Δεν ήταν, ή δεν ήταν μόνο μια ολέθρια προδοσία, μια
προσωπική καταστροφή. Η προσβολή με είχε απασχολήσει τόσο ώστε δεν είχα
διακρίνει αυτό που πραγματικά ήταν – μια
ευκαιρία, ένα δώρο. Ήμουν ένας
μυθιστοριογράφος χωρίς μυθιστόρημα και
τώρα η τύχη μου είχε ρίξει στον δρόμο μου, ένα νόστιμο κόκαλο,
το
γυμνό περίγραμμα μιας απίστευτης ιστορίας.
Κι
εμείς, οι αναγνώστες του βιβλίου διαβάζουμε αυτή την απίστευτη ιστορία; Την
ιστορία δηλαδή που γράφει πυρετωδώς ο νεαρός εξαπατημένος συγγραφέας, εραστής
της πρωταγωνίστριας/αφηγήτριας, μόλις αποκάλυψε την απροσμέτρητη προδοσία σε
βάρος του; Μάλλον, τουλάχιστον ένα μέρος της! Μόνο που αυτό το ανακαλύπτουμε κι
εμείς στο τέλος, γιατί στις τελευταίες σελίδες ο πραγματικός συγγραφέας, ο Μακ
Γιούαν δηλαδή, μας επιφυλάσσει μια μεγάλη ανατροπή.
Θα
μπορούσε κανείς να ισχυριστεί τεκμηριωμένα ότι πρωταγωνιστής είναι ουσιαστικά η
λογοτεχνία∙ το πάθος για διάβασμα, το
πάθος για γράψιμο. Η πρωταγωνίστρια και αφηγήτρια είναι μια νεαρή αποτυχημένη μαθηματικός που
ουσιαστικά ήθελε να σπουδάσει αγγλική φιλολογία. Μια «ταχυαναγνώστρια» που αγαπά τη λογοτεχνία και ρουφά κυριολεκτικά τα
βιβλία. Δε βλέπει φιλολογικά όμως το πράγμα, η αναγνωστική της δίψα είναι μια
ανάγκη πιο άμεση, πιο ζωτική (οι ανάγκες
μου ήταν απλές. Δε με πολυαπασχολούσε το θέμα ή οι εύστοχες φράσεις και πηδούσα
τις εκλεπτυσμένες περιγραφές του καιρού, των τοπίων ή των εσωτερικών χώρων.
Ήθελα χαρακτήρες πειστικούς και ήθελα ο συγγραφέας να μου εξάπτει την
περιέργεια για το τι επρόκειτο να τους συμβεί). Μάλιστα οι φίλες της που
σπούδαζαν φιλολογία γελάνε με τις επιλογές της, όμως, όπως λέει η ίδια, εκείνα τα βιβλία προετοίμασαν την καριέρα
της στις μυστικές υπηρεσίες.
Πώς
η πηγαία αγάπη της Σερίνα για τη λογοτεχνία την οδηγεί στη μυστική ασφάλεια των
βρετανών, τη Μ15, όπου προσλαμβάνεται μετά από την παρότρυνση του αρκετά
μεγαλύτερου σε ηλικία ερωτικού της συντρόφου Τόνυ Κάννινγκ; Κατά το «εικός και
αναγκαίον»! Ο Γιούαν βάζει την ηρωίδα του -ένα έξυπνο και εντυπωσιακό σε
εμφάνιση αλλά άπραγο κορίτσι- να
αφηγείται με εξομολογητική διεισδυτικότητα όλα τα βήματα που την οδήγησαν σε
μια καταστροφική αυτοπαγίδευση: τη συμμετοχή της σε μια φοιτητική φυλλάδα με
κριτικές σε βιβλία, απ όπου την έδιωξαν επειδή τα βιβλία που διάβαζε (π.χ. Το μηδέν και το άπειρο του Άρθουρ
Καίστλερ, Το αρχιπέλαγο Γκουλάγκ, του
Σολζενίτσιν, Η επικίνδυνη στροφή του
Ναμπόκοφ, το 1984 του Όργουελ) είχαν
«παρασοβαρέψει», το ίδιο και οι κριτικές
της∙ τις ερωτικές της σχέσεις και κυρίως
τη σχέση της με τον Τόνυ, καθηγητή ιστορίας , που, πεισμένος για την
αντισοβιετική και ψυχροπολεμική ιδεολογία της Σερίνα, την ωθεί στο να ασχοληθεί
με τα προβλήματα της εποχής, να έχει άποψη, και να δώσει εξετάσεις στη Μυστική
Υπηρεσία∙ την πρόσληψή της στη Μ15 που της εξασφαλίζει μια σταθερή δουλειά (μπορούσα να ανακοινώσω στους γονείς μου ότι
είχα μια αξιοπρεπή δημοσιοϋπαλληλική θέση στο τμήμα Υγείας και Κοινωνικής
Ασφάλισης∙ τη συμμετοχή της στην «Επιχείρηση ζάχαρη», ένα σχέδιο των
μυστικών υπηρεσιών για να προωθήσουν την
κουλτούρα και να καλλιεργήσουν το σωστό είδος διανοουμένων (!)∙ τον έρωτα
ανάμεσα σ εκείνη και τον υποψήφιο νεαρό συγγραφέα/ θύμα, τον Τομ Χάλεϋ (πώς μπορείς ν αγαπήσεις έναν άνθρωπο μέσα
από τα διηγήματά του;), τα ψέματα
που αναγκάζεται να λέει. Και ύστερα ο… γκρεμός, το αδιέξοδο, η καταστροφική
ντροπή μπροστά στη γελοιοποίηση και των δύο όταν γίνεται γνωστό ότι το βραβείο
Όστεν, που ποτέ δεν είχε δοθεί σε πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα, δόθηκε σε
κάποιον που έπαιρνε επιχορήγηση από τη μυστική ασφάλεια! Η προδοσία που σκοτώνει
τον έρωτα…
Τέλος,
ποιος είπε ότι η ποίηση δεν προκαλεί κανένα
γεγονός;
Το
ενδιαφέρον που προκαλεί στον αναγνώστη η μυθιστορηματική πλοκή (σε συνδυασμό βέβαια με το εγγυημένο ύφος του
Μακ Γιούαν) είναι πολυδιάστατο:
·
Αρχικά, μας μεταφέρει
στην καρδιά της δεκαετίας του ’70, κάτω από μια… ασυνήθιστη οπτική (την οπτική
των στελεχών της Μ15, φιλτραρισμένη βέβαια μέσα από τα μάτια μιας
καλοπροαίρετης συνηθισμένης κοπέλας) ∙ είναι
η δεκαετία όπου φτάνει στο
αποκορύφωμα ο ψυχρός πόλεμος, η δεκαετία των απεργιών, των διαδηλώσεων και των εξεγέρσεων του ΙΡΑ. Της
σοβιετικής/κομμουνιστικής απειλής αλλά και του πολέμου του Γιομ Κιπούρ στο
Ισραήλ, των ερυθρών ταξιαρχιών, της πυρηνικής απειλής, των μπητλς, των χίππις. Η νέα απειλή ήταν η τρομοκρατία. Δεν ήταν μόνο
ο ΙΡΑ, ή οι διάφορες παλαιστινιακές ομάδες. Οι παράνομες αναρχικές οργανώσεις και οι αριστερίστικοι πυρήνες
στην ηπειρωτική Ευρώπη ήδη έβαζαν βόμβες και απήγαν πολιτικούς και βιομηχάνους.
Οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, η Ομάδα Μπάαντερ Μάιχοφ, οι Τουπαμάρος και αντίστοιχες
οργανώσεις στη Λατινική Αμερική, ο Συμβιωτικός Απελευθερωτικός Στρατός στις ΗΠΑ- αυτοί οι διψασμένοι για αίμα
μηδενιστές και ναρκισσιστές ήταν πολύ καλά διασυνδεδεμένοι διεθνώς και σύντομα
θα αντιπροσώπευαν και εδώ μια εσωτερική απειλή.
Βλέπουμε το μηχανισμό των Μυστικών Υπηρεσιών, που
ανταγωνίζονται η μια την άλλη (αρχής γενομένης από τις ΗΠΑ) όχι μόνο να
επιβληθούν στρατιωτικά μέσα στο ψυχροπολεμικό κλίμα, αλλά να επιβάλουν μια
κουλτούρα. [1] Μέσα
σ αυτό το κλίμα, η μικρή χλωμή τσιλιβίθρα
φιλοδοξεί να σώσει το ετοιμόρροπο κράτος. Βέβαια, αρχικά δεν προσλαμβάνεται
σε κάποια θέση αξιωματούχου, όπως ήλπιζε… Όπως
ακριβώς ένας νεοσύλλεκτος υποχρεώνεται να αποδεχτεί την καινούρια του ζωή
ξεφλουδίζοντας πατάτες και τρίβοντας το προαύλιο με οδοντόβουρτσα, έτσι κι εγώ
πέρασα τους πρώτους μου μήνες συνθέτοντας καταλόγους των μελών των επαρχιακών
οργανώσεων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Μεγάλης Βρετανίας και φακελώνοντας όποιον δεν είχε ήδη
φακελωθεί.
Η Σερίνα όμως, λόγω της σχέσης της με τη λογοτεχνία
και της εντυπωσιακής της εμφάνισης, γρήγορα
κρίνεται ότι είναι το κατάλληλο άτομο να παγιδεύσει τον Τομ και να φέρει σε
πέρας την «Επιχείρηση ζάχαρη» (Sweet
tooth). Η ιδέα ήταν να δελεάσουν τους αριστερότερα του
κέντρου Ευρωπαίους διανοούμενους και να τους απομακρύνουν από τη μαρξιστική
προοπτική. Να εστιάσουν σε πρόσφορους νέους συγγραφείς που έχουν ανάγκη από οικονομική
ενίσχυση… Ο συγγραφέας δε χρειάζεται να
είναι κανένας φανατικός του Ψυχρού Πολέμου. Απλώς να βλέπει με σκεπτικισμό τις
ουτοπίες της Ανατολικής Ευρώπης ή την επικείμενη καταστροφή της Δύσης/η ΥΕΠ στο
απόγειό της δεν υπέδειξε στον Όργουελ ή στον Κέσλερ τι να γράψουν στα βιβλία
τους. Όμως έκανε ό, τι μπορούσε για να διασφαλίσει ότι οι ιδέες τους θα
κυκλοφορήσουν ευρύτατα σ όλον τον κόσμο. Ο Τομ Χάλεϋ γράφει διηγήματα και δημοσιογραφικά
κείμενα όπου φαίνεται να είναι «καθαρός», δηλαδή φιλοατλαντικός… Η πρωταγωνίστρια θα παρουσιαστεί στον
πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα Τομ Χάλεϋ σαν εκπρόσωπος του φορέα «Ίδρυμα Διεθνούς
Ελευθερίας» και θα του προσφέρει γενναία
επιχορήγηση ώστε να τον ενθαρρύνει να γράψει μυθιστόρημα, που είναι καλύτερο
μέσο διάδοσης της κυρίαρχης ιδεολογίας απ
ό, τι το διήγημα.
·
Το συναισθηματικό βάθος που δίνει στην
πλοκή ο συγγραφέας είναι απαράμιλλο. Η Σερίνα, άλλωστε, πριν από τη σχέση της
με τον Τομ, έχει δοκιμάσει ποικίλες ερωτικές σχέσεις που τις γευόμαστε με την
αφήγηση της ηρωίδας, αλλά αυτή που τη σημάδεψε περισσότερο είναι η τραγική ιστορία
με τον Τόνυ Κάννινγκ, τον αρκετά
μεγαλύτερό της άντρα που την προέτρεψε να δώσει εξετάσεις για τη Μυστική
Ασφάλεια. Είναι καταπληκτικές οι αναφορές στο πώς βλέπει ένα νέο κορίτσι τον
πενηνταπεντάρη εραστή της. Οι αποχρώσεις της ερωτικής επιθυμίας αλλά και της
σεξουαλικής επαφής ξεφεύγουν απ όλα τα συνήθη κλισέ…
Ποικίλες
διακυμάνσεις έχει η φιλία με τη συνάδελφο στη Μ15, την Σίρλεϋ, μια κοπέλα
ταπεινής καταγωγής που δε δίστασε να συγκρουστεί με την υπηρεσία, με τίμημα την
απόλυσή της. Ενδιαφέρον έχει η σκηνή όπου οι δυο φίλες συγκρούονται ιδεολογικά (ενάντια σε τι αγωνιζόμαστε;/ ενάντια σ ένα
παρανοϊκό μονοκομματικό κράτος χωρίς ελευθερία του τύπου, χωρίς ελευθερία να
ταξιδεύεις. Ενάντια σ ένα έθνος όμοιο με στρατόπεδο συγκέντρωσης/ το δικό μας κράτος είναι μονοκομματικό. Ο
τύπος μας είναι της πλάκας. Και οι
φτωχοί δεν μπορούν να ταξιδέψουν πουθενά. Το κοινοβούλιο είναι το μοναδικό μας
κόμμα. Ο Χιθ και ο Γουίλσον ανήκουν στην ίδια ελίτ).
Όμως το μεγαλύτερο βάρος, πιστεύω όλου του
μυθιστορήματος, είναι η εξέλιξη της σχέσης με τον Τομ. Κι εδώ συνυφαίνεται και
η σχέση με τη λογοτεχνία. Γιατί πριν ακόμα τον συναντήσει π.χ., βλέπουμε ότι η Σερίνα ερωτεύεται… τα διηγήματά του, που αναγκάζεται να διαβάσει!
Καθώς πληροφορείται κι ο αναγνώστης το
περιεχόμενο των διηγημάτων και παράλληλα τον αντίκτυπό τους στην παθιασμένη
αναγνώστρια, αρχίζει να αισθάνεται κι αυτός περιέργεια για τον συγγραφέα (είχα βρεθεί μέσα στο μυαλό ενός άγνωστου.
Μια χυδαία περιέργεια μ έκανε να αναρωτιέμαι αν κάθε πρόταση επιβεβαίωνε ,
αρνιόταν ή μεταμφίεζε μια μυστική προαίρεση. Ένιωθα πιο κοντά στον Τομ Χάλεϋ απ
ό, τι αν ήμουν συνάδελφός του στο Μητρώο τους περασμένους εννιά μήνες. Όμως,
μολονότι αισθανόμουν κάποια οικειότητα, ήταν δύσκολο να πω τι ακριβώς είχα
κατανοήσει από κείνον. Χρειαζόμουν ένα εργαλείο, κάποιον μηχανισμό μέτρησης, το
αφηγηματικό ανάλογο των κινούμενων σκελών με το οποίο θα μπορούσα να υπολογίσω
την απόσταση ανάμεσα στον Χάλεϋ και τον Έντμουντ (ήρωας του Χάλεϋ)). Παρακολουθούμε
έτσι από κοντά κι άλλα διηγήματα του συμπρωταγωνιστή (την πλοκή, αποσπάσματα,
αλλά κυρίως την « ανάγνωση» της Σερίνα), όπως και το εκτενέστερο φυσικά
μυθιστόρημα που θα υποβληθεί για το βραβείο Όσκαρ, το οποίο όπως βλέπουμε δεν
τηρεί τις προβλεπόμενες προδιαγραφές (ιδού
η καταδικασμένη δυστοπία που δεν επιθυμούμε, ένας αποκαλυψιακός εφιάλτης του
συρμού, που καταγγέλλει και απορρίπτει όλα όσα επινοήσαμε, οικοδομήσαμε ή
αγαπήσαμε ποτέ, ένα χιλιαστικό όραμα που απολαμβάνει την κατάρρευση του
πολιτισμού μας).
Όμως
η ερωτική επικοινωνία εξελίσσεται ραγδαία κι ανάλογα μεγαλώνει η αγωνία για το
τι πρόκειται να γίνει αν αποκαλυφθεί η απάτη.
Η αγάπη δεν μεγαλώνει με σταθερό
ρυθμό, αλλά προελαύνει κατά κύματα, με αιφνίδια σκιρτήματα και ξέφρενα
άλματα.(…) Όμως πάντα στα κατάβαθα του μυαλού μου υπήρχε εκείνη η μικροσκοπική
κηλίδα. Γενικά προσπαθούσα να την αγνοώ
και βρισκόμουν σε τέτοια υπερδιέγερση, ώστε συχνά το κατάφερνα. (…) όμως ήταν
πια πολύ αργά. Η αλήθεια ήταν πολύ βαριά, θα μας κατέστρεφε. Θα με μισούσε για
πάντα. Βρισκόμουν στην άκρη του γκρεμού και ήταν αδύνατον να γυρίσω πίσω.
Ποιος
είπε ότι η ποίηση δεν προκαλεί κανένα γεγονός;
Η
βράβευση του Τομ και το ξεγύμνωμα της αλήθειας μπήγει το μαχαίρι πολύ βαθιά
(κρίνω ότι ο εγγλέζικος τίτλος «sweet
tooth =
γλυκό δόντι δεν είναι τυχαίος∙ ο πόνος
είναι βαθύς και γλυκός). Η Σερίνα ταξιδεύει
ολοταχώς προς την καταστροφή(ένιωσα
και πάλι εκείνο το αόριστο μείγμα νοσταλγίας και ματαίωσης που συμπορευόταν με
την ιδέα ότι ζούσα λάθος ζωή). Βλέπουμε την ηρωίδα να προσπαθεί να πιαστεί
μέσα από τη συναισθηματική θύελλα όλων των αντιφάσεων που βιώνει, και στις
τελευταίες σελίδες αναρωτιόμαστε μαζί με κείνη, ποια θα είναι η «λύση», ποια θα
είναι η κατάληξη…
Τη
λύση τη δίνει η… γραφή:
…τώρα που ξέρω όσα ήξερες, όσα είχες να
κρύψεις, προσπαθούσα να φανταστώ ότι είμαι εσύ, ότι είμαι σε δυο μέρη
ταυτόχρονα, ότι και αγαπούσα και… έδινα αναφορά. Πώς θα μπορούσα να βρίσκομαι
εκεί και ταυτόχρονα να δίνω αναφορά; Κι αυτό ήταν. Το κατάλαβα. Τόσο απλό. Αυτή
την ιστορία ήταν αδύνατον να την πω εγώ. Έπρεπε να την πεις εσύ. Η δουλειά σου
ήταν να δίνεις αναφορά για μένα. Έπρεπε να βγω από το πετσί μου, να μπω στο
δικό σου. Ήταν ανάγκη να μεταποιηθώ, να παρενδυθώ, να γλιστρήσω μέσα στις
φούστες σου και στα ψηλοτάκουνά σου, να φορέσω τα εσώρουχά σου, να περάσω στον
ώμο το λουρί εκείνης της λευκής, γυαλιστερής σου τσάντας.
Ήταν δυνατόν και να σε θέλω και να σε
παρατηρώ.
(…)
Ήξερα ότι όλα αυτά ήταν σε βάρος μου
αλλά δεν με ένοιαζε, φερόμουν αψήφιστα και παράτολμα, είχα κυριαρχηθεί από την
έμμονη ιδέα μου,
ήθελα
να δω τι θα συμβεί.
Χριστίνα Παπαγγελή
[1] Ενδεικτικά,
η CIA είχε
χρηματοδοτήσει τον Μάλβιν Λάσκυ, πρώην τροτσκιστή και αντισταλινικό αριστερό, ο
οποίος πολιτικοποίησε το περιοδικό Encounter προς την κστεύθυνση μιας αντι- κομουνιστικής , αντι- ολοκληρωτικής
αριστεράς». Στη Βρετανία, η Υπηρεσία Έρευνας Πληροφοριών έχει συνεργαστεί
με τη Μ15 και Μ16 προάγοντας συγγραφείς, εκδότες, εφημερίδες. Ο Τζορτζ Όργουελ
λίγο πριν πεθάνει το 1949 είχε συντάξει την περίφημη « λίστα του Όργουελ» με 38
συγγραφείς και καλλιτέχνες που ήταν «κρυπτοκομμουνιστές» https://athens.indymedia.org/post/330871/!
Με το αζημίωτο φυσικά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου