Ο τίτλος και η έκδοση («Νέα Σύνορα- Λιβάνη») σίγουρα δεν αποτελούν εγγύηση για το βιβλίο αυτό. Δε θα το δανειζόμουν λοιπόν από τη Δημοτική βιβλιοθήκη αν δεν ήταν συγγραφέας η Ντόρις Λέσσινγκ, της οποίας το Χρυσό σημειωματάριο βρήκα εξαιρετικό. Και πράγματι δε διαψεύστηκα, παρόλο που αρχικά απογοητεύτηκα όταν κατάλαβα ότι πρόκειται για μια σειρά διηγημάτων κι όχι για μυθιστόρημα.
Δύσκολα να μιλήσει κανείς συνολικά για δεκαεννιά, αρκετά εκτενή διηγήματα, που έχουν ως κοινό στοιχείο μόνο τη διεισδυτικότητα και το αναλυτικό/ψυχογραφικό γράψιμο της συγγραφέα. Όλα πάντως έχουν «πλοκή», αναφέρονται σε κοινωνικά θέματα, κατά κανόνα αποτελούν σχόλιο στις ανθρώπινες σχέσεις και ιδιαίτερα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Τα περισσότερα έχουν πρωτότυπη υπόθεση, το σημαντικότερο στοιχείο όμως είναι η ρεαλιστική και αναλυτική περιγραφή συναισθηματικών καταστάσεων. Μερικά με κούρασαν και δεν τα τελείωσα, παρόλο που το αρχικό τους «στήσιμο» ήταν ελκυστικό.
Με συνάρπασαν ιδιαίτερα τα πρώτα διηγήματα: στο Μία μόνο από τις εκλεκτές, ένας λιγούρης αρσενικός την πέφτει πολύ ενοχλητικά σε μια πολύ εξηγημένη τύπισσα, νεαρή ηθοποιό, που τον αντιμετωπίζει χωρίς τις γνωστές θηλυκές μανούβρες, με ντόμπρο τρόπο, φτάνοντας όμως στο σημείο να τον εξευτελίσει απρόσμενα, εφόσον του «δίνεται», τελείως όμως ψυχρά κι αποστασιοποιημένα. Τα συναισθήματα εναλλάσσονται με απίστευτη ένταση.
Το δεύτερο διήγημα, «Η ιστορία δυο σκύλων», είναι πάρα πολύ πρωτότυπο, γιατί αφορά τους… αγώνες χειραφέτησης δυο σκύλων: το δεύτερο σκυλί που αποκτά το κοριτσάκι της οικογένειας είναι ένα «ανυπάκουο» σκυλί που το ένστικτό του δεν υποτάσσεται στην ανθρώπινη εξουσία. Έτσι, διαφθείρει και το πρώτο σκυλί της οικογένειας, και σιγά σιγά τα δυο ζώα… εξαγριώνονται, απογοητεύοντας τα αφεντικά του (όχι όμως και το κοριτσάκι).
Αντίστοιχα ανατρεπτικό, αλλά μικρό και χωρίς πλοκή, είναι και το «Με τον ήλιο ανάμεσα στα πόδια τους» που αφορά τον αγώνα των σκαθαριών για επιβίωση.
Πρωτότυπο ακόμα είναι και το «Ο ένας για τον άλλο», όχι τόσο εξαιτίας της πλοκής (το τρίτο πρόσωπο που μπαίνει ανάμεσα στο ζευγάρι είναι ο αδερφός της κοπέλας), αλλά γιατί με εξαιρετικό τρόπο περιγράφεται η «διαστροφή» των δυο αμαρτωλών: ξεσηκώνουν τον πόθο ο ένας στον άλλον, φτάνουν σε ακραία σημεία ηδονής, χωρίς όμως να φτάνουν στην κορύφωση. Λίγο πριν την «έκρηξη» κοκαλώνουν, και ξεκινάνε ξανά την πορεία προς μια βαθύτερη ηδονή. Είναι ένα είδος σύμβασης μεταξύ τους, που υπακούει σε τελείως προσωπικούς κανόνες, προκειμένου να διερευνήσουν τα όρια της απόλαυσης ( «Είναι πολύ καλύτερο μετά, αν το δυσκολέψεις πραγματικά». Γλίστρησε πάνω του, σφίγγοντας τους εσωτερικούς της μυώνες για να τον δυσκολέψει, χαμογελώντας του προκλητικά, κι αυτός τύλιξε τα χέρια στο λαιμό της και τον έσφιξε μισοαστεία, μισοσοβαρά, για να τη σταματήσει, μπαινοβγαίνοντας ταυτόχρονα μέσα της με την ίδια ακριβώς ανταγωνιστική, περιπαιχτική αλλά και ανήσυχη ανάγκη που έδειχνε κι εκείνη- θέλοντας να δει πόσο μακριά μπορούσαν να φτάσουν. Τραβούσαν ο ένας τα μαλλιά του άλλου και, σ’ ένα λεπτό, δαγκώνονταν, βυθίζοντας ο ένας τα δάχτυλα στα λεπτά κόκαλα του άλλου, κι έπιτα, λίγο πριν έρθει η έκρηξη, χώρισαν την ίδια στιγμή, τρέμοντας σύγκορμοι.
Κορυφαίο είναι το «Η φίλη μας η Τζούντιθ», γιατί είναι εξαιρετική η φίλη των δυο βασικών ηρωίδων (εκ των οποίων η μια αφηγείται), η Τζούντιθ, για την οποία τρέφουν ένα βαθύ σεβασμό και θαυμασμό. Είναι η όμορφη, αυθόρμητη, αυθεντική κοπέλα, η φίλη που χώρισε τον φίλο της εξαιτίας μιας… γάτας (τι μπορεί να πει κανείς όταν συμβεί κάτι που δείχνει ότι υπάρχει ένα αληθινά αγεφύρωτο χάσμα συνεννόησης;). Οι φίλες της, στην προσπάθεια να καταλάβουν και να την μεταπείσουν τη συμβουλεύουν να αφήσει λίγο το «χρόνο να δείξει»:
Α, εννοείς ότι ο χρόνος γιατρεύει τις πληγές… κάτι τέτοιο; Τι απίθανη ιδέα! Πάντα την έβρισκα απίθανη ιδέα. Όχι, από την αρχή ακόμα, ένιωθα μια αλλόκοτη ανησυχία με αυτήν την ιστορία, ήμουν εντελώς έξω από τα νερά μου.
- Εντελώς παράλογα, τολμώ να πω.
Η Τζούντιθ εξέτασε σοβαρά το σχόλιό μου, σκυθρώπιασε όσο το σκεφτόταν. Μετά είπε: Πού μπορεί κανείς να βασιστεί, αν όχι στα αισθήματά του;»
- Στη σκέψη του θα έλεγα.
- Αυτό θα έκανες εσύ; Γιατί; Τι παράξενοι άνθρωποι είστε αλήθεια! Αδυνατώ να σας καταλάβω.
Το «Πώς έχασα οριστικά την καρδιά μου» έχει έναν αυτοσαρκαζόμενο λυρισμό που τραβά το ενδιαφέρον, αλλά η εκτεταμένη αλληγορία με την καρδιά της αφηγήτριας που την κρατά στα χέρια και μάλιστα σε… αλουμινόχαρτο, με κούρασε και δεν το τέλειωσα.
Το ομώνυμο με το βιβλίο αφορά ένα παραλίγο τρίγωνο που σχηματίστηκε ανάμεσα σε μια γυναίκα έγκυο, τον άντρα της και τη γυναίκα του φιλικού τους ζευγαριού. Ενδιαφέρουσες οριακές ψυχικές στιγμές. «Μια γυναίκα στη στέγη» που κάνει ηλιοθεραπεία ξεσηκώνει φουρτούνα στους άντρες που δουλεύουν στη διπλανή ταράτσα, κι αναστατώνει τόσο τον Τομ ώστε χάνει τον εαυτό του και το μεθύσι του γίνεται μίσος μπροστά στην αδιαφορία της.Τετριμμένες δηλαδή καταστάσεις, υλικό για ροζ λογοτεχνία θα έλεγε κανείς, αλλά παραμένει σε υψηλό επίπεδο η ανατομία των ανθρώπινων σχέσεων, όπως τις «σκηνοθετεί» και τις παρουσιάζει η Λέσσινγκ.
Τα «Αγγλία εναντίον Αγγλίας» και «Στο δωμάτιο δεκαεννέα» εξιστορούν τη σταδιακή πορεία των ηρώων σε ψυχοπαθολογική κατάσταση. Είναι πολύ ρεαλιστική, ψυχογραφική η περιγραφή και στα δύο αλλά οδηγούν στον κυκεώνα όπου οδηγεί η νεύρωση, είναι δηλαδή καθαρά περιγραφικά μιας εξ ορισμού αδιέξοδης κατάστασης.
Χριστίνα Παπαγγελή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου