίζει εμφύλιο. Η σιτοδεία και ο λιμός που ακολουθεί επιδεινώνουν τα προβλήματα, που οδηγούν σε μαζικές εξορίες και τρομοκρατία (με συρμούς ολόκληρους, έφευγαν οι εκτοπισμένοι χωρικοί προς τον παγωμένο βορρά, τα δάση, τις στέπες, τις ερήμους, πληθυσμοί ρημαγμένοι μη έχοντας τίποτε). Η κολεκτιβοποίηση μείωσε τα νοικοκυριά κατά πέντε εκατομμύρια οικογένειες (!!!) μέσα σε εφτά χρόνια…
Κρίση στη βιομηχανία. Κρίση κρέατος. Μαζικές δίκες, εκτελέσεις χωρίς δίκη. Η κατηγορία του σαμποτάζ σε χιλιάδες τεχνικούς, μια τερατώδης συκοφαντία με μοναδική δικαιολογία της την ανάγκη να βρεθούν υπεύθυνοι σε μια οικονομική κατάσταση που είχε καταντήσει ανυπόφορη. Οι φυλακίσεις και εξορίες κατέληξαν να γίνονται και μεταξύ αδερφών, ενώ το Πολιτικό Γραφείο ξαναπαίρνει υπόψη του τις ιδέες της απόβλητης αντιπολίτευσης (εκτός από την εργατική δημοκρατία) και τις εφαρμόζει με βιαιότητα! Ο Στάλιν ζητά… υποστήριξη αν επανεντάξει τους διωχθέντες στο κόμμα, ενώ ο Τρότσκι (εξόριστος στην Άλμα Άτα) τους προτρέπει να υποστηρίξουν τον Στάλιν για να μην επικρατήσει η «δεξιά»!!!

Αυτήν την περίοδο ο Σερζ, μετά από μια δύσκολη αρρώστια που τον έφτασε κοντά στον θάνατο, παίρνει την απόφαση να γίνει συγγραφέας! Μέχρι τότε θεωρούσε ότι η λογοτεχνία ήταν κάτι δευτερεύον, αλλά τη συγκεκριμένη εποχή συνειδητοποιεί ότι αξίζει τον κόπο (θα μπορούσα καθώς η συμπεριφορά μου ως αντιπολιτευόμενου είχε καταντήσει σε απραξία, να προσφέρω γι αυτούς τους καιρούς, χρήσιμες μαρτυρίες). Μιλά αρκετά εκτεταμένα για την προσωπική του εμπλοκή, τα μυθιστορήματα που γράφει με χίλιες δυσκολίες  αλλά και για τη γραφή γενικότερα:
Οι ποιητές και οι μυθιστοριογράφοι δεν είναι πολιτικά πνεύματα γιατί δεν είναι ουσιαστικά ορθολογιστές. Η πολιτική ευφυΐα ακόμη και στην περίπτωση του επαναστάτη είναι βασισμένη σε έναν βαθύ ιδεαλισμό, απαιτεί έναν επιστημονικό κι έναν πραγματιστικό εξοπλισμό και εξαρτάται στη συνέχεια από τους κοινωνικούς σκοπούς όπως αυτοί έχουν οριστεί. Ο καλλιτέχνης, αντίθετα, αντλεί ασταμάτητα το υλικό του από το ασυνείδητο, το προσυνειδητό, από την ενσυναίσθηση, από την εσωτερική λυρική ζωή που είναι αρκετά δύσκολο να την προσδιορίσει κανείς. (…) Θα μπορούσε άραγε ο ίδιος άνθρωπος να είναι ταυτόχρονα μεγάλος πολιτικός και μεγάλος μυθιστοριογράφος ως μια και μόνη προσωπικότητα; Αμφιβάλλω, βλέποντας σ αυτές τις υπάρξεις ριζικές ασυμβατότητες.
Έτσι, μέσα από αυτή τη νέα ασχολία, ο Σερζ μάς δείχνει  τα τεκταινόμενα στον χώρο των εκδόσεων, των βιβλίων κλπ. Ο Μαξ  Ήστμαν βρήκε τη σωστή διατύπωση: « ένστολοι συγγραφείς». Η στρατιωτικοποίηση των Ρώσων συγγραφέων κράτησε χρόνια∙ και η ελευθερία της δημιουργίας χάθηκε ταυτόχρονα με την ελευθερία της γνώμης, με την οποία είναι άρρηκτα δεμένη.
Το 1928-9 οι συγγραφείς στο Λένινγκραντ σκέφτηκαν να ξεσηκωθούν κατά της λογοκρισίας, τις εκστρατείες δυσφήμισης κλπ. Δεν είχαν ακόμη αρχίσει οι εξορίες. Όμως, σε διάφορες δίκες αρχίζουν και ψηφίζουν ενάντια στους συντρόφους τους, ενώ δεν το πιστεύουν. Η στάση του Σερζ είναι (ή, τουλάχιστον, την παρουσιάζει), παλικαρίσια, όπως δηλώνει δημόσια: σκέφτομαι ότι γίνεται τόση κατάχρηση με το περίστροφο, ώστε ο μόνος τρόπος να αποδώσει κανείς τιμή στην ανθρώπινη ζωή στην ΕΣΣΔ θα ήταν να ανακοινώσει την κατάργηση της ποινής του θανάτου, σύμφωνα με το σοσιαλιστικό πρόγραμμα του 1917).
Μια πολλαπλή λογοκρισία αλλοίωνε ή σκότωνε τα βιβλία. Ο Σερζ δίνει διάφορα δείγματα της λογοκρισίας αυτής, της «κριτικής» που αποστείρωνε κάθε αληθοφάνεια, αλλά όπως λέει και ο ίδιος, αυτό που δεν μπορεί να μεταφέρει είναι η εξουθενωτική, αποκαρδιωτική και ανόητη ατμόσφαιρα ορισμένων συγκεντρώσεων των συγγραφέων που είχαν ξεπέσει σε μια γεμάτη ζήλο υπακοή. Υπάρχουν ωστόσο και οι αντιφρονούντες, αλλά τα χέραι ήταν δεμένα… Το έγκλημά μας ήταν απλά το ότι υπήρχαμε, το ότι δεν αρνιόμαστε τον εαυτό μας, διατηρούσαμε τις φιλίες μας, και μιλούσαμε ελεύθερα μεταξύ μας…
Η συνεχή καταδίωξη όμως τρελαίνει τον κόσμο, άλλωστε το καθεστώς καταβρόχθιζε κάθε εξάμηνο και μια καινούρια κατηγορία θυμάτων (τροτσκιστές, κουλάκοι, τεχνικοί, έμποροι, κ.α.). Σιγά σιγά τρελαίνεται και η γυναίκα του συγγραφέα, εξουθενωμένη από μα τραγική οικογενειακή ιστορία με τον πατέρα της. Δεν είναι επίσης τυχαίο, ότι η νεαρή γυναίκα του Στάλιν, Ναντιέζντα Αλληλούγεβνα, αυτοκτόνησε στο Κρεμλίνο με μια σφαίρα στο στήθος.
Στο τέλος αυτής της περιόδου βρίσκουμε τον Σερζ να διακηρύσσει γραπτά τις βασικές αρχές του και τις ενστάσεις του, σε μήνυμα που στάλθηκε στο Παρίσι (ένα γράμμα- διαθήκη) ζητώντας να δημοσιευτούν σε περίπτωση εξαφάνισής του. Πιστεύει ότι ήταν ο πρώτος που ονόμασε απολυταρχικό το σοβιετικό καθεστώς.

8.      Τα χρόνια της αιχμαλωσίας (1928-1933)
Δεν υπήρχε τίποτα, δεν μπορούσε εδώ να υπάρχει τίποτα για να με ψέξουν
εκτός αν ήταν έγκλημα γνώμης, η οποία όμως υπήρχε εδώ και χρόνια,
και εύκολο να την κρίνεις όπου κι αν βρισκόμουν

1933. Η γυναίκα του Σερζ πάσχει από μανιοκαταθλιπτική ψύχωση (σχιζοφρένεια έλεγε η διάγνωση) και τον συγγραφέα τον συλλαμβάνουν  καθώς βγήκε να της πάρει φάρμακα… Γίνεται «έρευνα για εγκληματικότητα» που θα κρατήσει για δέκα μόνο λεπτά∙ φυσικά συλλαμβάνεται, φυλακίζεται, στέλνεται στη Μόσχα κι από κει στο  Όρενμπουργκ όπου θα ζήσει αυτά τα πέντε χρόνια της αιχμαλωσίας. Είναι ένα από τα πιο συναρπαστικά  κεφάλαια του βιβλίου, από την άποψη ότι συμμετέχει ο αναγνώστης στην αγωνία του ήρωα, που δεν ξέρει κάθε στιγμή τι θα του ξημερώσει, γιατί γνωρίζει πολύ καλά ότι γίνονται μυστικές εκτελέσεις χωρίς δίκη και μαζικές εκτοπίσεις για πολύ πιο ασήμαντη δράση.
Οι λεπτομέρειες όλης της πεντάχρονης αυτής περιπέτειας δίνονται βιωματικά.  Οι πολύ ουσιαστικές φιλίες, ακόμα και με άτομα της δεξιάς αντιπολίτευσης. Άπειρες ανθρώπινες τραγωδίες με ονοματεπώνυμο, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν ξεχωριστό κεφάλαιο η καθεμιά. Οι ατέλειωτες ανακρίσεις δείχνουν  στον συγγραφέα όλο το μηχανισμό τον οποίο  θα ακολουθήσουν αργότερα οι μεγάλες δίκες. Αντιστέκεται με γενναιότητα, με λόγια που σφάζουν.  Έτσι κι αλλιώς έχει διαγραφεί ως μέλος της αντιπολίτευσης, δεν έχει νόημα να δηλώσει αφοσίωση στην Κεντρική Επιτροπή ή στο κόμμα. Παρόλ αυτά, τις μέρες αυτής της απόλυτης απομόνωσης που διαρκεί η ανακριτική διαδικασία (80 μέρες με έξι ανακρίσεις) κοιμόταν όσο περισσότερο μπορούσε, βάδιζε, έκανε γυμναστική, έκανε μαθήματα στον… εαυτό του, έγραφε νοερά νουβέλες ή δράματα…
Μελετούσα το πρόβλημα της ζωής και του θανάτου. Είχα την αίσθηση, και την έχω ακόμα, ότι έφθανα σε μια θέαση των πραγμάτων σχεδόν ανέκφραστη με φιλοσοφικούς όρους, αλλά σωστή, πλατιά, καθησυχαστική. Εν πάση περιπτώσει, απέκτησα πραγματική γαλήνη. Και η ανάμνηση αυτών των ημερών παραμένει μέσα μου μια ανάμνηση πνευματικής υπέρβασης και συνταρακτικής δύναμης.
Η μετάβαση στο Όρενμπουργκ, την «πρωτεύουσα των στεπών», αυτήν την Κιργισιανή πόλη του Καζακστάν, συμπίπτει μ έναν φοβερό λιμό στην περιοχή. Η άθλια κοινωνική ζωή  σ αυτήν την απομακρυσμένη περιοχή στον Ουράλη ποταμό περιγράφεται με πολλή γλαφυρότητα. Τρομερό κρύο τον χειμώνα, απίστευτη ζέστη το καλοκαίρι, ελονοσία χωρίς φυσικά κινίνη.
Οι εξόριστοι, που είναι περίπου το 10% των κατοίκων, πρέπει να βρουν δουλειά και να βολευτούν όπως μπορούν, χωρίς να φύγουν από την πόλη (η εξορία είχε στην πραγματικότητα πολλές διαβαθμίσεις). Πρέπει να παρουσιάζονται κατά περίπτωση, καθημερινά, ή κάθε τρεις μέρες, ή κάθε δέκα λεπτά στην Γκεπεού. Για να βρεις δουλειά πρέπει να στο επιτρέψει η Γκεπεού, πρέπει να επανενταχτείς στο κόμμα. Δεν ετίθετο βέβαια τέτοιο θέμα, όσον αφορά τον Σερζ. Βιοπορίζεται με τις εκδόσεις του στο Παρίσι.
Εδώ θα ξαναβρεθεί με τη γυναίκα του και τον γιο του, οι οποίοι φέρανε και τα χειρόγραφα, και τη γραφομηχανή. Αποφάσισα να εργαστώ σα να είχα μπροστά μου μέλλον∙ στο τέλος τέλος μπορεί και να είχα. Υπήρχε μια πιθανότητα στις δυο να επιβιώσω, η άλλη ήταν να χαθώ στις φυλακές. Με κάθε τίμημα, αμετάκλητα, θα διατηρήσω, ενάντια στο δεσποτισμό αυτό το ελάχιστο των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας∙ το δικαίωμα να σκέφτομαι ελεύθερα.
Η διεύθυνση του σχολείου στο Όρενμπουργκ κάλεσε τον Σερζ για να τον « επιπλήξει» για το «αντισοβιετικό» πνεύμα με το οποίο μεγάλωνε το αγόρι του, κι αυτό με αφορμή την παρατήρηση του παιδιού ότι στη Γαλλία τα συνδικάτα λειτουργούν ελεύθερα!
Ο συγγραφέας παραθέτει πάλι με ονοματεπώνυμο σύντομα τις ιστορίες πολλών συντρόφων από την περίοδο εκείνη, μικρές τραγωδίες τις περισσότερες φορές.
Ο χειμώνας του 1934-35 ήταν τρομερός, γιατί αφενός η γυναίκα του είχε πάει για θεραπεία στο Λένινγκραντ, αφετέρου η Γκεπεού του έκοψε ξαφνικά τα τρόφιμα. Η ντιρεκτίβα εναντίον του είναι πια γεγονός, μέχρις ότου αρρωσταίνει βαριά και περνά βδομάδες στη χειρουργική κλινική του Όρενμπουργκ, στο τμήμα «πυωδών νόσων», που ήταν γεμάτο από αρρώστους των οποίων η αληθινή αρρώστια, το πραγματικό ατύχημα ήταν ο υποσιτισμός.
Ο Σερζ, αντίθετα από τις προβλέψεις, επέστρεψε σπίτι του αντί να εξαφανιστεί: αυτό έγινε γιατί είχε αναπτυχθεί μια πεισματάρικη μάχη στη Γαλλία γύρω από το όνομά μου. Αγωνιστές και διανοούμενοι απαιτούσαν ή την ελευθέρωσή μου ή την δικαιολόγηση της εξορίας μου. Είναι η εποχή της περιβόητης δίκης του Σεργκέι  Κίροφ[1], γραμματέα της Κομματικής Οργάνωσης του Λένινγκραντ, και της δολοφονίας του από τον Λεονίντ  Νικολάγεφ, η οποία εγκαινιάζει τις μεγάλες μαζικές εκτοπίσεις και εκκαθαρίσεις δεκάδων χιλιάδων κατοίκων του Λένινγκραντ, και, ως γνωστόν, τις Μεγάλες Δίκες και τις απροκάλυπτες, μαζικές διώξεις.
Η «υπόθεση Βικτόρ Σερζ» ενοχλεί τους κύκλους των διανοουμένων στο Παρίσι.  Στο Παρίσι, τον Ιούνιο του 1935 γίνεται ένα « διεθνές συνέδριο συγγραφέων για την υπεράσπιση της κουλτούρας» (Ρ. Ρολάν, Μαλρώ, Μπαρμπύς, Ζιντ). Ο Ρομαίν Ρολλάν, μάλιστα, επισκέφτηκε γι αυτόν τον λόγο τον Στάλιν, ο οποίος υπόσχεται ότι θα του δοθεί άδεια να εγκαταλείψει την ΕΣΣΔ μαζί με την οικογένειά του.
Ήξερα μόνο ότι η πολιτική εξορία ήταν κάτι που δεν τελειώνει ποτέ για αυτούς που έχουν σταθερές πεποιθήσεις.

9.     Η ήττα της Δύσης (1936- 1941)

Το τρένο μπήκε στην ουδέτερη ζώνη των γκρίζων συνόρων. Οι εξόριστοι διασχίζουν την Πολωνία, τη ναζιστική Γερμανία και καταλήγουν στις Βρυξέλλες, τη γενέτειρα του συγγραφέα. Το σοκ της σύγκρισης της ζωής στη σοβιετική ένωση με τη ζωή στη δύση είναι μεγάλο (αυτός ο πλούτος που τον άγγιζες απλώνοντας το χέρι σου, το χέρι ενός ανέργου σε έναν εργατικό δρόμο, χωρίς σοσιαλισμό ούτε πλάνο! Ήταν εκνευριστικό. Τα ήξερα όλα αυτά από πριν, αλλά η πραγματικότητα με κατέπληξε σαν να μην ήξερα τίποτα απολύτως/ σου ερχόταν να κλαις από ταπείνωση και πόνο για την επαναστατική μας Ρωσία). Ιδιαίτερα ο υιός Σερζ, που δεν έχει γνωρίσει τον δυτικό τρόπο ζωής, δεν μπορεί να διανοηθεί ότι κάποιο μαγαζί, φερειπείν, ανήκει σ έναν μόνο άνθρωπο!
Οι επαναστάτες εδώ, οι αριστεροί, είναι «χορτασμένοι», πηγαίνουν σαν μπουρζουάδες στη σοσιαλιστική γιορτή της πρωτομαγιάς, και προτρέπουν τον Σερζ να μη γράψουν τίποτα για τη Ρωσία, γιατί βρίσκονται στην αρχή ενός καταπληκτικού λαϊκού κινήματος ενθουσιασμού, με διαδηλώσεις, ζυμώσεις, συναντήσεις… Το Μάη του ‘ 36, όντως, ξεσπάνε απεργίες σε Γαλλία και Βέλγιο, με ταυτόχρονη κατάληψη εργοστασίων.
Ενώ αφαιρούν από την οικογένεια Σερζ τα διαβατήρια και τη σοβιετική ιθαγένεια, και οι αριστεριστές πιστεύουν ότι έχουν χάσει κάθε ευκαιρία, κι ενώ ξεσπάει η Ισπανική επανάσταση, δημοσιοποιούνται οι αναρίθμητες συλλήψεις και δίκες, εκτελέσεις κλπ των γνωστών κομμουνιστικών στελεχών στην ΕΣΣΔ (Ζινόβιεφ, Κάμενεφ,κα.), και όλων των γνωστών και φίλων (ήταν αδύνατον να δολοφονήσεις αυτούς και να αφήσεις να ζήσουν οι άλλοι, τα αδέρφια τους, αδύναμοι μάρτυρες, μάρτυρες ωστόσο οι οποίοι καταλάβαιναν τα πάντα στο βάθος).
Ιδρύθηκε στο Παρίσι μια «Επιτροπή έρευνας για τις δίκες της Μόσχας – και για την υπεράσπιση της ελευθερίας τη γνώμης μέσα στην επανάσταση».  Ήταν ο απελπισμένος αγώνας μιας «χούφτας συνειδήσεων» ενάντια στην πλήρη κατάπνιξη της αλήθειας στην παρουσίαση των εγκλημάτων που χαντάκωναν την ΕΣΣΔ και προετοίμαζαν την ήττα της Ισπανικής Δημοκρατίας». Γιατί είναι γνωστό πια, ότι, όπως λέει κι ο ίδιος ο συγγραφέας, η υπερβολή του πιο ασύστολου ψεύδους που θα μπορούσε να συλλάβει κανείς ήταν ολοφάνερη στα μάτια μας, εμάς των μαρτύρων που ήμασταν σχεδόν φιμωμένοι. Ο παραλογισμός φτάνει στο ζενίθ: οι Μυστικές Υπηρεσίας μπερδεύονται με τη Γκεστάπο, η Ιαπωνία μπαίνει στη σκηνή, κατηγορούνται οι τροτσκιστές για το λιμό της κολεκτιβοποίησης, ενώ βρίσκονται στη φυλακή! Η σοβιετική εξουσία εξαφανίζει οποιονδήποτε είχε γίνει μάρτυρας οποιουδήποτε εγκλήματος, ώστε το χαλκευμένο ψεύδος να γίνει πιστευτό.
Το «μυστήριο των ομολογιών», που δεν καταλαβαίνουν οι δυτικοί διανοούμενοι επικαλούμενοι την ατομική συνείδηση, εξηγείται από τον Σερζ με «ρωσική εξήγηση». Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι οι επαναστάσεις και τα απολυταρχικά καθεστώτα διαμορφώνουν μια άλλη ατομική συνείδηση και ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή σύγχυσης της ανθρώπινης συνείδησης. Ο Αντρέ Ζιντ, πρόθυμος να κάνει «πολλά για τα θύματα της Μόσχας» ανακόπτεται (δυο φορές προσπάθησε να με πλησιάσει ο Μπουχάριν και τον εμπόδισαν… δεν θέλω ωστόσο να υπάρχει ούτε ίχνος πεσιμισμού στο βιβλίο μου… Τι βρισιές έχω να εισπράξω! Και θα υπάρχουν πολιτοφύλακες της Ισπανίας που θα με θεωρήσουν πραγματικά προδότη!)
Η αντίθεση των αναρχικών ομάδων στην Ισπανική Επανάσταση με το κομμουνιστικό κόμμα είναι γεγονός το 1937 (προετοιμάζουν στη Βαρκελώνη την εξολόθρευση κάποιων χιλιάδων αναρχικών και στρατευμένων στην POUM). Οι αρχηγοί του POUM συλλαμβάνονται, οδηγούνται σε άγνωστο προορισμό, όχι από την κανονική αστυνομία αλλά από την αστυνομία του κομμουνιστικού κόμματος. Ήξερα ότι αν ο Αντρές Νιν [2]έπεφτε στα χέρια των Ρώσων, δεν θα έβγαινε ζωντανός.
Και αργότερα:
« Η Ισπανική Δημοκρατία χάθηκε! « Αδυνατώντας να νικήσει τον φασισμό, εγκατέστησε στο εσωτερικό ένα καθεστώς στρατοπέδων συγκέντρωσης και δολοφονιών ενάντια στους πιο δραστήριους και τους πιο σίγουρους αντιφασίστες και έχασε έτσι το ηθικό κύρος της δημοκρατίας.
Τα εγκλήματα αυτά διαπράττονται με το γνήσιο ύφος των δικών της Μόσχας. (…) Παρακολουθούσαμε τη γέννηση των συλλογικών ψυχώσεων όπως αυτές που είχαν διαπραχθεί τον Μεσαίωνα, καθώς και τη δημιουργία μιας μεθοδικής καταστολής της κριτικής σκέψης που με τόσο κόπο είχε κατακτηθεί μέσα από τον σύγχρονο στοχασμό. (…) Για τον απολυταρχισμό ο μεγαλύτερος εχθρός είναι η κριτική σκέψη- γι αυτό αγωνίζεται με πείσμα να την εξαφανίσει. Δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση ανάμεσα στους επίσημους κομμουνιστές και τους κομμουνιστές της αντιπολίτευσης, μόνο βρισιές, απειλές, καταγγελίες.
Το κίνημα διεθνούς αλληλεγγύης υπέρ των καταδιωγμένων της Ισπανίας που οργανώθηκε αυτήν την εποχή, φαίνεται ότι είχε ένα αποτέλεσμα. Την άνοιξη του 1937, ωστόσο, ο Σερζ την χαρακτηρίζει «μαύρη». Έχει εξολοθρευθεί η εξέγερση της Βαρκελώνης κι έχει αρχίσει η δεύτερη από τις έξι μεγάλες δίκες της Μόσχας. Τα εγκλήματα διαδέχονται το ένα το άλλο (πάλι ο συγγραφέας δίνει ονοματεπώνυμο στις άπειρες τραγωδίες γύρω του)∙ μέσα σ αυτά και η μυστηριώδης εξαφάνιση του γιου του Τρότσκι, Λέων Σέντοφ.
Το αισιόδοξο και λαμπερό Παρίσι της Παγκόσμιας Έκθεσης του 1937, απομακρυνόταν στο παρελθόν. Ο αντίκτυπος της Ισπανικής και της ρωσικής τραγωδίας στη Γαλλία είναι άμεσος. Η πανωλεθρία της Ισπανίας προκάλεσε πραγματικά ηθική καταστροφή στη Γαλλία. Με την εισβολή του Φράνκο στη Μαδρίτη και στη συνέχεια στη Βαρκελώνη εκατοντάδες χιλιάδες καταδιωγμένοι διασχίζουν τα Πυρηναία. Η γενναιοδωρία εξαφανίζεται, οι μάζες απλώς απομακρύνονταν από τους ηττημένους και από τα προβλήματα που αυτοί σιωπηλά έθεταν. (…) Θα άκουγα αργότερα, στην πορεία για την ήττα της Γαλλίας, εξαιρετικούς ανθρώπους να μιλούν με περιφρόνηση για τους «Ισπανούς καταδιωγμένους».
Άλλωστε, και σε επίπεδο πολιτικής η συμφωνία του Μονάχου αφήνει ξεκρέμαστους τους Τσεχοσλοβάκους εφόσον Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία και Γερμανία συμφωνούν να παραχωρηθεί η Σουδητία στη Γερμανία και με εδαφικές συνέπειες γενικότερα υπέρ της Γερμανίας[3].  Είναι φανερό πια ότι ο γαλλικός λαός δεν μπορεί να αγωνιστεί, κι αυτό έχει επιπτώσεις στην πορεία του γαλικού εργατικού κινήματος.
Την ίδια εποχή ο Σερζ έρχεται σε ρήξη με τον Τρότσκι, που είναι εξόριστος στη Νορβηγία (τον έβλεπα να μπερδεύει μέσα στη λάμψη μιας υψηλής ευφυΐας τις σχηματικές μεθόδους του παλιού μπολσεβικισμού, για τον οποίο πίστευε ότι θα ερχόταν η αναπόφευκτη ανάσταση, σε όλες τις χώρες). Το πρόβλημα της ελευθερίας δεν μπόρεσε να το θέσει η Κόκκινη επανάσταση, καταλήγει ο συγγραφέας. Ο συκοφαντημένος, εκτελεσμένος, δολοφονημένος τροτσκισμός αποτελούσε εδώ απόδειξη μιας νοοτροπίας συμμετρικής προς τη νοοτροπία του σταλινισμού που η ίδια πολεμούσε. Η Αριστερή Αντιπολίτευση, κατά τον Σερζ, ήταν ένα κίνημα προσκολλημένο στην υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Και ο πόλεμος πλησιάζει… Ενώ η Ισπανία θα μπορούσε να νικήσει το φασισμό βοηθούμενη κι απ τους Μαροκινούς αυτονομιστές, η ΕΣΣΔ σαν να προσπαθούσε να τραβήξει σε μάκρος την αντίσταση στον φασισμό με μοναδικό σκοπό να κερδίσει χρόνο. Το Γενάρη του 1939 ο Φράνκο μπαίνει στη Βαρκελώνη χωρίς αντίσταση. Τα παρασκήνια της σχέσης Γερμανίας Ρωσίας, που κατέληξαν στο σύμφωνο Ρίμπεντροπ- Μολότοφ δίνονται με σχετικές λεπτομέρειες. Η αλλαγή κατεύθυνσης στην πολιτική βρετανών και γάλλων κατάφερε να αποθαρρύνει την εργατική τάξη και τη λαϊκή αριστερά γενικότερα. Στην πραγματικότητα σήμαινε την εγκατάλειψη του πολωνικού λαού και των Εβραίων της Πολωνίας στο ναζισμό, την εγκατάλειψη των δημοκρατιών που απειλούνταν από τον ολοκληρωτισμό, τη συγκατάθεση της ΕΣΣΔ για την απαρχή του πολέμου.
Ο Σερζ βιώνει την παράδοση του Παρισιού στους Γερμανούς τον Ιούνιο του 1940. Κανείς δεν θέλει τον πόλεμο, κανείς δεν θέλει να αντιδράσει. Το κόμμα της αντίστασης (Ρεϋνώ, Νταλαντιέ, Λεόν Μπλουμ) έχει διαιρεθεί. Οι ξένοι που δεν είναι νόμιμοι οδηγούνται στην αστυνομία ενώ οι φυγάδες αντιναζιστές και αντιφασίστες θα γνωρίσουν καινούριες φυλακές: τις φυλακές της Δημοκρατίας που ήταν το τελευταίο τους άσυλο σ αυτή την ήπειρο και που τώρα χαροπαλεύει και έχει χάσει τα μυαλά της. Τους Ισπανούς και τις διεθνείς ταξιαρχίες που νίκησαν τον φασισμό στη Μαδρίτη τους συμπεριφέρονταν σα να ήταν πανουκλιασμένοι…
Η «κατάσταση της αποσύνθεσης» έχει προχωρήσει. Θα μπορούσαν να πολεμήσουν όλοι οι επαναστάτες όπως κι όλος ο γαλλικός λαός, αλλά κανείς δεν πίστευε σε τίποτε. Παρόλ αυτά, ο συγγραφέας διακρίνει την ιστορική αίσθηση που έχουν κάποιοι άνθρωποι που διαφεύγουν μαζί τους, ότι «αυτό θα συνέβαινε…»: λίγοι άνθρωποι έχουν αυτή τη νέα αίσθηση που ο σύγχρονος άνθρωπος ετοιμάζεται να αποκτήσει με κόπο: την ιστορική αίσθηση. (…) Μεγάλωσα μέσα σε ρώσους επαναστάτες εξορισμένους, οι οποίοι ήξεραν ότι η επανάσταση ερχόταν, αδυσώπητα  προς αυτούς, από τα βάθη του μέλλοντος. Μου δίδαξαν χωρίς λέξεις την πίστη στον άνθρωπο και τη βέβαιη αναμονή των αναγκαίων κατακλυσμών.
Όλοι τρέπονται σε φυγή, καθώς ο Χίτλερ απαιτεί την αλλαγή καθεστώτος. Αισθάνομαι αιφνιδίως αυτή την οδυνηρή αποκάλυψη: ότι είμαστε εμείς, πολιτικοί πρόσφυγες, διωκόμενοι επαναστάτες, τριπλά ηττημένοι στην παρούσα κατάσταση γιατί ορισμένοι από «εμάς» δεν είναι πια «με μας», έχοντας ηττηθεί στο βάθος της ψυχής τους και αποθαρρυνθεί. Και ότι μια άθλια μάχη ξεκινά ανάμεσά μας για τις θέσεις στην τελευταία λέμβο που βυθίζεται.
Μασσαλία, μια «πόλη κόκκινη», με ένα κόκκινο όμως σε απόχρωση καμπίνας. Η ύπαρξη κρέμεται σε ένα τεντωμένο σκοινί. Κάποιους όλες οι αστυνομίες τους κυνηγούν με λύσσα. Ο Σερζ γράφει, όχι από «αγάπη» για τη λογοτεχνία, αλλά γιατί έπρεπε να καταγράψει κάποιος αυτούς τους καιρούς. Η δυστυχία είναι ταπεινωτική. Είναι η εποχή της αυτοκτονίας του Μπένγιαμιν και της δολοφονίας του Τρότσκι.
  Ο αμερικάνος Μακντόναλντ, κι άλλοι ομοεθνείς του υπόσχονται βίζες. Για μία μόνο απόδραση θα μπορούσε να γραφεί ένα ολόκληρο μπαλζακικό βιβλίο, γεμάτο με απρόσμενα επεισόδια και σκοτεινά παρασκήνια…
Ο  Σερζ φεύγει για τη Μαρτινίκα μαζί με το γιο του. Περνά από τον Άγιο Δομίνικο του Τρουχίλιο (ήμασταν παράξενα ελεύθεροι), από το Μεξικό, για να καταλήξει στην Αβάνα (η σαρκική ομορφιά της λάμπει κάτω από το ηλεκτρικό φως). Είναι η εποχή όπου αρχίζει η μάχη στο Λένινγκραντ, κι αν και βρίσκεται μακριά, δεν παύει να είναι σε επιφυλακή. Σταματά αυτές τις αναμνήσεις, όπως λέει ο ίδιος, στο κατώφλι του Μεξικού.

10.      Σε πλήρη αναμονή

Αναστοχαστικό αυτό το σύντομο κι επιλογικό κεφάλαιο. Ο πενηντάχρονος πια συγγραφέας , κλείνοντας έναν μεγάλο κύκλο αγώνων, αιχμαλωσιών, απελάσεων, φυλακίσεων συνοψίζει τη δράση του και τις εμπειρίες του, τις διαψεύσεις και τις προσωπικές αποτυχίες του καταλήγοντας στο ότι «ο αγώνας συνεχίζεται». Έχει συνείδηση του ότι έζησε σε μια εποχή που σηματοδοτεί το τέλος ενός κόσμου, την αρχή ενός άλλου. Το στίγμα που δίνει στον εαυτό του είναι αυτό του συγγραφέα: είναι μάλλον στα βιβλία μου που βασίζομαι περισσότερο, αλλά έγραψα πολύ λιγότερο απ όσο ήθελα, βιαστικά, χωρίς να μπορέσω να τα ξαναδιαβάσω, αγωνιζόμενος. Αγωνιζόμενος έναν αγώνα που, σαν κατηγορική προσταγή, υπαγορεύει την υπεράσπιση του ανθρώπου ενάντια στα συστήματα που προγραμματίζουν την εκμηδένιση του ατόμου.
Χριστίνα Παπαγγελή




[1] Στο 17ο Συνέδριο του κόμματος, τον Ιανουάριο του 1934, μολονότι αναγνωρίστηκε ο "θρίαμβος της σταλινικής πολιτικής", μεταξύ των παλαιότερων στελεχών γινόταν συζητήσεις για αντικατάσταση του Στάλιν με τον Κίροφ. Στην ψηφοφορία δε για την εκλογή των μελών της νέας Κεντρικής Επιτροπής, το 10% των συνέδρων καταψήφισε τον Στάλιν. Στις 10 Ιουλίου του ίδιου έτους το Κόμμα χάνει τον έλεγχο της υπηρεσίας ασφαλείας που εντάσσεται στο Υπουργείο Εσωτερικών Υποθέσεων (NKVD). Η δολοφονία του Κίροφ την 1η Δεκεμβρίου του 1934 θα αποτελέσει την αφορμή για την εκκαθάριση από τον Στάλιν των αντιπάλων του μέσα στο Κόμμα.Την ίδια μέρα τέθηκε σε ισχύ διάταγμα που προέβλεπε τη διερεύνηση υποθέσεων με ταχύτατο και απλοποιημένο τρόπο και απαγόρευε την έφεση και την αίτηση χάριτος. Το Σεπτέμβριο του 1936 ο υπουργός Εσωτερικών Υποθέσεων Χένρικ Γιάκοντα αντικαταστάθηκε από τον Νικολάι Γιεζόφ με το όνομα του οποίου συνδέθηκε η περίοδος των μαζικών διώξεων.
[2] Αξίζει κανείς να διαβάσει το βιογραφικό του http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%AD%CF%82_%CE%9D%CE%B9%CE%BD
[3] http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%85%CE%BC%CF%86%CF%89%CE%BD%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%9C%CE%BF%CE%BD%CE%AC%CF%87%CE%BF%CF%85

Δεν υπάρχουν σχόλια: