Αυτά που βίωσες
σπανίως είναι όμοια με αυτά
που κατέληξες να θυμάσαι,
όμως μπορείς πάντοτε να είσαι σίγουρος
για τις εντυπώσεις που σου άφησαν.
για τις εντυπώσεις που σου άφησαν.
Κι αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς να ελπίσεις».
Το κεντρικό τραγικό επεισόδιο της ζωής του αφηγείται εδώ ο βασικός ήρωας του συναρπαστικού αυτού βιβλίου του Τζούλιαν Μπαρνς. Μια ιστορία με έρωτα και θάνατο, που ξεκινά από την εφηβεία, όταν όλα δηλαδή εγγράφονται στην tabula rasa με ανεξίτηλο τρόπο (είμαι υποχρεωμένος να ανατρέξω επιτροχάδην σε μερικά περιστατικά που με τον καιρό απέκτησαν ανεκδοτολογικό χαρακτήρα, σε μερικές θολές αναμνήσεις που ο χρόνος παραμόρφωσε, μετατρέποντάς τες σε βεβαιότητα. Αφού δε μπορώ πια να είμαι βέβαιος για τα πραγματικά γεγονότα, ας μείνω πιστός στην εντύπωση που άφησαν τα συμβάντα αυτά). Έτσι, βλέπουμε ότι η εξιστόρηση έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί ο αφηγητής δεν προσπαθεί να είναι «αντικειμενικός» (αφηγητής -παντογνώστης), αλλά καταγράφει συνειδητά το αποτύπωμα των γεγονότων, των εξαιρετικών βιωμάτων στη συνείδησή του.
Στην παρέα των τριών φίλων-συμμαθητών που, σημειωτέον, είναι λάτρεις της ιστορίας, προστίθεται ο μυστηριώδης και ξεχωριστός Έιντριαν, ο μοιραίος πρωταγωνιστής της τραγωδίας. Από την πρώτη μέρα του στο σχολείο αιφνιδιάζει καθηγητές και μαθητές με τις απροσδόκητες παρεμβάσεις του στα ζητήματα (π.χ. στην ερώτηση του καθηγητή της ιστορίας πώς θα περιέγραφαν τη βασιλεία του Ερρίκου του 8ου, απάντησε: υπάρχει μια σχολή σύμφωνα με την οποία το μόνο που μπορεί κανείς να πει για οποιαδήποτε περίοδο της ιστορίας -ακόμη και για την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου- είναι ότι «κάτι συνέβη»). Φαίνεται ότι απέχει σε ευφυΐα και ευαισθησία, έτσι τουλάχιστον το βιώνει ο Τόνι, παρόλ’ αυτά είναι αυθεντικός κι απρόβλεπτος. Στις φιλοσοφικές αναζητήσεις των τεσσάρων φίλων (εδώ πρέπει να παραδεχτούμε ότι το επίπεδο στα κολλέγια αυτά είναι πολύ υψηλότερο από δικά μας λύκεια, όπου θα μας ξάφνιαζε να βλέπουμε μαθητές να συζητάνε διαφωνώντας για το κομμουνιστικό μανιφέστο π.χ. ή για διάφορες κοσμοθεωρίες), ο Έιντριαν πάντα προβάλλει μια πολύ διαφορετική οπτική, που αξίζει κανείς να σημειώσει (δε μιλώ για θεωρητική, αλλά εφαρμοσμένη ευφυΐα. Την ικανότητα που είχε να αντιλαμβάνεται και να εξετάζει τον εαυτό του∙ την ικανότητα να παίρνει αποφάσεις και να ενεργεί βάσει ηθικών αρχών∙ το ψυχικό και σωματικό θάρρος της αυτοκτονίας του/δεν ζηλεύω τον θάνατο του Έιντριαν∙ ζηλέυω τη διαύγεια της ζωής του). Στον προκλητικό ορισμό του για την ιστορία (ιστορία είναι η βεβαιότητα που δημιουργείται στο σημείο όπου οι ατέλειες της μνήμης συναντούν τις ανεπάρκειες της τεκμηρίωσης), ο Έιντριαν δίνει αποστομωτικές εξηγήσειςεπικαλούμενος τη ρευστότητα γεγονότων όπως η αυτοκτονία του συμμαθητή τους, Ρόμπσον.
Όταν πια τελειώνουν το σχολείο κι ο καθένας ακολουθεί το δρόμο του σε διαφορετικές σχολές, εμφανίζεται και το τρίτο πρόσωπο της τραγωδίας. Είναι η Βερόνικα, το κορίτσι του Τόνι που δεν τον αφήνει να ολοκληρώσει σεξουαλικά, αλλά τον σαγηνεύει, τον εξουσιάζει θα έλεγε κανείς (η πολιτική της στα σεξουαλικά ζητήματα σήμαινε ότι το κορμί της φυλασσόταν τόσο αυστηρά όσο οι ζώνες απαγόρευσης της αλιείας). Οι λεπτομέρειες στην -εκ των υστέρων πάντα- περιγραφή της ανικανοποίητης σχέσης είναι γλαφυρές ως ξεκαρδιστικές, ενώ το φινάλε, προβλεπόμενο όχι μόνο από τον αναγνώστη αλλά και από τον ίδιο τον ήρωα είναι:
Όταν χωρίσαμε, κοιμήθηκε μαζί μου.
Κι όταν κοιμήθηκαν μαζί, δεν την ήθελε πια ο Τόνι, ίσως τον απώθησε ο «χειραγωγικός» χαρακτήρας της, όπως λέει κάπου αλλού (τότε αντιδρούσα στην ιδέα ότι οι γυναίκες ήταν ή θα μπορούσαν να είναι χειραγωγικές. Αυτό μπορεί να λέει περισσότερα για μένα παρά για κείνη).
Ο ενήλικας πια αφηγητής, παντρεμένος, χωρισμένος, με μια κόρη, αναστοχάζεται τα γεγονότα που έφεραν κοντά τον Έιντριαν με τη Βερόνικα. Ο ιδιόρρυθμος Έιντριαν μάλιστα, είχε τότε στείλει γράμμα στον Τόνι ζητώντας του την «άδεια» βγει με τη Βερόνικα. Καταγράφει όσα θυμάται, προβάλλοντας τις δικές του ερμηνείες (οφείλω να υπογραμμίσω ξανά ότι αυτή είναι η ερμηνεία που δίνω τώρα σε κάτι που συνέβη τότε. Ή μάλλον, ό, τι θυμάμαι σήμερα από τον τρόπο με τον οποίο είχα ερμηνεύσει αυτά που είχαν συμβεί εκείνον τον καιρό). Δεν είναι, όμως, αυτή η απλή «προδοσία» από φίλο, αυτό που καθιστά τραγική την όλη ιστορία. Πολλά χρόνια αργότερα, η παράξενη διαθήκη της μαμάς της Βερόνικα κι ένα μέιλ που στάλθηκε για πλάκα πυροδοτούν ένα νέο κύκλο συναντήσεων, αναμνήσεων, παρεξηγήσεων, συναισθημάτων, αντιφάσεων, εντάσεων και μοιραίων αποκαλύψεων. Μέσα σ’ όλες αυτές τις αποκαλύψεις, ο Τόνι συνειδητοποιεί ότι είχε ζήσει τόσο προσεκτικά, κάποιος που δεν είχε νίκες ή ήττες αλλά είχε αφήσει απλώς τη ζωή να του συμβαίνει. Ότι πάντα πίστευε ότι είχε βρει το μηχανισμό να αποφεύγει τα πλήγματα, και το υπέστη, χρόνια αργότερα, γι αυτόν ακριβώς το λόγο… Κυρίως, όμως, γίνεται αναπροσδιορισμός των πάντων:
Πόσο συχνά κανείς διηγείται την ιστορία της ζωής του; Πόσο συχνά την προσαρμόζει, την εξωραΐζει και κάνει ύπουλες και πανούργες περικοπές; Και όσο περισσότερο τραβάει η ζωή σε μάκρος, τόσο λιγοστεύουν εκείνοι από τους γύρω μας που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την εξιστόρησή μας, να μας θυμίσουν ότι η ζωή μας δεν είναι η ζωή μας, αλλά μόνο η ιστορία που είπαμε γι αυτήν. Η ιστορία που είπαμε στους άλλους, κυρίως όμως στον εαυτό μας.
Χριστίνα Παπαγγελή
Εξαιρετική η παρουσίαση του βιβλίου - υποθέτω πως σου αρέσει ο Μπαρνς, μια που είναι το τρίτο βιβλίο του που παρουσιάζεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα μου επιτρέψεις να σου συστήσω το βιβλίο του "Περί ανέμων", από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Έχει κάποιες ομοιότητες με το "Ένα κάποιο τέλος" και λιγότερες υπερβολές.
Επειδή έχω διαβάσει όλα του, σχεδόν, τα βιβλία που κυκλοφορούν στα ελληνικά, νομίζω ότι το "Περί ανέμων" είναι μακράν το καλύτερο, εξυπνότερο και ανατρεπτικότερο βιβλίο του. Μην το χάσεις!
Κώστας
Υ.Γ.: Συγνώμη, αλλά ξέχασα να σου πω πως είναι εξαντλημένο!
Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, και, ναι, μ αρέσει πολύ ο Μπαρνς. Κρίμα που το βιβλίο που μου συστήνεις είναι εξαντλημένο, μόλις είχα ξεμέινει από βιβλία και ψάχνω υποψήφια για διάβασμα... Ίσως στα βιβλιοπωλεία της Δράμας όπου μένω να χει ξεμείνει κάποιο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣου εύχομαι να το βρεις!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια που ψάχνεις να σου συστήσω και το τελευταίο (πρόσφατα μεταφρασμένο) βιβλίο του Φίλιπ Ρόθ "Η πατρική κληρονομιά". Είναι αυτοβιογραφικό και δίνει (μια) απάντηση στο ερώτημα γιατί γράφει κανείς για τόσο προσωπικά θέματα. Αντίστοιχης θεματολογίας είναι και το βιβλίο "η αδερφή μου" του Σταύρου Ζουμπουλάκη που δίνει μια διαφορετική απάντηση στο ίδιο ερώτημα.
Καλή τύχη (στο ψάξιμο)
Κώστας
Χαχα, είναι το βιβλίο που τέλειωσα πριν απ αυτό που διαβάζω τώρα!Μου άρεσε, αν και ο Φίλιπ Ροθ λίγο με απογοήτευσε τελευταία... Θα αργήσω να το παρουσιάσω εδώ γιατί έχω πολλά που προηγούνται και λίγο χρόνο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα ψάξω το Ἡ αδερφή μου", αν και δυσπιστώ λίγο απέναντι στους νέους Έλληνες συγγραφείς. Μήπως ξέρεις τίποτα για το "Χαστουκόδενδρο;"
Δεν ξέρω αν εννοείς ως απάντηση αυτό που λέει ο ίδιος ο συγγραφέας "Να μην ξεχνάς τίποτα". Πάντως, είναι όντως "σε απόλυτη εναρμόνιση με τη απρέπεια του επαγγέλματός του" το να γράφει οσο ο πατέρας του ήταν στα τελευταία του... Οριακά πράγματα...
Ο Φίλιπ Ροθ είναι ο πιο αγαπητός από τους αμερικανούς συγγραφείς. Όλα του τα βιβλία που έχω διαβάσει, είναι καλά ή πολύ καλά. Είδα ότι έχεις διαβάσει αρκετά. Η "Αγανάκτηση" ήταν αριστουργηματικό. Επίσης είναι τυχερός με τους μεταφραστές του στα ελληνικά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναφορικά με την πατρική κληρονομιά, η απάντηση στο ερώτημα ήταν πειστική. Δηλαδή δεν χρησιμοποίησε το θέμα του πατέρα του για να γράψει ένα βιβλίο, αλλά αντίθετα έγραψε ένα βιβλίο για τον πατέρα του για να μας πει την ιστορία του που άξιζε - θέλω να πω σαν να ήταν υποχρεωμένος - δεν ξέρω αν γίνομαι κατανοητός.
Για τους νέους έλληνες, κι εγώ δυσπιστώ,όμως ο Ζουμπουλάκης δεν είναι νέος, ούτε λογοτέχνης, με τη στενή έννοια. Ηταν διευθυντής της Νέας Εστίας τα τελευταία 15(;) χρόνια, θέση από την οποία παραιτήθηκε πέρυσι. Αρθρογραφεί κυρίως στην Καθημερινή και τα βιβλία του μέχρι σήμερα είναι κυρίως δοκιμιακά.
"Η αδερφή μου" είναι ένα πολύ μικρό (70 σελίδες) και πολύ προσωπικό.
Το χαστουκόδεντρο το έχω "ξεφυλλίσει" πρόσφατα σε ένα βιβλιοπωλείο. Αναφέρεται σε ένα χαστούκι που έδωσε η Μπέτυ (;) Αμπατιέλου στην τότε βασίλισσα Φρειδερίκη, αρχές της δεκαετίας του 60, διαμαρτυρόμενη για τον άντρα της που ήταν εξορία.
Εμένα μου φάνηκε αδιάφορο, όμως για κάποιους που τους ενδιαφέρει η δεκαετία του 60, έχει αρκετές πληροφορίες.
Κ.
Υ.Γ.:Και μια ερώτηση, επειδή λες ότι έχεις ξεμείνει απο βιβλία: Στη βιβλιοθήκη σου δεν έχεις αδιάβαστα βιβλία;
Ναι, νομίζω καταλαβαίνω αυτό που γράφεις για το κίνητρο που έγραψε το βιβλίο (αναγκαστικό αίτιο κι όχι τελικό).
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχω ξεμείνει από βιβλία γιατί μένω στη Δράμα και τα λογοτεχνικά μου βιβλία τα εξορίζω στο πατρικό μου, στην Αθήνα. Κι αυτό γιατί είμαστε δυο φιλόλογοι στο σπίτι (μάλιστα εκκολάπτεται και τρίτος, η κόρη....) κι ως εκ τούτου δε χωράμε! Να φανταστείς, έχουμε βιβλία και στο μπαλκόνι (χωρίς πλάκα)...