Εκνευριστικά
πρωτότυπο το βιβλίο αυτό από άποψη δομής, χωρίς –κατά τη γνώμη μου- να
πετυχαίνει το στόχο που ίσως είχε στο μυαλό της η γνωστή από «Τα παρασκήνια του μουσείου» και το «Ανθρώπινο κροκέ» βρετανίδα
συγγραφέας. Όπως συνηθίζει, πρόκειται
ουσιαστικά για μια οικογενειακή ιστορία
με πολλά μέλη, των οποίων οι προσωπικές ιστορίες αλληλοπλέκονται, ενώ ως
ιστορικό φόντο έχουμε την εποχή 1910- 1967 με ιδιαίτερη έμφαση στο Β΄ παγκόσμιο
πόλεμο. Στο συγκεκριμένο βιβλίο, όμως, η Άτκινσον ακολουθεί μια πορεία που όχι
μόνο δεν είναι ευθύγραμμη, αλλά εκθέτει τις διάφορες εκδοχές /σενάρια που θα
μπορούσαν να ξετυλιχτούν μετά από κάποια οριακά γεγονότα. Η φιλόδοξη αυτή
πρόθεση νομίζω στέρησε το βιβλίο από άλλες αρετές.
Το
μυθιστόρημα όλο είναι κατακερματισμένο σε πάρα πολλά και μικρά κεφάλαια (πολλά
απ αυτά, ιδιαίτερα στην αρχή, είναι δυο
σελίδων). Προσδιορίζονται με βάση την ημερομηνία, π.χ. έχουμε 13 κεφάλαια με
τίτλο την ημερομηνία « 11 Φεβρουαρίου 1910», μέρα κατά την οποία γεννιέται η
βασική ηρωίδα, η Ούρσουλα. Διαβάζουμε
είτε τη διαφορετική έκβαση της ιστορίας
είτε τη συνέχεια κάποιου απ τα σενάρια. Στην πρώτη εκδοχή, π.χ. το μωρό
Ούρσουλα πεθαίνει. Οι εκδοχές που
περιλαμβάνουν ένα θάνατο δεν έχουν φυσικά συνέχεια, έτσι, αν
ξανασυναντήσουμε τον τίτλο/ημερομηνία
του αντίστοιχου κεφαλαίου, ξέρουμε τι θα γινόταν αν ο ήρωας που είχε πεθάνει
στην τάδε εκδοχή, δεν πέθανε τελικά!
Η
κεντρική ηρωίδα, η Ούρσουλα, δε μου ήταν συμπαθής. Πέρα από τον
αποστασιοποιημένο χαρακτήρα της (η τριτοπρόσωπη αφήγηση δε βοηθά, έχουμε μάλλον
εξωτερική εστίαση στο φουλ), για κάποιο λόγο η συγγραφέας στην αρχή την
παρουσιάζει να έχει κάποιες μεταφυσικές ιδιότητες∙ να (προ)βλέπει κατά κάποιο τρόπο το μέλλον,
ιδιότητες που ατονούν στη συνέχεια. Κάτι
σαν έκτη αίσθηση, «ντεζαβού», που - σε λίγα σημεία ευτυχώς- γίνεται αντικείμενο σχολιασμού (ο χρόνος δεν είναι κυκλικός, είπε η Ούρσουλα
στον γιατρό Κέλετ, είναι σαν… παλίμψηστο/ το παρελθόν έμοιαζε να εισχωρεί στο
παρόν, σαν κάπου να υπήρχε κάποιο ελάττωμα. Ή μήπως το μέλλον ξεχυνόταν στο παρελθόν;
Ο χρόνος ήταν εξαρθρωμένος, αυτό ήταν σίγουρο/ το μέλλον την είχε ξαφνικά προλάβει). Ακόμα πιο αντιπαθητική είναι η μάνα, η
Σίλβι, που σ όλα τα σενάρια έχει ιδιαίτερη αδυναμία στον ένα της γιο, ενώ
φαίνεται φανερά να αντιπαθεί τον άλλον. Χωρίς κάποια εμβάθυνση, χωρίς αιτία. Άλλωστε
η συγγραφέας δε μας δίνει ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Φαίνεται να την απορρόφησε
πολύ να αποδώσει τους διαφορετικούς ρόλους στα διαφορετικά σενάρια, ιδιαίτερα
των δευτεραγωνιστών (π.χ. σε κάποιο σενάριο η θεία Ίζι, απρόβλεπτη και
προοδευτική, δίνει το μωρό της για υιοθεσία στη Γερμανία (η Σίλβι υπέθετε ότι τώρα θα ήταν Γερμανός πολίτης. Πόσο παράξενο που
ήταν μόνο λίγο μικρότερος από την Ούρσουλα αλλά, επισήμως, εχθρός), σε άλλο
σενάριο μεγαλώνει μαζί με την οικογένεια αλλά πνίγεται στη θάλασσα! Ο
κυκεώνας γίνεται ακόμα μεγαλύτερος αν προσπαθήσει κανείς να βρει μια λογική
σειρά στους τίτλους των ενοτήτων (δεν μπήκα στον κόπο). Τα γεγονότα απλώς
συμβαίνουν και είναι βαρετά όταν υποψιάζεσαι ότι στο επόμενο σενάριο θα
ανατραπούν.
Το γράψιμο
της Κέιτ Άτκινσον είναι γλαφυρό, κυλάει αβίαστα και ξέρει να εστιάζει στη
σημασία της καθημερινής στιγμής. Έτσι, δεν κουράστηκα να τελειώσω το βιβλίο, έχοντας και την
περιέργεια να δω πού θα πάει η ιστορία με… τον Χίτλερ! Γιατί, το πρώτο πρώτο
σενάριο είναι η δολοφονία του Χίτλερ από την Ούρσουλα, σ ένα μπαρ του 1930,
όταν ο Χίτλερ ήταν μεν γνωστός αλλά δεν είχε πάρει ακόμα την εξουσία. Στα επόμενα
κεφάλαια βλέπουμε ότι η ηρωίδα , όσο ζει στο Μόναχο, γνωρίζεται αρκετά στενά με την Εύα Μπράουν κι
έμμεσα με τον Χίτλερ. Αλλά δεν υπάρχει ένα νήμα σ αυτή την ιστορία γιατί
μπλέκονται με εγκεφαλικό τρόπο τα διάφορα σενάρια, που, παρεμπιπτόντως,
θυμίζουν το παραμύθι του Ευγένιου Τριβιζά
« Τα 88 ντολμαδάκια» (το παιδί φτιάχνει μόνο του την ιστορία
ακολουθώντας επιλογές ανάμεσα στις σελίδες).
Φιλόδοξο
λοιπόν και άστοχο το εγχείρημα κατά τη γνώμη μου, παρόλο που η σπερματική ιδέα
ακούγεται ελκυστική και (μετα)μοντέρνα:
οι πολλαπλές εκδοχές της «αλήθειας». Ο αναγνώστης/ εγώ βαρέθηκε αφόρητα!
Χριστίνα Παπαγγελή
Χριστίνα,
ΑπάντησηΔιαγραφήακριβώς αυτά που γράφεις σκέφτηκα κι εγώ:
έξοχη ιδέα, ιδιαίτερα πρωτότυπη κι αποκαλυπτική,
αλλά ...πόσο άλλο να την τραβήξει;
Αν και ιδωμένο διαφορετικά στη δική μου ανάρτηση, συμφωνούμε στην απαρέσκειά μας, αγαπητή Χριστίνα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠατριάρχη Φώτιε, η πρωτοτυπία είναι το καταφύγιο όσων δεν έχουν κάτι ουσιαστικό να πουν. Όταν έχεις κάτι να πεις, δε χρειάζεται να εισαι πρωτότυπος (άσε που γίνεσαι χωρίς να το επιδιώξεις)
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητή μου Κίκα,
ΑπάντησηΔιαγραφήείχα ψάξει στο διαδίκτυο (γκουγκλάρισα) αλλά δε βρήκα την ανάρτησή σου. Τώρα όμως που την είδα και τη διάβασα, θεωρώ ότι είναι πιο εμπεριστατωμένη και παραθέτω λινκ: http://anagnostria.blogspot.gr/search?q=%CE%B6%CF%89%CE%AE+%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%AC+%CF%84%CE%B7+%CE%B6%CF%89%CE%AE
Υ.Σ. Τι εννοείς " ηλεκτρονικές αναγνώσεις";
Αγαπητή Χριστίνα, ηλεκτρονικές αναγνώσεις σημαίνει ότι διάβασα το βιβλίο σε e-book. Δεν φαντάζεσαι ποσο μου αρέσει το ηλεκτρονικό διάβασμα σε ipad. Ευχαριστώ για το link.
ΑπάντησηΔιαγραφήΆντε! Ζηλεύω! Θα θελα να δοκιμάσω αλλά πώς θα τσακίζω τις σελίδες; πώς θα τραβάω νυχιές στα σημεία που μου αρέσουν;;; απ την άλλη, στις διακοπές κουβαλάω δέκα κιλά βιβλία!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή