Ο αφηγητής είναι ο γνωστός από το «Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή» Νέιθαν, συγγραφέας, που παρακολουθεί με συμ-πάθεια τον Κόλμαν και προσπαθεί να κατανοήσει την προσωπικότητά του, αλλά και το μυστήριο του θανάτου του (αυτοκινητιστικό δυστύχημα).
Ο σχεδόν παραιτημένος (από τη ζωή και τον έρωτα) λοιπόν Νέιθαν, παρακολουθεί την «ερωτική φρενίτιδα» του Κόλμαν και προσπαθεί να ερμηνεύσει την ανάγκη ενός εβδομηντάχρονου να παραδοθεί στο σεξ (έστω και με βιάγκρα):
Ήταν πολυάσχολος, και η φύση, το κτήνος που υπήρχε μέσα του ήταν κλεισμένο σ’ ένα κουτί. Και το κουτί άνοιξε. Ο κοσμήτορας, ο πατέρας, ο σύζυγος, ο Παν/κός (…). Τέρμα όλ’ αυτά. Φυσικά, στα εβδομήντα σου δεν είσαι πια το ζωηρό κτήνος που ήσουνα στα 26, αλλά τα απομεινάρια του κτήνους, τα απομεινάρια της φύσης – τώρα έρχεται σε επαφή με τα απομεινάρια. Και είναι ευτυχισμένος με αυτό, είναι ευτυχισμένος που έρχεται σε επαφή με τα απομεινάρια. Είναι κάτι παραπάνω από ευτυχισμένος, ριγεί από συγκίνηση. Κι έχει δεθεί μαζί της (…). Δεν είναι η οικογένεια, δεν είναι το χρήμα, δεν είναι η κοινή φιλοσοφία, δεν είναι το καθήκον. Όχι, αυτό που τον δένει μαζί της είναι το ρίγος της συγκίνησης. Αύριο μπορεί να πάθει καρκίνο και να πάει. Αλλά σήμερα ζει αυτό το ρίγος.
Η «υπερβατική τόλμη» του Κόλμαν εισβάλλει στην ήρεμη, εσωτερική ζωή που είχε επιβάλει στον εαυτό του ο Νέιθαν και τον ανατρέπει:
Γιατί, λοιπόν, αφού μετέτρεψα την εμπειρία της απόλυτης απομόνωσης σε πλούσια, ολοκληρωμένη μοναχική ζωή- γιατί, έτσι εντελώς απροειδοποίητα, να αισθάνομαι μόνος; Τι είναι αυτό που μου λείπει; Ό, τι χάθηκε, χάθηκε. Αδύνατον ν’ απαλύνεις τη σκληρή πραγματικότητα, να πάρεις πίσω αυτά από τα οποία παραιτήθηκες. Τι ακριβώς είναι αυτό που μου λείπει; Απλούστατα, αυτό που έμαθα ν’ αποστρέφομαι. Αυτά που τους γύρισα την πλάτη. Η ζωή. Η εμπλοκή στη ζωή.
Ο Νέιθαν, ύστερα από το θάνατο του Κόλμαν (που προαναγγέλλεται από την αρχή του βιβλίου), ανασκευάζει το παρελθόν και τις σχέσεις και του κεντρικού ήρωα αλλά και της Φιόνα. Μ’ έκπληξη διαπιστώνει ότι ο Κόλμαν δεν είναι Εβραίος αλλά… μαύρος με ανοιχτόχρωμο δέρμα· μια σειρά συμπτώσεων τον σπρώχνουν να το αποκρύψει ώστε να εξελιχθεί η καριέρα του, απαρνιέται διαδοχικά οικογένεια, μάνα, καταγωγή κλπ. ρισκάρει να γεννήσει παιδιά μαύρης φυλής, το αποκρύπτει ακόμα κι από τη γυναίκα του, παρόλο που εκείνη είναι «ανοιχτό μυαλό» (η ανεκτικότητα απέναντι στο ανορθόδοξο δεν της έλειπε καθόλου της Άιρις· ανορθόδοξο γι’ αυτήν ήταν ό, τι συμμορφωνόταν περισσότερο με τα κριτήρια της νομιμότητας). Η ειρωνεία είναι ότι προς το τέρμα της ζωής του τον κατηγορούν για… ρατσιστή!
Ο Νείθαν ανατέμνει όλες τις σχέσεις του Κόλμαν (με τη μάνα του, τη γυναίκα του, τα παιδιά του- τέσσερα τον αριθμό-, τη Φιόνα. Όλες αυτές οι σχέσεις έχουν ειδικό ενδιαφέρον, αλλά το απόσταγμα του βιβλίου νομίζω βρίσκεται στις σελίδες 420-421:
Ναι, τα είχε καταφέρει για μεγάλο διάστημα, ώσπου να γεννηθούν όλα του τα παιδιά λευκά – όχι όμως ως το τέλος. Αιφνιδιάστηκε από κάτι εντελώς διαφορετικό και ανεξέλεγκτο. Ο άνθρωπος που αποφασίζει να σφυρηλατήσει ένα διαφορετικό ιστορικό πεπρωμένο, που ξεκινάει να ξεκλειδώσει την αμπάρα της ιστορίας και τα καταφέρνει, καταφέρνει να αλλάξει το πεπρωμένο του μόνο και μόνο για να παγιδευτεί από την ιστορία που δεν είχε λογαριάσει: την ιστορία που δεν είναι ακόμα ιστορία, την ιστορία που γράφεται κάθε λεπτό που περνάει, την ιστορία που εξελίσσεται όσο γράφω, που προκύπτει λεπτό με λεπτό και που το μέλλον θα την κατανοήσει καλύτερα από μας. το «εμείς» που είναι αναπόδραστο: η παρούσα στιγμή, η κοινή μοίρα, η διάθεση της στιγμής, το πνεύμα της χώρας σου, ο ασφυκτικός κλοιός της ιστορίας που είναι η εποχή σου. Αιφνιδιάστηκε από τον τρομερά πρόσκαιρο χαρακτήρα των πάντων.
Έτσι, ενώ ο Κόλμαν προσπάθησε να διαφύγει από την «στιγματισμένη» νέγρικη κοινωνία και απαρνήθηκε την ίδια του την καταγωγή, αποβλήθηκε 40 χρόνια αργότερα από μια κοινωνία που υπερασπιζόταν τα ίδια του τα δικαιώματα κι έτρεφε αντιρατσιστικό μίσος.
Κι όλα αυτά είναι γραμμένα στο γνώριμο, συναρπαστικό, υπερ- αναλυτικό κι ενδεχομένως λίγο φλύαρο ύφος του Φίλιπ Ροθ.
Χριστίνα Παπαγγελή