Κυριακή, Αυγούστου 22, 2010

Λευκή πετσέτα στο ρινγκ, Νίκος Δαββέτας

…σκέφτηκα να συμπληρώσω ορισμένα κενά
στην ως τώρα εξιστόρηση των γεγονότων,
αν και ξέρω βέβαια πολύ καλά πως όσα κι
αν προσθέσω, θα πρόκειται πάντα για μια
περίληψη του τελικού κειμένου
.

Άρης Αλεξάνδρου «Το κιβώτιο»[1]

Γενναία βουτιά στον εμφύλιο αποτελεί αυτό το βιβλίο, που μας μεταφέρει στο κλίμα της εποχής μέσα από το τέχνασμα της δημοσιογραφικής έρευνας του ήρωα- ρεπόρτερ, στα πλαίσια αφιερώματος ενός περιοδικού για τα 55 χρόνια από τον «σκληρό Δεκέμβρη του 44».
-Τι τα θες και τα σκαλίζεις; Πάλι για τον Δεκέμβριο και τον Εμφύλιο; Υπάρχει κανείς στο περιοδικό σας που πιστεύει σοβαρά ότι το αναγνωστικό κοινό ενδιαφέρεται για ξινισμένες ιστορίες;
Είναι το ερώτημα που γεννιέται στο μέσο αναγνώστη του 2010, τον αναγνώστη που δεν έχει ειδικό ενδιαφέρον να μελετήσει την εποχή, να εξιχνιάσει σκοπιμότητες και κίνητρα. Όμως ο συγγραφέας καταφέρνει να μας μεταφέρει σε μια δύσκολη εποχή, όπου τα κίνητρα είναι δυσδιάκριτα και οι σκοπιμότητες περίπλοκες, και να αποδώσει ξεκάθαρα τη …θολότητα του πολιτικού τοπίου. Χωρίς να παραμείνει αμέτοχος ή, ουδέτερος. Χωρίς να κάνει πολιτική, σταλάζοντας στο γράψιμο στιγμές ανθρωπιάς και αναστοχασμού.
Το ρεπορτάζ αφορά τη διαλεύκανση της πολιτικής εκτέλεσης του συνεργάτη των Γερμανών, κατηγορούμενου ως δωσίλογου Χαράλαμπου Μυστακίδη -του λεγόμενου «Σπανομαρία». Ο μελαγχολικός και σκεπτικιστής ήρωας πελαγοδρομεί ανάμεσα στις διαφορετικές, αντιφατικές ή σκοτεινές μαρτυρίες των εμπλεκομένων, και μαζί του παρακολουθούμε τις σκέψεις που του γεννούν μισό αιώνα αργότερα (η γενιά των πατεράδων μας, με τα στενά σακάκια και τις μαύρες γραβάτες. Παρόντες μόνο στις φωτογραφίες. Ομιλητικοί πίσω από κλειστές πόρτες, βουβοί στο πένθος, στη χαρά και στον πόνο). Όπως φαίνεται μέσα από την εξομολογητικού χαρακτήρα προσωπική αφήγησή του, έχει κι ο ίδιος προσωπικούς λόγους για να ξεκαθαρίσει το μυστήριο της εκτέλεσης του Σπανομαρία, μια και είχε, εκ των υστέρων, σχέση με την κόρη του τελευταίου, τη Χαρά, χωρίς να έχει δώσει μέχρι τώρα σημασία στις διάφορες φήμες ούτε στην ένοχη σιωπή του συνοικισμού, έως ότου άλλαξε η συμπεριφορά της όταν αυτή στρατεύτηκε σε αριστερίστικη ομάδα (η εποχή της αθωότητας πέρασε ανεπιστρεπτί).
Το βιβλίο ξεκινά με τη συγκλονιστικά ωμή και «στεγνή» μαρτυρία του εκτελεστή, του Πιερή. Φαίνεται ξεκάθαρα κι από τις επόμενες μαρτυρίες ότι πρόκειτο για ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ αριστερών, μιας κι ο Σπανομαρίας έχει και τη "ρετσινιά" του Τροτσκιστή (σελ. 41, -Και καλά, ποτέ δε θελήσατε να μάθετε γιατί έπρεπε να εκτελεστεί ο Μυστακίδης μέρα μεσημέρι; Ποιο ήταν το αμάρτημα που τον βάραινε και καθιστούσε τόσο επιτακτική τη δολοφονία του, τη στιγμή που η μάχη του Δεκέμβρη βρισκόταν στην πιο κρίσιμη καμπή;). Η έρευνα προχωρά με δυσκολία, εφόσον οι περισσότεροι ήταν απρόθυμοι να σκαλίσουν το παρελθόν:

Στην πραγματικότητα βρισκόμουνα στο σκοτάδι. Είχα στα χέρια μου ένα γεγονός από τα Δεκεμβριανά που καθόλου αντιπροσωπευτικό της εμφύλιας διαμάχης δε φαινότανε. Στην καλύτερη περίπτωση (καλύτερη για μένα) μάλλον σαν ξεκαθάρισμα παλιών λογαριασμών της αριστεράς έμοιαζε. Σταλινικοί εναντίον τροτσκιστών. Ποιος ενδιαφέρεται σήμερα για κάτι τέτοιο;
Πέρα απ’ αυτό, αποκαλύπτει σιγά σιγά ότι ανάμειξη στα γεγονότα έχουν και πολύ δικά του πρόσωπα, όπως η μάνα του –νεαρή επονίτισσα που οι χίτες τής σκότωσαν τον αδερφό- όπως της αποκάλυψε ο –αριστερός κι αυτός- ο πεθερός του (δε χρειαζόταν να με δει σωριασμένο στο δάπεδο για να καταλάβει τι είχε πετύχει με την αφήγησή του, αρκούσε η κίνησή μου να σταματήσω το μαγνητόφωνο. Σαν να έριχνα στο ρινγκ λευκή πετσέτα. Η προσχεδιασμένη αποκάλυψή του ήταν ένα γερό χτύπημα κάτω από τη μέση. Σύρθηκα έξω από το καναβάτσο πριν ο διαιτητής αρχίσει να μετρά ως το δέκα).

Καταλυτικό ρόλο στην έρευνα έπαιξε η παραποίηση των γεγονότων από τον «εγκέφαλο» των εκτελέσεων, τον Βεντούρα, ζωγράφο καταξιωμένο τώρα πια (1999), σε εκπομπή του Παρασκήνιου. Στον αντίποδα, ο γιος του Σπανομαρία αποκαθιστά την πραγματικότητα της αλληλοφαγωμάρας των αριστερών (είμαι σίγουρος πως ο Πιερής γνώριζε ότι ο πατέρας μου συνεργάτης των Γερμανών δε θα γινότανε ποτέ, μα και να γινότανε θα μπορούσε να τον συγχωρέσει, που άφησε όμως το κόμμα και πήγε με τον Παντελή τον Πουλιόπουλο και την 4η Διεθνή, αυτό δεν του το συγχώρεσε ποτέ). Ο -συμπτωματικός- θάνατος του Βεντούρα επιτρέπει στον ήρωα να έχει πρόσβαση στα αρχεία του, στο προσωπικό του ημερολόγιο, το οποίο, όπως αποκαλύπτει με απόγνωση, είναι γεμάτο σημειώσεις που αφορούν τις ..εντερικές του διαταραχές (μια μικρή εμμονή στο πεπτικό σύστημα διακρίνεται σε όλο το βιβλίο).
Τι ελπίζω, τελικά, να βγει από αυτή την έρευνα; Να απονεμηθεί δικαιοσύνη μετά πενήντα έτη; Ενδιαφέρει κανέναν μια τέτοια προοπτική; Και ποιος είναι ο αδέκαστος κι ο αναμάρτητος που θα την απονείμει;
Η κατάθεση των μαρτυριών διακόπτεται από σύντομες σημειώσεις της προσωπικής ιστορίας του ήρωα. Βλέπουμε, φερειπείν, τη σχέση του με τη γυναίκα του, με τη οποία εντέλει χωρίζει· τη σχέση του με τη δημοσιογραφία (μου φαίνεται πως από μια τρέλα νεανική διάλεξα το χειρότερο επάγγελμα του κόσμου. Γιατί μπορεί η δημοσιογραφία να είναι – όπως μας έλεγαν- η «τέχνη του επείγοντος», όμως δεν υπάρχει τίποτα πιο επείγον από την ίδια σου τη ζωή, ιδιαίτερα όταν τη βλέπεις να φεύγει μέσα απ’ τα χέρια σου)· τέλος, τη σχέση του με την όλη υπόθεση:
Ο πειρασμός να μετατρέψω αυτό το δημοσιογραφικό αφιέρωμα σε ένα ευφάνταστο, σουρεαλιστικό μυθιστόρημα είναι μεγάλος. Μου έρχεται να τα αλλάξω όλα: καταθέσεις, μαρτυρίες, συγκρούσεις. Μόνο μια τέτοια προοπτική με ηρεμεί. Είμαι καλά όταν δε ζω με τη δική μου ιστορία.
Η λιτότητα της γραφής ταιριαστή με τη συναισθηματική πυκνότητα.
Χριστίνα Παπαγγελή
[1] Motto του μυθιστορήματος, που κατά τη γνώμη μου αποδίδει πολύ εύστοχα το πνεύμα του συγγραφέα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου