Ο Γκαλίπ εγκαταλείπεται από τη γυναίκα του Ρουγιά (=όνειρο). Παράλληλα, εξαφανίζεται κι ο ετεροθαλής αδελφός της, Τζελάλ, ο οποίος είναι αρθρογράφος. Κεφάλαιο παρά κεφάλαιο παρατίθεται από ένα άρθρο του Τζελάλ, απ’ αυτά που γράφει στην εφημερίδα που διαβάζει ο Γκαλίπ, και είναι ξεχωριστά, αυτοτελή κι αυτόνομα αριστουργήματα. Διάχυτος ο πόνος για την ταυτότητα ενός ξεχωριστού λαού που τον αδίκησε η ιστορία και σιγά-σιγά εξαφανίζεται. Αυτά όλα σ’ ένα βιωματικό, παραμυθένιο πλαίσιο, πολύ διακριτικά, μεστά, χωρίς συναισθηματισμούς και γραμμένα σε πολύ διεισδυτική κι εκφραστική γλώσσα. Κάθε άρθρο του Τζελάλ έχει μια ξεχωριστή πρωτοτυπία, και στη δομή, αλλά και στη σύλληψη του θέματος.
Μετά τη μέση του βιβλίου αρχίζει και προβάλλεται έντονα η τουρκική παράδοση που στηρίζεται σε διάφορες μυστικιστικές αιρέσεις μεσσιανικού τύπου, όπου υπάρχουν «σημάδια», «γράμματα», «υπάρχει ένας κρυμμένος κόσμος πίσω απ’ τον κόσμο που φαίνεται», (αυτό επαναλαμβάνεται τόσες φορές που κουράζει, όπως και το ότι «θέλουν να είναι κάποιοι άλλοι», ή «να γίνουν ο εαυτός τους»), κλπ. στο σημείο αυτό υποψιάζεται ότι το βιβλίο θα πάρει κατεύθυνση έντονα μυστικιστική (προβάλλεται πολύ ο Χουρουφισμός). Έντονες συμπτωσεις και σημαδιακές καταστάσεις στην πλοκή, μπορεί να εξηγηθούν μ’ αυτόν τρόπο. Ωστόσο, αφήνετσι ανοικτή και η εκδοχή ότι ο αγαπητός αρθρογράφος (Τζελάλ), για να δώσει ελπίδες στον καταπιεσμένο λαό, γράφει σχετικά άρθρα. Ένας μυστικιστής μπορεί να δει τον Τζελάλ και τον Γκαλίπ που τον αντικατέστησε, ως διάδοχους των μεγάλων δασκάλων του μυστικισμού. Ωστόσο, προβάλλεται και η ρεαλιστική εκδοχή της πολιτικής δολοφονίας.
Τα motto που προηγούνται κάθε κεφαλαίου είναι χαρακτηριστικά:
«Μη βάζετε επικεφαλίδες, γιατί σκοτώνουν το μυστήριο του κειμένου!»
«Αφού θα πεθάνει, σκότωσε λοιπόν κι εσύ το μυστήριο, σκότωσε τον ψευτοπροφήτη που πουλάει μυστήριο!» (αυτό ίσως αποδίδει και το πνεύμα όλου του βιβλίου)
Ο Τζελάλ δολοφονείται. Μέσα σ’ όλο το σκηνικό υπάρχει η αστυνομία, το στρατιωτικό καθεστώς, τα πραξικοπήματα, τα βασανιστήρια. Δεν περιγράφονται, αλλά γίνονται συχνές αναφορές τονίζοντας ότι ένας λαός τόσο πληθωρικός, με τέτοια ισχυρή παράδοση, με τόσο μυστική και συλλογική συνείδηση, που ζει στο μύθο, στο παραμύθι, στην προσδοκία, από τη μια καταπιέζεται τόσο κι από την άλλη χάνει την ταυτότητά του. Εκπληκτικό και το άρθρο του Τζελάλ «Η ιστορία του Πρίγκηπα», για την κατανόηση της «τούρκικης ψυχής».
Το ύφος είναι διεισδυτικό, με άπειρες «συσσωρεύσεις», πολύ όμως γλαφυρές και χαρακτηριστικές, εικόνες μοναδικές όσο και καθημερινές, εικόνες που είναι δίπλα σου και μόνο αν σου τις δείξουν τις προσέχεις. Μ’ αυτές τις άπειρες εικόνες- λεπτομέρειες, χαρακτηριστικές για κάτι και όχι απλώς γραφικές, έχεις την αίσθηση ότι νοιώθεις τον παλμό όλης της Πόλης, το μεγαλείο της, τη φτώχια της, τη μιζέρια της, την ομορφιά της, τον πόνο της. Σίγουρα η φιλοδοξία του Ορχάν Παμούκ ήταν να μεταφέρει αυτό το πνεύμα μιας πόλης μοναδικής σε ιστορία, παράδοση, ζωή, και νομίζω ότι τα κατάφερε.
Χριστίνα Παπαγγελή
Το διάβασα πριν από μερικά χρόνια. Θυμάμαι ότι όση ώρα το διάβαζα μου άρεσε, όμως είχε μια ρευστότητα, μια αοριστία, ίσως είναι αυτό το μυστικιστικό που λες, έτσι ώστε δεν μου άφησε τίποτα συγκεκριμένο στη μνήμη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈτυχε να βρεθώ στην Κωνσταντινούπολη παρέα με τη γαλλικη έκδοση του ΚΑΡΑ ΚΙΤΑΠ (έτσι λέγεται στα τούρκικα). Άφησα το βιβλίο να με οδηγεί. Μαγεία!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ τούρκικη λογοτεχνία κρύβει εκπλήξεις για εμάς. Κι ο Παμούκ και η τσιτσέκογλου και ο Κεμάλ από τους νεότερους. Και βέβαια και οι παλιότεροι. Για τους εθνοκάπηλους η ματιά και η γραφή του Παμούκ είναι γροθιά στο στομάχι.
ΑπάντησηΔιαγραφήanagnostria@πάντα αφήνουν κάτι στη μνήμη τα βιβλία που αρέσουν, ίσως μια γεύση, ή μια "στάση"-
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαράξενο πόσο διαφορετικά τα συναισθήματα που καταγράφηκαν εδώ: αοριστία, μαγεία, γροθιά στο στομάχι... για μένα ισχύουν κα τα τρία
το έχω στη βιβλιοθήκη αρκετό καιρό, τόσο που δεν θυμάμαι γιατι το πήρα, η παρουσιαση σου με κανει να θέλω να το διαβάζω τώρα!
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλημέρα, πολύ όμορφη δουλειά το μπλογκ σου!
Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια... Τώρα διαβάζω ένα επίσης του Παμουκ, το "Με λένε κόκκινο", θα το παρουσιάσω ...προσεχώς (!). Το βρίσκω ισάξιο του μαύρου βιβλίου, ενώ τα κανα-δυο άλλα που είχα διαβάσει του ίδιου δεν μου άρεσαν τόσο...
ΑπάντησηΔιαγραφήπολύ καλά τα λέτε
ΑπάντησηΔιαγραφήμου δημιουργείτε την επιθυμία να διαβάσω περισσότερα
Σόφη