Αυτή την εποχή η ζωή είναι το πιο φτηνό
πράγμα
Στα ίδια πλαίσια με το βιβλίο της προηγούμενης ανάρτησης κινείται και «Η ενέδρα» (σχέση Ελλήνων- Βουλγάρων), που περιγράφει -με λογοτεχνικό όμως
τρόπο- ένα αληθινό περιστατικό, ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε στα
χωριά του «καζά» της Ζίχνης κατά τον
Μακεδονικό αγώνα. Ο συγγραφέας του βιβλίου Γεώργιος Μάλαμμας, συνταξιούχος
σήμερα δάσκαλος στην Αλιστράτη και πατέρας της Αλεξάνδρας Μάλαμμα, μεταφέρει
παραστατικά το επεισόδιο που άκουγε τις μέρες της κατοχής να αφηγείται κάποιος
από τους πρωταγωνιστές της ιστορίας, που όταν συνέβη ήταν μικρό παιδί και
βασικός μάρτυρας.
Είναι η εποχή που οι
Βούλγαροι κομιτατζήδες στη Σκρίτζοβα (= Σκοπιά), όπου το βουλγαρόφωνο στοιχείο
ήταν πολυπληθέστερο, έχουν γεμίσει την
Αλιστράτη πράκτορες για προσηλυτισμό. Πολλοί
φιλήσυχοι κάτοικοι εκβιάζονται προκειμένου να προσχωρήσουν στην Εξαρχία,
ενόψει των εκλογών. Έχει ήδη εξουδετερωθεί το κόμμα (Κομιτάτο) των Σαντραλιστών
που ήταν αυτονομιστές με σκοπό την πολιτική και κοινωνική απελευθέρωση όλων των
Μακεδόνων, από το κόμμα (Κομιτάτο) των Βερχοφιστών[1]του
Φερδινάνδου, που ήταν υπέρ της προσάρτησης της Μακεδονίας στη Βουλγαρία. Επικεφαλής
της εκστρατείας εκβουλγαρισμού στην περιοχή είναι ο Πανίτσας (έχει ξεκληριστεί
η οικογένεια του πρόκριτου Κομβόκη στο Εγρί Δερέ (Καλλιθέα), ενώ ήδη έχει προσχωρήσει η
Γράτσιανη (Αγιοχώρι Σερρών, Β.Δ. της Αλιστράτης) στην Εξαρχία). Στον αντίποδα,
αρχηγός των ανταρτών είναι ο καπετάν Δούκας. Η μυστική συνάντηση των 63
προκρίτων από τα 23 χωριά της περιοχής στο μοναστήρι της Εικοσιφοίνισσας με αφορμή
των 15αύγουστο, έχει ως στόχο την υπογραφή κειμένου όπου ζητούν τη μεσολάβηση
του Πατριάρχη. Όλοι υπογράφουν εκτός της Σκρίτζοβας και της Γράτσιανης, με
εξαίρεση τον Γρατσιανό Θανάση Στόγα.
Ο πόλεμος ωστόσο δεν είναι
φανερός, προς το παρόν είναι ανορθόδοξος. Κάποιοι προσχωρούν στην Εξαρχία από
φόβο, κάποιοι μετά από βία και αίμα. Η πάλαι ποτέ ειρηνική συνύπαρξη
διακόπτεται από βίαια επεισόδια, ενέδρες και δολοπλοκίες, ως και απροσδόκητες
δολοφονίες, ενώ το κλίμα υποψίας για πράκτορες και προδοσίες δηλητηριάζει την
ηρεμία. Αυτή η ιστορία με την Εξαρχία, πέρα από όλες τις άλλες επιπτώσεις,
διέλυε και τον κοινωνικό ιστό. Σχέσεις φιλικές, συγγενικές, επαγγελματικές,
έφτασαν στο έσχατο σημείο μιας αντιπαράθεσης που ξεπερνούσε κι αυτά
τα όρια του μίσους κι έφτανε μέχρι το έγκλημα.
Μια τέτοια λοιπόν αληθινή
ιστορία δολοπλοκίας αποκαλύπτει ο συγγραφέας, μια ιστορία όπου ο θύτης και το
θύμα συγχέονται, όπου η φύση παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο κι όπου δοκιμάζεται η
ανθρωπιά. Εξοικειωνόμαστε με τον χώρο, το Παρθεναγωγείο και το Αρρεναγωγείο, το
σπίτι του κυρ Κωστάκη του δάσκαλου (του οποίου το κατώι οδηγεί σε σήραγγα όπου
κρύβονται οι αντάρτες), εξοικειωνόμαστε με τα πρόσωπα, με τα τοπία
(ομολογουμένως οι περιγραφές είναι σε κάποια σημεία κουραστικές). Στην
παραστατικότητα του κειμένου συνηγορούν και τα ολοσέλιδα σχέδια με μολύβι, που
συνοδεύουν πιστά την αφήγηση. Εξοικειωνόμαστε επίσης και με τις παλιές
ονομασίες των χωριών αλλά και με λέξεις- όρους της περιοχής, όπως και με έθιμα
(μιτζί, νυχτέρι, κ’ρτσμα κ.α.), ενώ οι διακριτικές εθνικιστικές πινελιές (π.χ.
όσο αφορά την ετυμολογία των τοπωνυμίων) δικαιολογείται από το κλίμα της
εποχής.
Χριστίνα Παπαγγελή
[1] Από την
αρχή στους κόλπους της οργάνωσης υπήρξαν δύο τάσεις: Οι «Βερχοβιστές», από τον
όρο Varhoven Komitet), δηλαδή οι οπαδοί της Ανωτάτης Επιτροπής που απέβλεπαν
στην ενσωμάτωση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία και οι «σεντραλιστές» (από τον όρο
Centralen Komitet), οι οποίοι προτιμούσαν τη δημιουργία ανεξάρτητου ή αυτόνομου
κράτους της Μακεδονίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου