Τρίτη, Δεκεμβρίου 04, 2012

Πατρίτσια Χάισμιθ, «Ξένοι στο τρένο», «Βαθιά νερά», «Θανάσιμα λάθη»


 Τρία «κοινωνικά» -ή μήπως ψυχογραφικά;- αστυνομικά μυθιστορήματα από τις προσεγμένες εκδόσεις «Ροές», όπου με το πρωτότυπο και συναρπαστικό της γράψιμο, η Πατρίτσια Χάισμιθ σκηνοθετεί από την αρχή μια παράξενη συνθήκη και στη συνέχεια ξεδιπλώνει την πλοκή κατά το «εικός και αναγκαίον»∙ με τρόπο δηλαδή φυσιολογικό, αβίαστο αλλά και αναπότρεπτο, παρόλο που οι συναισθηματικές καταστάσεις είναι ακραίες.
Αν και η πλοκή των τριών ισοδύναμων βιβλίων είναι τελείως διαφορετική, παρουσιάζουν μεταξύ τους κάποιες ομοιότητες που τα κάνουν να διαφοροποιούνται από τα συνήθη αστυνομικά: πρώτα πρώτα, η πλοκή δεν περιστρέφεται γύρω από την προσωπικότητα και τις ενέργειες του αστυνομικού ή του ντετέκτιβ, όπως συνήθως γίνεται, αλλά η συγγραφέας παρακολουθεί στενά τον δράστη, ή τέλος πάντων τον ένοχο/ύποπτο, του οποίου γνωρίζουμε όλες τις μύχιες σκέψεις και τα συναισθήματα. Η συγγραφέας οδηγεί τον αναγνώστη στο να ταυτιστεί με τον ήρωα, ο οποίος κατά κανόνα παγιδεύεται, ψυχολογικά αλλά και από τις περιστάσεις (οικογενειακή κατάσταση, επαγγελματικές σχέσεις κλπ) στα δίχτυα που του στήνουν τα συναισθήματά του. Έντονα πάθη (π.χ. ζήλεια, έρωτας) δικαιολογούν την ψυχική σύγχυση, και σ’ αυτό η συγγραφέας είναι μάστορας γιατί στήνει σιγά σιγά κι ανεπαίσθητα τον κλοιό γύρω από την ενοχική συνείδηση. Συνήθως μάλιστα, υπάρχει κι ένα πρόσωπο-καταλύτης. Έτσι, π.χ., στο «Οι ξένοι στο τρένο» μια πολύ αργή ψυχική διαδικασία κάνει τον Γκάι να ενδώσει στην εξωφρενική πρόταση που του πρότεινε ο Μπρούνο, ο ξένος του τρένου : Ε! Έχω μια καταπληκτική ιδέα! Να κάνουμε φόνο ο ένας για τον άλλο, τι λές; Εγώ θα σκοτώσω τη γυναίκα σου και εσύ τον πατέρα μου. Συναντηθήκαμε στο τρένο, βλέπεις, και κανένας δεν ξέρει πως γνωριζόμαστε. Τέλειο άλλοθι! Κατάλαβες; Στα «Θανάσιμα λάθη» (αγγλικά: The blunderer= ο γκαφατζής): ο πρωταγωνιστής Γουόλτερ, θαυμάζει κρυφά τον Τόνυ Κίμμελ που δολοφόνησε την ανυπόφορη γυναίκα του γιατί κι ο ίδιος υποφέρει από την αλαζονεία της δικής του γυναίκας, της Κλάρας. Παγιδεύεται σε μια παράδοξη σχέση με τον Κίμμελ, και πέφτει σε μια σειρά ολισθήματα, «θανάσιμα λάθη» (γκάφες κατά το αγγλικό κείμενο) που τον οδηγούν στην ενοχοποίηση όταν η δική του γυναίκα βρίσκεται νεκρή με κατάληξη την καταστροφή. Στα «Βαθιά νερά» πάλι, ο ήρωας είναι πιο προκλητικός (οδηγείται στην «τέχνη του φόνου», όπως επισημαίνουν ο liondas στο blog του), αλλά και πάλι ο αναγνώστης τον δικαιολογεί, γιατί η γυναίκα του είναι ακόμα πιο προκλητική.
Παρόλο που ο ψυχολογικός παράγοντας φαίνεται να έχει την πιο βαρύνουσα σημασία, δεν υπάρχει η αυθαιρεσία που διακρίνει αυτού του είδους τα αφηγήματα (όπου συνήθως όλα εξηγούνται π.χ. από τον αρρωστημένο ψυχισμό του ψυχοπαθούς δολοφόνου). Η δράση-αντίδραση κάθε φορά είναι ξεκάθαρη, και κατά τη διάρκεια όλου του βιβλίου ο ήρωας μετεξελίσσεται σιγά σιγά, βήμα βήμα, μέσα από πάλη με τον εαυτό του και συγκρούσεις με τα πρόσωπα που τον περιστοιχίζουν. Οι διάλογοι είναι αριστοτεχνικοί και συμβάλλουν σ’ αυτή την αίσθηση «διαλεκτικής» πορείας προς τη λύση/κάθαρση.
Δεν είναι τυχαίο ότι το «Ξένοι στο τρένο», που σημειωτέον είναι το πρώτο βιβλίο της Χάισμιθ και το έγραψε σε ηλικία  29 ετών, έπεσε στα χέρια του Χίτσκοκ ο οποίος πήρε αμέσως τα δικαιώματα και το γύρισε σε ταινία (Strangers on a Train, 1951, Alfred Hitchcock / Farley Granger, Ruth Roman, Robert Walker) που κατατάσσεται στα ψυχολογικά θρίλερ.  

Χριστίνα Παπαγγελή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου